Έχω περπατήσει πολλές λεωφόρους στη ζωή μου. Από την Πέμπτη Λεωφόρο και την Oxford Street ως την Orchard Road και την Nanjing Road. Με πανύψηλους ουρανοξύστες, με φανταχτερά malls, με ιστορικά κτήρια, με τεράστια πεζοδρόμια, με ανθισμένα παρτέρια, με εντυπωσιακές δενδροστοιχίες. Ναι, έχω περπατήσει πολλές λεωφόρους. Αλλά καμία, τόσες φορές όσες έχω περπατήσει την Πατησιών.
Την έχω περπατήσει ως παιδί με τους γονείς μου, ως έφηβος με τους φίλους μου, ως ενήλικας στα πηγαινέλα της καθημερινότητάς μου. Έχω κάμει τις αγορές μου στα καταστήματά της, έχω παρακολουθήσει παραστάσεις στα θέατρά της και ταινίες στους κινηματογράφους της (κι ας είναι πλέον μετρημένες οι αίθουσες στο ένα σου χέρι, εγώ ενθυμούμαι τις εποχές που κάθε πεντέξι τετράγωνα υπήρχε και ένα σινεμά), έχω καθίσει στα καφέ της.
Ναι, η Πατησίων αποτελούσε πάντα και συνεχίζει να αποτελεί σταθερή αναφορά μου: ήταν βασικό μέρος της διαδρομής μου προς το Πανεπιστήμιο στα φοιτητικά μου χρόνια, συνέχισα να τη διατρέχω πηγαίνοντας προς τη δουλειά για τουλάχιστον δέκα-δώδεκα χρόνια και βεβαίως παραμένει η βασική περιπατητική μου διαδρομή προς το κέντρο.
Γενικά, μπορώ να σου καυχηθώ ότι γνωρίζω όσο λίγοι την Αθήνα: επειδή την έχω περπατήσει -και συνεχίζω να την περπατώ με συνέπεια- από τη μία άκρη της στην άλλη. Χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων. Δεν φαντάζεσαι πόσο πολύ και μάλλον δεν θα το πίστευες ακόμα κι αν σου έδειχνα τις διαδρομές μου έτσι όπως καταγράφονται στο κινητό μου. Ως εκ τούτης λοιπόν της σπουδής μου, νομίζω πως μπορώ να σου περιγράψω με μεγάλη ακρίβεια αυτή την πόλη, να σου επισημάνω τα προβλήματα και τις ασχημίες της (θα χρειαζόμουν πάρα πολύ χρόνο και θα χρειαζόσουν πάρα μεγάλες αντοχές), να σου μιλήσω βεβαίως ακόμα και για τις ευαισθησίες και τις τρυφερότητές της (δεν είναι πολλές ούτε εύκολα ορατές, αλλά σαφώς υπάρχουν).
Ειδικά όμως την Πατησίων, άσε με να σε διαβεβαιώσω πως την γνωρίζω σαν την παλάμη μου. Και -θα σου το παίξω λίγο εξυπνάκιας, επίτρεψε μου- γελάω καμιά φορά με τα πρόχειρα αφιερώματα στον Τύπο ή το Διαδίκτυο που περιγράφουν μία φαντασιακή της εικόνα. Που ντύνουν τις γειτονιές της με προσχηματικές δηθενιές: με hypes, με trends και με vibes.
Κι ακόμα περισσότερο γελάω -και βεβαίως θλίβομαι ταυτόχρονα- με τις τοπικές αρχές (προηγούμενες και -φοβάμαι- επόμενες) που είτε αγνοούν, είτε αδυνατούν να κατανοήσουν τις ανάγκες της. Δεν έχουνε ιδέα.
Εξού και καμία σοβαρή ανάπλαση δεν φθάνει ως εδώ. Καμία έγνοια δεν υπάρχει γι'αυτόν τον παρατημένο δρόμο που διατρέχει την πρωτεύουσα, ενώνει τόσες και τόσες συνοικίες και χαιρετάει ακόμα και την Ακρόπολη στη μιαν του άκρη. Κανένα στρατηγικό σχέδιο απολύτως.
Θα μου πεις, υπήρξε ποτέ σχέδιο και για τίποτις άλλο; Για την Αχαρνών ή την Αλεξάνδρας; Για τη Λιοσίων ή την Αθηνάς; Αφημένα δεν είναι όλα σε μία αναπόδραστη παρακμή; Δίκιο θα'χεις. Αν μάλιστα θυμηθείς και τα όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια με την Πανεπιστημίου, λες καλύτερα που δεν υπήρξε σχέδιο, άστο καημένε δεν είμαστε για άλλες συγκινήσεις!
Πολλές φορές συζητάω με φίλους και γνωστούς που μένουν σε περιοχές εκτός κέντρου προσπαθώντας να τους εξηγήσω την κατάσταση, αλλά με κοιτάζουν με έναν συνδυασμό οίκτου ("Καημένοι άνθρωποι που αναγκάζεστε να μένετε σε γκετοποιημένες συνοικίες, πολύ σας συμπονώ!") και μερικής αμφισβήτησης ("Μα εγώ διάβασα στη Lifo ότι τα Πατήσια είναι η Νέα Μονμάρτη! Μα ο τάδε αθηνογράφος/αθηνολόγος έγραψε ότι η Αγίου Μελετίου μιλάει συναισθηματικά στα μέσα του και η Πλατεία Κολιάτσου μοιάζει με στίχο ποιήματος του Πέρσι Σέλλεϋ!").
Σε αυτούς τους ανθρώπους προσπαθώ να ψελλίσω μερικές σκέψεις, αλλά μετά απογοητεύομαι, αναδιπλώνομαι και τα παρατάω.
Σκέφτομαι ότι αν μένεις σε κάποια γειτονιά εκτός κέντρου, έχεις προφανώς πολύ διαφορετική εμπειρία της καθημερινότητας. Δεν μπορείς να καταλάβεις εύκολα. Δεν το βλέπεις, δεν το ζεις, δεν το αντιμετωπίζεις ως συνεχή υπενθύμιση. Έτσι είναι.
Πολλές φορές χαριτολογώντας, λέω πως θα αρχίσω να οργανώνω επιμορφωτικές διαδρομές με ελεύθερη συμμετοχή. Θα μαζεύω groups από ανθρώπους των προαστίων και θα τους πηγαίνω για επίσκεψη πατριδογνωσίας στην Αχαρνών ή στην Μιχαήλ Βόδα (πολύ επιμορφωτικός δρόμος). Ή απλώς στη Δροσοπούλου, βρε αδελφέ. Αλλά να τη δουν, να τη μυρίσουν, να την αισθανθούν, όχι να την προσπεράσουν οδηγώντας.
Και βεβαίως αυτά τα groups θα τα περπατάω στην Πατησίων.
Όπως σε περπατάω αυτή τη στιγμή. Μέσα από ετούτες τις φωτογραφίες, έστω.
Που λόγω εορτών, διαθέτουν και μία χριστουγεννιάτικη εσάνς. Εντελώς σκόπιμα και συνειδητά.
Θα μπορούσα να σου πω τα προφανή: να σου μιλήσω για τις παρηκμασμένες και βρώμικες πολυκατοικίες, για τα φθαρμένα και ασυντήρητα πεζοδρόμια, για τη ρυπαρή κατάσταση στην οποία είναι βουτηγμένα όλα (οι κάδοι, τα δέντρα, οι είσοδοι, οι πινακίδες, οι τοίχοι, τα ρήθρα). Θα μπορούσα να σου μιλήσω για τη δραματική αλλαγή στην ανθρωπογεωγραφία του μέρους, για τα καταστήματα που έκλεισαν τις τελευταίες δεκαετίες, για το κουφάρι του Hondos Center μεταξύ Αγίου Μελετίου και Πλατείας Αμερικής, για τα καλάθια των καταστημάτων με τη φθηνιάρικη πραμάτεια, για την ελεϊνή κατάσταση των πλατειών Αμερικής και Κολιάτσου, για τα στέκια των ναρκομανών και τη διακίνηση που γίνεται σε παρκάκια και στενά, για τις εκδιδόμενες γυναίκες που από καιρού εις καιρόν καταλαμβάνουν θέση σε γωνίες, για την ανομία και την παραβατικότητα που ευδοκιμεί σε ένα περιβάλλον ξεχασμένο και καταδικασμένο.
Θα μπορούσα να σου μιλήσω για τα αποτελέσματα αυτής της απαξίωσης. Για το πόσο επηρεάζει τους ανθρώπους που διαμένουν εδώ ή που διασχίζουν έναν τέτοιο δρόμο. Πόσο κατασπαράζει τον ψυχισμό τους, πόσο στραγγαλίζει την καθημερινότητά τους, πόσο αδυνατίζει τις αντοχές τους. Για την δυσβάσταχτη ποινή που εκτίουν. Για την καταδίκη τους.
