Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2023

Το κάστρο της Οσάκα

Λίγοι επηρέασαν τούτη τη χώρα περισσότερο από τον Τογιοτόμι Χιντεγιόσι. Μην μπερδεύεσαι με το όνομα: δεν εγκαθιστούσε κλιματιστικά ο άνθρωπος, μήτε του οφείλουμε τίποτις ψηφιακές καινοτομίες. Πρόκειται για έναν από τους πιο ονομαστούς σαμουράι που έχει μείνει ονομαστός διότι κατάφερε έναν άθλο: να ενώσει την Ιαπωνία. 

Ο Τογιοτόμι Χιντεγιόσι γεννήθηκε στην Ναγκόγια το 1537, παιδί μίας φτωχής αγροτικής οικογένειας. Όταν μεγάλωσε, βρέθηκε στην υπηρεσία του σπουδαίου πολέμαρχου και νταϊμιο (=μεγαλοακτήμονα, φεουδάρχη) Όντα Νομπουνάγκα. Διακρίθηκε για τις ικανότητές του και σύντομα έγινε ένας από τους πιο σημαντικούς στρατηγούς του Νομπουνάγκα, ο οποίος μάλιστα τον αποκαλούσε "μαϊμού" (), λόγω των χαρακτηριστικών του προσώπου του: ναι, Μάρλον Μπράντο δεν τον έλεγες με τίποτα.

Για την Ιαπωνία, ήταν μία περίοδος που θυμίζει το Game of Thrones, καθώς οι νταϊμιο επιδίδονταν σε συνεχείς πολεμικές αναμετρήσεις για να επεκτείνουν την εξουσία τους και να εξοντώσουν ο ένας τον άλλον. Ο Όντα Νομπουνάγκα αποδείχθηκε από τους πλέον επιτυχείς, καθώς κατάφερε να επιβληθεί σχεδόν σε ολόκληρο το Χονσού, το κεντρικό και μεγαλύτερο γιαπωνέζικο νησί. 

Εντούτοις, το 1582 δολοφονήθηκε υπό κάπως περίεργες συνθήκες (μπορεί να έβαλε το χεράκι της και κάποια "μαϊμού") και ο Τογιοτόμι Χιντεγιόσι κατέλαβε τη θέση του: τιμώρησε τους δολοφόνους του Νομπουνάγκα, υπέταξε τους υπόλοιπους νταϊμιο και αναδείχθηκε σε απόλυτο νικητή της παρτίδας. 

Βρισκόμαστε στην Οσάκα. Και τούτο δω είναι το περίφημο κάστρο του Τογιοτόμι Χιντεγιόσι. Αποτελεί ένα από τα πολλά κάστρα που χτίστηκαν από τα μέσα του 16ου ως τις αρχές του 17ου αιώνα στην Ιαπωνία, αλλά ίσως το πιο ονομαστό. Κι αν τυχόν το'χεις απορία γιατί οι Γιάπωνες βάλθηκαν τότες να χτίζουν κάστρα, η απάντηση είναι απλή: εκείνη την περίοδο, είχε αρχίσει να αξιοποιείται στους πολέμους η πυρίτιδα, επομένως η ανάγκη για πιο γερά οικοδομήματα που θα μπορούσαν να αντέξουν στα σφυροκοπήματα των αντιπάλων, ήτο επιτακτική. 

Το κάστρο της Οσάκα αποπερατώθηκε το 1590 και αποτελούσε στην εποχή του ένα εντυπωσιακό επίτευγμα: το αγκάλιαζαν οχυρωματικοί τάφροι με πλάτος 100 μέτρα και αδιαπέραστα τείχη από συμπαγή λιθοδομή, ενώ το κεντρικό οικοδόμημα διέθετε οκτώ ορόφους και υψωνόταν δεκάδες μέτρα από το έδαφος ώστε να επιτρέπει τη θέαση όλης της γύρω περιοχής. Αλλά και το εσωτερικό του, σε άφηνε έκπληκτο: ο Τογιοτόμι Χιντεγιόσι είχε διακοσμήσει τα δωμάτια και τις αίθουσες με εξαίσια έργα τέχνης, ενώ λέγεται πως οι τοίχοι ήταν επενδυμένοι με χρυσάφι για να κάμει εντύπωση στους επισκέπτες.

Παρατήρησες ότι χρησιμοποιώ παρελθόντα χρόνο; Όπως ίσως κατάλαβες: το αρχικό εκείνο κάστρο δεν υπάρχει πια. Κατά τη διάρκεια μίας σφοδρής καταιγίδας το 1660, ένας κεραυνός προκάλεσε φωτιά στην πυριταποθήκη και το κάστρο έγινε φλαμπέ. 

Αφού παρέμεινε για δύο περίπου αιώνες σε αθλία κατάσταση, το 1843 επιχειρήθηκε μία ανακατασκευή του. Όμως μερικά χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια των έντονων εμφύλιων συγκρούσεων που οδήγησαν στη Μεταρρύθμιση Μεϊτζί (μεγάλη ιστορία, θα επανέλθω κάποια στιγμή), στο κάστρο διεξήχθη μία από τις συγκρούσεις των αντιμαχόμενων δυνάμεων που οδήγησε στην καταστροφή του.

