Είχα πάντα την αίσθηση ότι ο Παναγιώτης Τέτσης άπλωνε τα χρώματα στον καμβά του, όχι για να αποδώσει ένα θέμα, αλλά για να το ξαναζήσει ή να το αναπνεύσει — τη θέα από ένα παράθυρο, την ηρεμία ενός γαλάζιου ορίζοντα, τη μυρωδιά ενός πεύκου, το ανθρώπινο βουητό σε μια λαϊκή αγορά, το επίμονο ράπισμα ενός βράχου από το κύμα.
Η Ελλάδα του Τέτση δεν είναι καρτποσταλική — είναι έντονη, αισθητηριακή, ζωντανή, γεμάτη πάθος και πίστη στην απλότητα που δεν φλυαρεί. Είναι η Ελλάδα της ανάσας, της θάλασσας, του μεσημεριού.
Η θαυμάσια, αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη —η οποία σώζει κάπως τα προσχήματα μετά από χρόνια αδιάφορων και ανέμπνευστων περιοδικών εκθέσεων— προσφέρει την ευκαιρία στον επισκέπτη να παρακολουθήσει την καλλιτεχνική εξέλιξη του Τέτση και να αποκτήσει ολοκληρωμένη εικόνα του έργου του.
Προσωπικά, εκείνα που περισσότερο με αιφνιδίασαν ήταν τα πορτραίτα του. Ίσως γιατί ήμουν πιο εξοικειωμένος με τα τοπία του. Ίσως γιατί βλέποντας τα εικονιζόμενα πρόσωπα ανάμεσα στα υπόλοιπα έργα του, τα εξέλαβα κι εκείνα ως τοπία -εσωτερικά και ψυχαναλυτικά. Όχι ως αποτυπώσεις, αλλά ως πράξεις αγάπης, βαθιάς κατανόησης και αποδοχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου