Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2022

Δόξα

Το προσπαθώ ειλικρινά και με κάθε δυνατό τρόπο. Να εκτιμάω όλες τις εποχές του χρόνου.


Και το χειμώνα, με τα χουχουλιάσματα και το κοκούνιγκ που τόσο απολαμβάνω (είμαι σπιτόγατος, στο λέω και δεν με πιστεύεις!). Και την άνοιξη, με τις ευωδιές, τα χρώματα και την άνοδο της θερμοκρασίας που επαναφέρουν την ελπίδα και το κοντομάνικο και σε ξεσηκώνουν. Και το καλοκαίρι (που κάποτες καθόλου δεν εσυμπαθούσα) με το διονυσιασμό του ήλιου και της θάλασσας, την αίσθηση της αλμύρας απάνου σου και τις βαριές ανάσες της μεσημβρινής ραστώνης του.


Το προσπαθώ ειλικρινά. Να εκτιμάω όλες τις εποχές του χρόνου. Και τάχω σε ένα βαθμό, καταφέρει.


Μα τις αδυναμίες που έχω παιδιόθεν, δεν μπορώ να σου τις αρνηθώ. Και το παραδέχομαι ξανά και ξανά: πως το Φθινόπωρο τ'αγαπάω. Με μιαν αγάπη που θρέφεται με τα χρόνια και γίνεται πιο εσωτερική και συνειδητή.


Κι αν με ρωτήξεις γιατί τούχω αδυναμία, θα σου εξηγηθώ. Πως τ'αγαπάω για τα καφετιά και τις ώχρες του. Για τα κίτρινα φύλλα και τις δροσιές του. Για τα υπέροχα τριγύρω του που μοιάζουν με καμβά ρομαντικών ζωγράφων.


Που έχουν βαλθεί με τα πινέλα τους να αποθεώσουν τα τοπία και να ξελογιάσουν τις αισθήσεις σου. Σε μία νατουραλιστική πανδαισία.


Κάθε τέτοια εποχή, προσπαθώ να ξεκλέψω λίγο χρόνο για να καταφύγω σ'ετούτο το μέρος. Στα εννιακόσια μέτρα υψόμετρο. Ανάμεσα στις κορφές των υπέροχων βουνών της Κορινθίας, κοντά στον αρχαίο Φενεό.


Εδώ απάνου, υπάρχει ένα τοπίο μαγικό, ένας παράδεισος ανόθευτης ομορφιάς, ένα υδάτινο καταφύγιο που με αγκαλιάζει πάντα τρυφερά και ξεπλένει τις σκέψεις μου στις κατανυκτικές του ησυχίες. Η λίμνη Δόξα.


Στα ήσυχα νερά της, έρχονται και καθρεφτίζονται οι πιο σκοτεινές συννεφιές μου. Κι από μαβιές γίνονται σμαραγδένιες.


Περιπατώ το δρόμο που κυκλώνει τη λίμνη. Και γίνονται τα βήματά μου, χρυσοπράσινοι ψίθυροι. Θροΐσματα μιας σιγανής μελωδίας μέσα μου.


Σε κάποιες στροφές του, ο δρόμος παραδίδεται στην ομίχλη. Που σβήνει το παραπέρα και εμφατικά σου αποκαλύπτει μοναχά το εδώ και το τώρα. Σα να θέλει κι αυτή να σου υπενθυμίσει.


Πως όσο και να πασχίζεις, το παραπέρα θα σχηματιστεί όταν έρθει η ώρα του. Και το πιο πιθανό είναι πως θα σε αιφνιδιάσει, παρά τα σχέδια που'καμες στο μυαλό σου.


Στη νότια όχθη σχηματίζεται μία μικρή νησίδα προς το κέντρο της λίμνης. Ένα μικρό μονοπάτι οδηγεί σε μια εκκλησιά.


Τ'Αγίου Φανουρίου.


Ε λοιπόν, ο Άη Φανούρης, μου ήταν πάντοτε μια αναφορά συμπαθητική. Ίσως γιατί τον εβάραιναν τα κρίματα άλλων. Ίσως γιατί η πίτα που σιάχνεται μέχρι και σήμερα στο όνομά του, υποτίθεται πως αποκαλύπτει στον καθένα, το πόθημά του.