Και ξέρεις, μία από τις χειρότερες εκδοχές τούτης της καταδίκης, είναι η αδυναμία τους να κατανοήσουν τον εγκλεισμό τους. Να εγκαταλείψουν φαντασιακές ή ρομαντικές εκδοχές της πραγματικότητας (που προφανώς λειτουργούν λυτρωτικά γι'αυτούς και τους βοηθούν να συνεχίζουν να πορεύονται) και να την αντιμετωπίσουν κατάματα. Γιατί ναι, υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις: ανθρώπων που επιμένουν επικίνδυνα να ζουν μέσα στις αυταπάτες τους και να θεωρούν -όσο περίεργο κι αν σου φαίνεται- πως τούτος ο ταλαίπωρος δρόμος είναι ο ομορφότερος του κόσμου. Το βλέπω καμιά φορά σε αναρτήσεις που γίνονται στα social media. Από ανθρώπους που δημοσιεύουν μία φωτογραφία της Πατησίων και καταγίνονται σε λιγωτικά σχόλια τύπου "η Πατησίων μας είναι μία κούκλα" και "δεν υπάρχει άλλος δρόμος στον κόσμο που να ατενίζει τον Παρθενώνα". Γι'αυτούς θα πρέπει να οργανώσω άλλου τύπου επιμορφωτικές διαδρομές: στην Βαρσοβία, στην Πράγα, στη Σιγκαπούρη. Α, έχω άπειρες ιδέες που θα μπορούσαν να συνθλίψουν σε μερικές στιγμές τις ψευδαισθήσεις τους. Αν και φοβάμαι ότι η βλάβη είναι ακήκεστος και ακόμα και εκεί, θα αδυνατούν να υπερβούν τον εθισμό και το αφήγημά τους.
Στο είπα, περπατώ συνέχεια την Πατησίων. Δεν θα στο κρύψω ότι την έχω τόσο πολύ συνηθίσει κι εγώ που σχεδόν δεν μου κάμει πια εντύπωση η τριτοκοσμική εικόνα της. Μα κάθε φορά επιμένω να υπενθυμίζω στον εαυτό μου. Να σκέφτομαι πως αν ήμουν ένας τουρίστας και με έβγαζε μια ξέμπαρκη πορεία μου προς τα εδώ, θα είχα πράγματι φρίξει. Θα είχα βγάλει ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τούτη την κοινωνία, αλλά ω ναι, θα είχα φρίξει. Μπορεί να είχα τρομάξει κιόλας. Θαρρώ πως θα κοίταζα κάθε τρεις και λίγο ξωπίσω μου για να βεβαιωθώ πως δεν με κατατρέχει καμία αναποδιά -συνήθως σε τέτοια μέρη, πρέπει να'χει κανείς το νου του. Έστω κι αν εγώ ως γηγενής, δεν αισθάνομαι τόσο ανασφαλής όταν την περπατάω -λόγω της οικειότητας- ο τουρίστας ξέρει να φυλάγεται και σπανίως ξεπέφτει κατά δω.
Γιατί στα λέω όμως όλα αυτά; Διότι σε μια νυχτερινή διαδρομή προ μερικών ημερών στην Πατησίων, αποφάσισα να κάμω κάτι διαφορετικό από τα συνήθη μου: να τη φωτογραφίσω. Να αποτυπώσω κάποιες όψεις της. Βγάζω τόσες και τόσες φωτογραφίες από διάφορα μέρη του πλανήτη που μου φάνηκε σχεδόν άδικο να μην έχω τραβήξει κάποιες πόζες από τις πιο οικείες μου ματιές. Τις εικόνες που αντικρίζω στα βήματά μου, τα σημεία στα οποία πλανάται συνεχώς το βλέμμα μου.
Είναι κάπως τυχαία τα στιγμιότυπα. Δεν υποτάσσονται σε κάποια λογική, ούτε εξυπηρετούν κάποια ιδιαίτερη ανάγκη περιγραφής του μέρους και αποτύπωσης των χαρακτηριστικών του σημείων: της Αγίας Βαρβάρας, του Αγίου Λουκά, της Φοιτητικής Εστίας, της Πλατείας Κολιάτσου, της Πλατείας Αμερικής, της συμβολής με την Αγίου Μελετίου, του κτηρίου του ΟΤΕ, του ΟΠΑ κ.λπ. Όχι, τούτες οι πόζες αποτελούν κάτι πολύ πιο ταπεινό: μία απλή, προσωπική άσκηση ρεαλισμού.
Αλλά ίσως εντέλει συνθέτουν και μία πρόταση. Την οποία επιτείνουν τα στολίδια, τα λαμπιόνια και οι αγιοβασίληδες. Παρέα με τα σκουπίδια, τις αφίσες, τα καβαλημένα πεζοδρόμια, τα πανέρια.
Αν θέλουμε να αλλάξουμε, αν πραγματικά επιθυμούμε καλύτερες ζωές για τους εαυτούς μας και για τους άλλους, οφείλουμε πρώτα να πούμε αλήθειες. Να αντιμετωπίσουμε με ειλικρίνεια τις αποτυχίες μας, να περπατήσουμε τις βασανιστικές μας διαδρομές, να καταλάβουμε τις ασχημίες μας. Και ίσως έπειτα μπορέσουμε.
Να λάβουμε δύσκολες και τολμηρές αποφάσεις για το μέλλον μας. Να αποδομήσουμε τις δυστοπίες που οικοδομήσαμε και κατοικούμε. Τις πολεοδομικές, τις κοινωνικές, τις ιδεολογικές, τις αξιακές. Για να κατορθώσουμε ίσως κάποια στιγμή να απελευθερώσουμε τις ζωές και τις συνειδήσεις μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου