Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2024
Σάββατο 24 Αυγούστου 2024
Παρασκευή 23 Αυγούστου 2024
Πέμπτη 22 Αυγούστου 2024
Somebody that I Used to Know
Το "Somebody that I Used to Know", το έχω ελαφρώς βαρεθεί, λόγω της συνεχούς επανάληψής του εδώ και χρόνια στις ραδιοφωνικές playlists. Αλλά ετούτη η χορογραφία είναι απίθανη.
Shogun
“If Freedom is What You Live For, You’ll Never be Free from Yourself”. (="Αν σκοπός της ζωής σου είναι η ελευθερία, δεν θα ελευθερωθείς ποτέ από τον εαυτό σου") Πρόκειται για μία φράση από το πέμπτο επεισόδιο της σειράς "Shogun" που παρακολουθώ τις τελευταίες ημέρες, την οποία βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Ειπώθηκε από τα χείλη της ιαπωνίδας Mariko προς τον βρετανό πρωταγωνιστή Blackthorne, ως επισήμανση της διαφοράς ανάμεσα στον ατομικισμό της Δύσης και στην ιαπωνική θεώρηση που υποτάσσει το άτομο στις στοχεύσεις της ευρύτερης συλλογικότητας στην οποία ανήκει.
Προφανώς, η φράση αποτελεί ευθεία κριτική στον ατομικισμό. Υποδηλώνει ότι η πραγματική ελευθερία δεν επιτυγχάνεται μέσω της απομόνωσης και της απόσυρσης στον εαυτό μας, αλλά μέσα από την αποδοχή του ρόλου του ατόμου στην κοινωνία και την ενότητα με τους άλλους. Υπό αυτή την έννοια, η ελευθερία δεν είναι κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μεμονωμένα, αλλά κάτι που βιώνεται μέσω της σύνδεσης και της αρμονίας με τον κόσμο γύρω μας.
Η φράση ίσως υποδηλώνει επίσης ότι η απόλυτη ατομική ελευθερία είναι ακατόρθωτη διότι, όσο κι αν προσπαθεί κανείς να αποδεσμευτεί από εξωτερικούς περιορισμούς, θα εξακολουθεί να είναι δέσμιος των εσωτερικών του επιθυμιών, φόβων και αδυναμιών. Η προσπάθεια για πλήρη ελευθερία μπορεί να οδηγήσει σε έναν ατέρμονο κύκλο αυτοανάλυσης και εσωτερικής σύγκρουσης, όπου το άτομο δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεφύγει από τις ίδιες του τις σκέψεις και τα συναισθήματά του ή θα βρεθεί σε συνεχή αντιπαράθεση με τους άλλους.
Παρότι η ατομική ελευθερία αποτελεί κορυφαίο πρόταγμα της δυτικής σκέψης, συμφωνώ απολύτως ότι έχει νόημα μόνο όταν συνοδεύεται από την κατανόηση και την αποδοχή των προσωπικών ορίων και των ευθυνών που προέρχονται από την αλληλεπίδραση με την κοινωνία. Η πραγματική (ατομική και συλλογική) απελευθέρωση δεν είναι η σύγκρουση με τους άλλους, αλλά η συνάντηση και -τουλάχιστον σε έναν βαθμό- η συμπόρευση μαζί τους. Φοβάμαι πως ως προς τούτο το τελευταίο, οι επιδόσεις μας είναι απογοητευτικές.
(σ.σ. Παρεμπιπτόντως, απολαυστική η νέα τηλεοπτική μεταφορά του "Shogun", του πασίγνωστου βιβλίου που έγραψε ο James Clavell, κι ας μην διαθέτει έναν Richard Chamberlain.)
Τετάρτη 21 Αυγούστου 2024
Κυριακή 18 Αυγούστου 2024
Έλα στον θείο Tetsu
Σάββατο 17 Αυγούστου 2024
Η ανέμπνευστη Δημοκρατία
Βρήκα ευκαιρία καταμεσής τ'Αυγούστου να επισκεφθώ τη μεγάλη έκθεση υπό τον τίτλο "Δημοκρατία" που φιλοξενείται αυτό το διάστημα στην Εθνική Πινακοθήκη. Η έκθεση συνδέεται με τη συμπλήρωση πενήντα χρόνων από την κατάρρευση της δικτατορίας των συνταγματαρχών και την είσοδο της χώρας στην περίοδο της λεγόμενης Μεταπολίτευσης. Ναι, περάσανε πενήντα χρόνια και μήτε που το πήραμε χαμπάρι (ε άμα περνάς ωραία, δεν καταλαβαίνεις πώς κυλάει η ώρα!)
Ομολογώ ότι ο πήχης των προσδοκιών μου για την έκθεση είχε τοποθετηθεί ψηλά. Πρώτον διότι το θέμα είναι αναμφίβολα αβανταδόρικο και μπορείς να πεις, να εννοήσεις ή να υπονοήσεις λογής λογής διαπιστώσεις σε σχέση με την πρόσφατη πεντηκονταετή εμπειρία μας.
Δεύτερον διότι την έκθεση επιμελήθηκε η ίδια η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Συραγώ Τσιάρα, που τελοσπάντων σημαίνει ότι φέρει την προσωπική σφραγίδα της και το ειδικό της βάρος.
Και τρίτον διότι περιλαμβάνονται στην έκθεση 140 εικαστικά έργα από πολλούς και αξιόλογους καλλιτέχνες, τα οποία υποτίθεται ότι είναι τοποθετημένα εν προκειμένω σε μία ενιαία αφήγηση.
Με δεδομένο μάλιστα ότι η Πινακοθήκη έχει να διοργανώσει πραγματικά σπουδαία έκθεση από την προ-επέκτασης εποχή της, είχα την ελπίδα ότι θα αξιοποιούσε αυτή την ευκαιρία για να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κοινού, παρουσιάζοντας κάτι πραγματικά αξιόλογο και πρωτότυπο. Και πήγα στ' αλήθεια αποφασισμένος να αφήσω κατά μέρους την απογοήτευσή μου από την προηγούμενη έκθεση της Τσιάρα (τη χλιαρή "Αστυγραφία") που είχα επισκεφθεί προ καιρού.
Η έκθεση ουχί μόνο διέψευσε τις ως άνω προσδοκίες, αλλά συνέτριψε και κάθε διάθεσή μου να συνεχίσω να δίνω ευκαιρίες στην Πινακοθήκη υπό την παρούσα της διοίκηση. Μία έκθεση βαρετή, ανέμπνευστη και ασήμαντη. Υποταγμένη στις συνήθεις ιδεολογικές εμμονές, ανίκανη να πει κάτι πραγματικά ουσιαστικό και πρωτότυπο ή να θέσει προβληματισμούς. Και με ένα στήσιμο που παραπέμπει σε τριτοτέταρτη γκαλερί ή σε κάποια επαρχιακή Δημοτική Πινακοθήκη.
Αντί να εστιάζει στην Ελλάδα, η έκθεση δοκιμάζει να εντάξει με αδέξιο τρόπο την Ισπανία και την Πορτογαλία σε μία κοινή αφήγηση, αλλά σου πετάει και έναν Τσε Γκεβάρα, έτσι για το νάζι. Αντί να μιλήσει για τη δημοκρατία ως πολιτικό πρόταγμα και κοινωνικό ζητούμενο ή κυρίως να συζητήσει την εμπειρία της μετάβασης (είπαμε, έχουν περάσει πενήντα χρόνια, όλο και κάτι έχουμε να πούμε και γι'αυτά!), επικεντρώνεται στο εντελώς κλισέ: έργα αντιδικτατορικής θεματολογίας.
Πάλι Βάσω Κατράκη, πάλι Τάσσος, πάλι Δήμος Σκουλάκης. Τα ίδια και τα ίδια. Αξιόλογοι και σπουδαιότατοι όλοι τους, αλλά τα ίδια και τα ίδια. Αν είσαι ελάχιστα υποψιασμένος, είναι σαν να έχεις δει την έκθεση αυτή πριν καν την επισκεφθείς. Σου έχω κοτσάρει εδώ και τα πιο αξιόλογα έργα, καλυμμένος είσαι.
Εννοείται ότι στη μισή περίπου ώρα που πέρασα στην αίθουσα (σε αυτό το οικτρό, ανήλιαγο υπόγειο που έχει επιφυλάξει στο ανανεωμένο κτήριο της, η Εθνική μας Πινακοθήκη για τις περιοδικές εκθέσεις της), δεν εμφανίστηκε άλλος επισκέπτης ούτε για δείγμα! Κυριακή πρωί στις έντεκα η ώρα. Εν μέσω του θέρους μεν, αλλά με μία Αθήνα γιομάτη τουρίστες. Και μιλάμε για μία έκθεση για τη Δημοκρατία στη χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία! Θα περίμενε κανείς ουρές από επισκέπτες, διαφήμιση παντού, αφιερώματα και συζητήσεις. Αλλά μπα, εγώ και οι φύλακες.
Επίτρεψέ μου να γίνω πολύ αυστηρός. Από τη μία, η παντελώς αδιάφορη Εθνική Πινακοθήκη των τελευταίων ετών (που δεν κατάφερε να αξιοποιήσει ούτε στο ελάχιστο, το momentum της επαναλειτουργίας της μετά από τόσα χρόνια προσμονής για το νέο κτήριο) και από την άλλη, το παντελώς αδιάφορο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (που είναι σαν να μην άνοιξε ποτέ και ας απέχει δέκα λεπτά με τα πόδια από το Μουσείο της Ακρόπολης), έχουν εξορίσει τα εικαστικά στην ανυπαρξία. Τα δύο κτήρια στέκουν αμήχανα σε κεντρικά σημεία της υπέρ-τουριστικής Αθήνας και χασμουριούνται από βαριεστημάρα. Αποτυχία ολκής με υπαιτιότητα όλων των υπευθύνων. Αλλά δεν πειράζει καημένε, αρκεί που η πόλη προσφέρει ωραιότατο σουβλάκι, λαχταριστά pancakes με φυστικοβούτυρο και τριμμένο πεκάν ή λάβα φιστικιού για επιδόρπιο. Εκεί μάλιστα! Βλέπεις ωραιότατες ουρές να σχηματίζονται, θαυμασμό, ενδιαφέρον και γόνιμο προβληματισμό -και μεταξύ μας, δικαίως!