Ξεύρεις, νομίζω -κι είναι αυτή θεωρία ολόδικιά μου- πως το εκάμει σκόπιμα ο Άγιος. Θέλει να ιδεί, τί θα γυρέψει ο καθένας. Για να τον εζυγίσει αναλόγως. Να τον μετρήσει με το δικό του στάθμισμα. Που ξεχωρνάει τα σημαντικά από τ'ασήμαντα. Τους συνετούς από τους άμυαλους. Τους ολιγαρκείς από τους λαίμαργους. 


Του λόγου μου, παρότι αναζητώ κατά καιρούς καμπόσα, δεν σιάχνω φανουρόπιτες. Ίσως και ν'αποφεύγω απλώς το ζύγι.


Ναι, έχω σταθεί πολλές φορές σ'αυτό το σημείο. Παίρνω βαθιές ανάσες, μέχρις που να μην χωράνε άλλη δροσιά τα πνευμόνια μου.


"Γκριζάρισες", μούπε μια φίλη προημερών, κοιτάζοντας διερευνητικά τους κροτάφους μου. "Αλήθεια; Μήτε το πρόσεξα. Για κοίτα κάτι πράματα!" σκέφτηκα εντυπωσιασμένος. Ύστερα άλλαξε το θέμα, έτρεξε η συζήτηση. Δεν έδωκα μεγάλη σημασία στην παρατήρηση, έμεινε η σκέψη εκκρεμής. Μετά από μέρες όμως επανήλθε. Όχι ως έγνοια, αλλά ως συνειδητοποίηση.


Πως οι εποχές φοριούνται. Από ένα σημείο και μετά, παύεις να τις παρατηρείς μονάχα στα τριγύρω: τις παρατηρείς και στον εαυτό σου. Ω ναι, τις αισθάνεσαι τις εποχές σου. Τα μπουμπουκιάσματα, τις ζέστες, τα πρωτοβρόχια, τις παγωμάρες. Και θαρρώ, πως οι επιλογές σου είναι δύο: είτε να ζήσεις νοσταλγώντας πεισματικά τα καλοκαίρια σου, είτε να απολαύσεις και τα κρύα και τις δροσιές και τα χιόνια, μ'όσες δυνάμεις έχεις και σου επιτρέπονται. Αν σε μαθαίνει κάτι η ζωή, είναι να γίνεσαι εντέλει παντός καιρού.


Πώς τόλεγε να δεις, ο ποιητής; "Ο στεναγμός του κόσμου του φθαρτού / εν τη φθαρτή μου φύσει αντηχεί". Σοφά τόλεγε, πολύ. Μην συννεφιάζεις όμως κι ο στίχος συνεχίζει: "αλλ’ είναι στεναγμός γλυκύς, υψούται ως ευχή."


Ένα ψυχρό αεράκι χόρεψε τις κορφές των ελάτων, εκεί που κάθονται τ'αστέρια, κι ανακάτεψε τα φύλλα στις όχθες της λίμνης. Μαζί του πήρε τους συλλογισμούς μου και μου απέμεινε μονάχα η αίσθησις: ότι περπατώντας σε ολόχρυσα χαλιά, για βασιλιάς μπορεί κανείς να λογίζεται πασών των εποχών του!


Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2022

Πανδώρα

Έχεις κι εσύ την έντονη αίσθηση πως χάσκει τελευταία το πιθάρι της Πανδώρας και κοχλάζουν επικίνδυνα τα δαιμόνια που το κατοικούν; Ανεξαρτήτως προς ποια κατεύθυνση κοιτάς, δεν έχει πια και τόση σημασία: την οσμίζεσαι την απειλή, σε τυλίγει. Και αντιλαμβάνεσαι πως δεν φτουράει ο κόσμος μοναχά με ελπίδες. Ας προσπαθήσει τουλάχιστον να φορέσει ο καθείς μας τα κατάλληλα γυαλιά για τη μυωπία του. Κι ας ανασκουμπωθεί. Σα να'ρχεται βαρύς χειμώνας.

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2022

Πέταξε το πουλί, πάει στη στεριά την αντικρινή

Απόλαυσέ το, διότι είναι εξαιρετικά σπάνιο. Το γαλάζιο τ'ουρανού ντε. Που τόχεις εσύ για δεδομένο και σίγουρο. Και υπάρχουν μέρες που δεν υψώνεις καν το βλέμμα σου, ν'απευθύνεις ένα γεια και ένα ευχαριστώ. Στα γαλάζια που σε σκεπάζουνε. Για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς, κι εγώ χρειάστηκε να φθάσω μέχρις εδώ για να το εκτιμήσω το γαλάζιο. Το καθαρό και φωτεινό. Το διαυγές.


Για ρώτα όμως και τη φτωχή Τζου Τζου Κα. Που έχει συνηθίσει να βλέπει γαλάζια, μονάχα στα όνειρά της. Άντε και ως σκριν σέιβερ στο κινητό της. Αλλά σπανίως πάνου από το κεφάλι της. Βλέπεις, εδώ στο Μπέιτζινγκ, ο ουρανός είναι συνήθως καπνισμένος με τις πιο κιτρινοσταχτιές αποχρώσεις μιας απερίγραπτης μόλυνσης. Αυτές που σου δημιουργούν μία συνεχή αίσθηση ασφυξίας. Αυτές που σε κάμουνε να νιώθεις πως ζεις μέσα στο φουγάρο και αναπνέεις βιομηχανική ανάπτυξη μη-χειρότερα. Και που δεν δηλητηριάζουν μονάχα τα πνευμόνια σου, αλλά και την ψυχή σου. Αν δεν με πιστεύεις, κάτσε να πέσει λίγο ο αέρας, να ξανακάτσει το νέφος στα κεφάλια μας και τα λέμε.


Αλλά μην ανησυχείς: δεν σε έφερα εδώ για εκστρατεία της Γκρίνπις, μήτε θα δεθούμε σε κάνα στύλο να φωνάζουμε συνθήματα για την κλιματική αλλαγή -αν και ίσως θα έπρεπε. Έχει σχετικά καλό καιρό και είπα απλώς να σε βολτάρω. Σε ένα μέρος κάπως περίεργο, αλλά αρκετά ενδιαφέρον. Τα βλέπεις άλλωστε εκείνα τα κτήρια στο βάθος που σου κλείνουνε το μάτι και κάτι έχεις καταλάβει. Ναι, βρισκόμαστε στην περιοχή που το δυοχιλιάδεςοκτώ, πραγματοποιήθηκαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. 


Στα σίγουρα θυμάσαι ετούτο δω το στάδιο. Πρόκειται για την περιβόητη "Φωλιά του Πουλιού", που είχε φιλοξενήσει τα μέιν ιβέντς, τις τελετές, τους στίβους και τις φιέστες. Αλλά που τώρα -παρά τη λάτρα που του ρίξαμε προσφάτως για τους Χειμερινούς του δυοχιλιάδεςεικοσιδύο- δείχνει κάπως ξεπεσμένο και τσουρομαδημένο -όχι για να αισθανθείς κι εσύ καλύτερα πούχεις το Ολυμπιακό Στάδιο και τα λοιπά ακίνητα του δυοχιλιάδεςτέσσερα μεταξύ πεταματού και εγκατάλειψης.


Παρότι του την αναγνωρίζεις τη φωτογένεια, σε διαβεβαιώνω ότι από κοντά δεν είναι και τόσο εντυπωσιακό. Υπερφίαλο και προκάτ, κακοφτιαγμένο και πρόχειρο στις λεπτομέρειές του, ετούτο το στάδιο χτίστηκε για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο: να σε κάμουμε να πεις γουάου, όταν θα το έβλεπες στην τιβί σου. Ε λοιπόν είπες, χαρήκαμε, με τις υγείες μας. Τώρα ξεναγούμε εδώ γκρουπς Κινέζων από την ενδοχώρα πούρχονται να θαυμάσουν τα επιτεύγματα της λαμπρής και υπερήφανης πατρίδας τους ή τίποτις συναυλίες από γιαπωνεζοκορεάτες ποπ τραγουδιστές που χοροπηδούν σουξέ που δεν θες ν'ακούσεις σπίτι σου.


Ακριβώς απέναντί του, βρίσκεται ένα ακόμα προβεβλημένο κτήριο από τη φιέστα που είχε στηθεί εδώ: το Εθνικό Κέντρο Υγρού Στίβου. Που μοιάζει με μία από εκείνες τις παγοκυψέλες που έχεις στην κατάψυξη για νάχεις να βάζεις στο φραπέ. Συνεχίζει να λειτουργεί μέχρι και σήμερα, αλλά έχει αναμορφωθεί εσωτερικά σε γουότερ παρκ. Όπου θα βρεις γιαγιάδες να πλατσουρίζουν και νήπια να κάμουν βουτιές αλαλάζοντας. Εντάξει, το θέμα ήταν να του βρούμε μία χρήση. Διότι στην Ελλάδα, μάλλον θα τόχαμε απλώς ξεχασμένο στην κατάψυξη.


Ανάμεσα στα δύο κτήρια, υπάρχει μία τεράστια απλωσιά -στη μέση περίπου της οποίας, υψώνεται ένα ακαλαίσθητο ματζαφλάρι που το φωνάζουμε Λινγκ Λονγκ. Το Λινγκ Λονγκ υποτίθεται πως μοιάζει με παγόδα, στο πιο μεταμοντέρνο και άλιεν. Την περίοδο των Ολυμπιακών, φιλοξενούνταν εδώ κάποια τηλεοπτικά συνεργεία, αλλά τώρα τόχουμε για να ανεβαίνουμε και να πίνουμε καφέ. Σαν τον Πύργο του ΟΤΕ στη Θεσσαλονίκη, αλλά χωρίς τη γυροβολιά. Και τον Βαρδάρη.


Τριγύρω θα βρεις πλανόδιους που πουλάνε μεμοραμπίλια, κιόσκια που σου σιάχνουν σάντουιτς με γαρίδες, πιτσιρικάδες που κάμουν σκέιτ, οικογένειες που χαζολογάνε, παπούδες που κάμουν τάι τσι, αυτοσχέδια χάπενινγκς με καραόκε και τη Φιο Γκα Κι με τη μαμά της, που ψάχνουν το μετρό. 


Ειδικά τα απογεύματα, θα βρεις εδώ κάμποσο κόσμο να βολτάρει και να επιδίδεται στο αγαπημένο του σπορ: την αυτοφωτογράφιση. Σε κάθε σου βήμα, νιώθεις πως παίζεις το ντεκόρ σε δεκάδες φωτογραφίες που βγαίνουν τριγύρω σου και αποτυπώνουν τη φάτσα σου ως κομπάρσου πίσω από την κάθε Κου Κλι Τσα, που ποζάρει με ηδυπάθεια στο κινητό της. Και ξεύρεις, αυτή η ανάγκη των Κινέζων για αμείλικτο νον-στοπ σέλφι, είναι μία από τις όψεις αυτής της φλατ πραγματικότητας που συναντάς εδώ.


Η δεύτερη παράμετρος έχει να κάμει με την εμπορευματοποίηση. Τα λογής λογής μακντόναλντς και κέι-εφ-σι και πιτσα-χατ και στάρμπακς. Που ήρθαν να κατοικήσουν από την πρώτη στιγμή, αυτόν εδώ τον χώρο και να τον κάμουνε δικό τους. Διότι το ολυμπιακό πνεύμα έχει γεύση χάμπουργκερ και μοκατσίνο με μπόλικη σαντιγί -κοινώς, είναι συνθετικό και παχαίνει.


Κάτου από την επιφάνεια του εδάφους, βρίσκεται το ολυμπιακό σόπινγκ σέντερ. Με μερικές εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα, γιομάτα ρούχα δεύτερης και τρίτης διαλογής.


Εδώ, το κακόγουστο συναντά το φτηνιάρικο. Και είναι πράγματι εντυπωσιακό, να διασχίζεις ένα γυαλισμένο και φανταχτερό εμπορικό κέντρο γιομάτο με ανέκφραστες πωλήτριες που βαριούνται τη ζωή τους και αμέτρητα ρούχα που κανονικά η θέση τους είναι στα καλάθια.


Μ'ετούτα και με κείνα, πέρασε η ώρα και σκοτείνιασε. Κάθε βράδυ, το ολυμπιακό πάρκο του Πεκίνου φωταγωγείται σε μία υπερπαραγωγή από ελέκτρικ μπλου και ροζ και κόκκινα μπλιμπλίκια. Που αναβοσβήνουν και αλλάζουν χρώματα. Νιώθεις πως είσαι σε κάποιο βίντεο γκέιμ, πως εγκλωβίστηκες σε ένα υπερμεγέθες φλιπεράκι και πως πρέπει να φας φρουτάκια για να περάσεις την πίστα.


Μερικά μέτρα πίσω από το Λινγκ Λονγκ, υπάρχει μία δεξαμενή νερού που υποτίθεται πως συγκέντρωνε τα βρόχινα ύδατα, τα καθάριζε και τα αξιοποιούσε για τα σιντριβάνια -τύπου περιβαλλοντική ευαισθησία και θινκ γκριν. Δυστυχώς τα λούκια είναι βουλωμένα με σκουπίδια, τα νερά είναι στάσιμα και βρώμικα και η μόνη οικολογική χρησιμότητα της δεξαμενής είναι που αποτελεί βιότοπο για μερικά εκατομμύρια κουνούπια. Ναι, ελπίζω να θυμήθηκες να ψεκαστείς με την σιτρονέλα σου, διότι σε βλέπω σύντομα πουά.


Καθώς πυκνώνει το σκοτάδι, τα πολύχρωμα φώτα προσδίδουν μία φαντεζί διάσταση στην όλη εικόνα. Η "φωλιά του πουλιού" ντύνεται στα πιο φανταχτερά της κιτρινοκόκκινα.


Και το Κέντρο Υγρού Στίβου, αλλάζει από μοβ σε βυσσινί. Και ύστερα πράσινο. Και θαλασσί. Και πορτοκαλί και σιέλ και βεραμάν.


Οι Ολυμπιακοί Αγώνες που φιλοξενήθηκαν στο Πεκίνο, διατηρούν μέχρι και σήμερα το ρεκόρ της υψηλότερης τηλεθέασης παγκοσμίως. Υπολογίζεται πως πέντε δισεκατομμύρια κόσμος παρακολούθησε την τηλεοπτική τους μετάδοση, ήτοι εβδομήντα τοις εκατό του παγκόσμιου πληθυσμού -συντρίβοντας το προηγούμενο ρεκόρ που διατηρούσε ο Άγνωστος Πόλεμος του Φώσκολου και το Μπράβο Ρούλα.


Αλλά τέτοια ρεκόρς δεν μου κάμουν πλέον εντύπωση. Ίσως γιατί είμαι ανάποδος άνθρωπος και θέλω να μετράω τα πράγματα με άλλα κριτήρια. Ίσως γιατί με πετυχαίνεις στα πιο στοχαστικά μου και δεν με συγκινούν πια τα φανταχτερά φώτα. Μήτε οι εφετζίδικες παράτες. Το μέρος ετούτο, μου μοιάζει άδειο περιεχομένου. Είναι γιομάτο κόσμο, αλλά παραμένει εντελώς κενό. Εξυπηρετεί πολλά, αλλά -νομίζω- τίποτα πραγματικά σημαντικό.


Θα μου πεις, και ήρθαμε μέχρις εδώ για να κάμουμε αυτή τη διαπίστωση; Ναι, ήρθαμε εδώ για να κάμουμε αυτήν ακριβώς την διαπίστωση. Πως το δύσκολο δεν είναι να οικοδομήσει κανείς ένα λούναπάρκ και να μπει μέσα. Το δύσκολο είναι να οικοδομήσει την ουσία του. Σε έναν κόσμο μαζικό και φαστφουντάδικο. Σε μία πραγματικότητα που διασκεδάζει απλώς τις θλίψεις της. Που φτιασιδώνει τις ασχήμιες της. Και αποκρύπτει τους δαίμονές της.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2022

Ισλανδία


















Ορμητικοί καταρράκτες, κοχλάζοντα νερά, πελώριοι κρατήρες, λιβάδια από λάβα, εκρηκτικοί θερμοπίδακες, απέραντες παραλίες, πολύχρωμες βουνοκορφές, επιβλητικοί παγετώνες. Αν με ρώταγες ποια είναι η συναρπαστικότερη χώρα που έχω επισκεφθεί, νομίζω πως θα σου διάλεγα ετούτη. Διότι στην Ισλανδία έχεις την αίσθηση πως περπατάς σε αλλόκοτους κόσμους, πως συμμετέχεις στις περιπετειώδεις ιστορίες του Ιουλίου Βερν, πως παρακολουθείς τον πλανήτη να πειραματίζεται μπροστά στα μάτια σου, ανακατεύοντας τα αρχέγονα υλικά του. Χίλια εφτακόσια χιλιόμετρα οδήγησα, καμιά εκατοστή περπάτησα, σε εννιά ηφαίστεια σκαρφάλωσα, σε απόκοσμες τοποθεσίες περιπλανήθηκα, με το βόρειο σέλας συναντήθηκα. Κάθε στιγμή της διαδρομής προσπάθησα να την αναπνεύσω βαθιά στο μυαλό μου. Και εδώ, σου επέλεξα προχείρως μερικές από τις χιλιάδες φωτογραφίες που τράβηξα, γνωρίζοντας πολύ καλά πως ο ερασιτεχνικός φακός μου επ´ουδενί δεν μπορεί να καταγράψει την εκθαμβωτική δύναμη τέτοιων τοπίων. Μήτε τη βαθιά τους συγκίνηση.