Το 1931 ξεκίνησε νέα προσπάθεια ανάταξής του, αυτή τη φορά με χρήση τσιμέντου για να είμαστε τελοσπάντων βέβαιοι ότι θα αντέξει μερικά χρονάκια. Ευτυχώς, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου δεν προξενήθηκαν παρά περιορισμένης κλίμακας ζημιές στο κτήριο, επομένως αυτό που βλέπεις σήμερα είναι το οικοδόμημα του 1931. Με κάποιες εσωτερικές αναμορφώσεις και ένα λίφτινγκ που επιχειρήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του '90. Το εσωτερικό του κάστρου -που φιλοξενεί το μουσείο με την ιστορία του- είναι απογοητευτικό: τοίχοι από τσιμέντο, δάπεδα με πλακάκια, σκάλες πολυκατοικίας, απαίσια ασανσέρ. 

Ο μόνος λόγος για τον οποίο ίσως αξίζει να μπεις, είναι για να ανέβεις στους ψηλότερους ορόφους και να θαυμάσεις τη θέα προς την πόλη. 

Αυτή τη σαγηνευτική, δύσκολη, απέραντη, πολυπρόσωπη πόλη που αν έπρεπε να επιλέξω, θα έλεγα ότι μάλλον είναι η πιο ενδιαφέρουσα της χώρας.

Μιας χώρας που πρέπει να προσπαθήσεις πολύ για να την καταλάβεις. Και στην οποία, θα δεις πολλά πράγματα που εκ πρώτης θα σε απογοητεύσουν ή θα σε προβληματίσουν. Να, όπως ας πούμε αρκετά από τα μνημεία της που είναι λιγότερο εντυπωσιακά από κοντά και μπορεί να σου φανούν ευτελή ή κακότεχνα -τουλάχιστον στις ανακατασκευασμένες εκδοχές τους.

Μα αν θελήσεις να τη μελετήσεις παραπάνω, κερδισμένος θα βγεις. Ανακαλύπτοντας πτυχές της ιστορίας της που μήτε φανταζόσουν, αλλά και τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς που θα σε ξενίσουν και θα σε προβληματίσουν.

Ο Τογιοτόμι Χιντεγιόσι, κυρίαρχος πλέον ολάκερης της Ιαπωνίας, έφερε μεγάλες αλλαγές στον τόπο αυτό: απαγόρευσε τη δουλεία, καθιέρωσε μία νέα κοινωνική ιεραρχία, βελτίωσε τις συνθήκες εμπορίου περιορίζοντας τα μονοπώλια, εμπόδισε τη διάδοση του χριστιανισμού διώκωντας τους προσύλητους και θανατώνοντας κάποιους εξ αυτών και ίσως το πιο σημαντικό, αφόπλισε τους χωρικούς (με μία εκστρατεία που ονομάστηκε "Κυνήγι των Σπαθιών") επιτρέποντας μόνο στους σαμουράι να φέρουν οπλισμό. Οι αλλαγές αυτές διαμόρφωσαν το πλαίσιο εντός του οποίου πορεύθηκε η Ιαπωνία για τα επόμενα τρακόσια περίπου χρόνια. 

Η πιο τολμηρή του όμως απόφαση ήταν η εκστρατεία για την κατάκτηση της Κορέας που έφερε τους Ιάπωνες αντιμέτωπους με τους Κινέζους της δυναστείας των Μινγκ, οι οποίοι έσπευσαν να υποστηρίξουν τους Κορεάτες. Ο θάνατος του Τογιοτόμι Χιντεγιόσι το 1598 οδήγησε στην απόσυρση των Ιαπώνων από την κορεατική χερσόνησο (αφού πρώτα είχαν αφανίσει περίπου 2 εκατομμύρια Κορεάτες, ήτοι το 20% του πληθυσμού -προκαλώντας τη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα τραγωδία που γνώρισε η πολύπαθη Κορέα) και στην απόφαση να κλειδωθεί η χώρα σε έναν αυστηρό απομονωτισμό. Μερικά χρόνια αργότερα, η γυναίκα του (η περίφημη Λέιντι Τσάτσα) και ο γιος του και διάδοχος, θα έβλεπαν το κάστρο να πέφτει στα χέρια σφετεριστών και θα προχωρούσαν σε αυτοκτονία. 

Περπατώντας δίπλα στην τάφρο, τούτο το ζεστό απομεσήμερο, άφησα τη σκέψη μου να ταξιδέψει πίσω στους αιώνες. Στις σκληρές εποχές των σογκούν και των σαμουράι. Στις αδυσώπητες μάχες για επιβίωση και επιβολή. Όσο γερό και στέρεο κι αν είναι το κάστρο που χτίζεις, όσο φιλόδοξα και μεγαλεπίβολα κι αν είναι τα σχέδιά σου, τίποτα δεν παραμένει απόρθητο και αιώνιο. Γιατί οι καιροί αλλάζουν και οι γεωγραφίες μετατοπίζονται.

Ίσως εντέλει, αυτό είναι που κάμει τα κάστρα τόσο συγκινητικά: η τραγική, ανέλπιδη και καταδικασμένη προσπάθειά τους να υπάρξουν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου