Τι ώρα να’ναι; Κοίταξε προς την άλλη πλευρά του κρεβατιού: ο Σάμιουελ είχε ήδη σηκωθεί. Μα τι συνήθεια κι αυτή να πετάγεται από το κρεβάτι αυτός ο άνθρωπος από τ’αξημέρωτα -ακόμα και τέτοιες μέρες που και ο ήλιος τεμπελιάζει και που δεν σου κάνει καρδιά να εγκαταλείψεις τα ζεστά παπλώματα.
Το μυαλό της άρχισε να καταλογραφεί τα όσα πρέπει να γίνουν σήμερα. Προετοιμασίες, προμήθειες, συνεννοήσεις. Συνειδητοποιώντας ότι δεν έχει χρόνο για χασομέρι, φόρεσε τη ρόμπα της, έβγαλε μία χτένα από το συρτάρι του κομοδίνου για να σιάξει λίγο τα μαλλιά της και χτύπησε το κουδούνι που ήταν τοποθετημένο δίπλα της.
Μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα ακούστηκε ένα διακριτικό χτύπημα στην πόρτα και μία νεαρή καμαριέρα μπήκε φουριόζα καλημερίζοντάς την. Άνοιξε τις βαριές κουρτίνες του υπνοδωματίου -ένα χλωμό φως χάιδεψε το χώρο. “Ο κύριος βρίσκεται ήδη στην αίθουσα του πρωινού” είπε.
Η Ματίλντα έδωσε οδηγίες για το στρώσιμο του κρεβατιού και τον αλλαγή των σεντονιών, πήγε στο μπάνιο για να σαπουνίσει το πρόσωπο και τα χέρια της και κατευθύνθηκε προς τη μεγάλη ξύλινη σκάλα. Στη διαδρομή διασταυρώθηκε με μία υπηρέτρια που ξεσκόνιζε ένα από τα τζάκια του δεύτερου ορόφου με ένα μεγάλο φτερό και με μία άλλη, γηραιότερη, που καθάριζε την κουπαστή της σκάλας. Καθώς περνούσε δίπλα τους, εκείνες διέκοπταν για λίγο το έργο τους για να την καλημερίσουν με μία μικρή υπόκλιση.
Στο μεγάλο τραπέζι ο Σάμιουελ είχε ήδη βυθιστεί στην εφημερίδα του, πίνοντας τον καφέ του. Το πρόσωπό του είχε πάρει σαφώς χαρούμενη όψη καθώς διάβαζε ένα εκτενές άρθρο της Chicago Tribune αφιερωμένο στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που ακύρωνε τον οποσπονδιακό φόρο εισοδήματος -ευτυχώς δεν πέρασε αυτή η επαίσχυντη επιβάρυνση! Αλλά και τα νέα για την κρίση στη Βενεζουέλα ήταν ελπιδοφόρα. Ο Πρόεδρος Cleveland επέμεινε στη σκληρή στάση του απέναντι στη Βρετανία και σχεδόν την απείλησε με πόλεμο αν το Λονδίνο δεν απέσυρε τις εδαφικές αξιώσεις του έναντι της Βενεζουέλας. Αυτοί οι αυθάδεις Ευρωπαίοι δεν εννοούν να καταλάβουν ότι η εποχή που επενέβαιναν στην αμερικανική ήπειρο έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Πριν καθίσει στο τραπέζι, η Ματίλντα κοίταξε για λίγο έξω από το παράθυρο. “Θα βάλω τον Ιωνάθαν να φτυαρίσει ξανά το χιόνι στην είσοδο. Συνεχίζει να ρίχνει πυκνές νιφάδες” είπε κάπως ανήσυχη. Χωρίς να της δώσει ιδιαίτερη προσοχή ο άντρας της, συνέχισε: “Περιμένω τις κυρίες της Λέσχης για τσάι το μεσημέρι, ας μην διακινδυνεύσουμε κανένα ατύχημα”. Ένας υπηρέτης τράβηξε την καρέκλα για να τη βοηθήσει να καθίσει και ύστερα άρχισε να σερβίρει το πρωινό. Βραστά αυγά, πόριτζ, μπέικον, φρέσκο ψωμί, βούτυρο, μέλι και μία ποικιλία από μαρμελάδες.
Παρότι ήταν πάντα δύσκολο να αποσπάσεις τον Σάμιουελ από την εφημερίδα του, η Ματίλντα έβρισκε ευκαιρία κατά τη διάρκεια του πρωινού να τον ενημερώσει για θέματα που απαιτούσαν τη συνδρομή του και να τον πείσει για διάφορες αποφάσεις. Από τα απλά όπως η επισκευή του σαλονιού του δευτέρου ορόφου και η απόλυση εκείνης της φριχτής βοηθού μαγείρισσας που επέμενε να αλατίζει υπερβολικά τα φαγητά έως τα πιο σύνθετα: το δείπνο που θα παραθέσουν στον Κυβερνήτη την προπαραμονή των Χριστουγέννων και την αγορά εκείνων των υπέροχων κινέζικων βάζων του 15ου αιώνα στην επικείμενη δημοπρασία των Leonard & Co. Δεν θα ήταν υπέροχο να τα παρουσιάσουμε στο μεγάλο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς; -ο ωραιότερος τρόπος να καλωσορίσουμε το 1896!
Όταν εντέλει ολοκληρώθηκε το πρωινό, ο Σάμιουελ πήγε να ντυθεί και αναχώρησε με την άμαξα για την Τράπεζα. Τότε ξεκινούσε στην πραγματικότητα η ημέρα για τη Ματίλντα. Κατέβηκε στην κουζίνα για να δώσει στη μαγείρισσα οδηγίες για τα γεύματα, ενημερώθηκε από τον υπεύθυνο της αποθήκης για τις παραλαβές των τροφίμων, επιθεώρησε τον καθαρισμό των σαλονιών, επέλεξε με την καμαριέρα της το τι θα φορέσει στη σημερινή συνάντηση. Όπως συνήθιζε άλλωστε να λέει, μπορεί οι άνδρες να χτίζουν μέγαρα, αλλά είναι οι γυναίκες που τα κρατούνε όρθια.
Πράγματι, δεν είναι εύκολο να διοικεί κανείς ένα τέτοιο σπίτι. Δεν το λένε τυχαία “Μαρμάρινο Παλάτι”. Χτίστηκε εδώ, στο κεντρικό Σικάγο στις αρχές της δεκαετίας του 1880 -λίγο μετά δηλαδή από τη Μεγάλη Φωτιά του 1871- με κόστος που ξεπέρασε τα 450.000 δολάρια, ενώ διαθέτει δεκάδες δωμάτια διακοσμημένα με τα πιο πολυτελή υλικά: εκλεκτό ξύλο, αλάβαστρο, όνυξ και βεβαίως πάνω από είκοσι είδη μαρμάρου.
Ναι, και ο Ροκφέλερ ο ίδιος θα ζήλευε ένα τέτοιο μέγαρο!
Εκείνο όμως που πραγματικά του προσδίδει ξεχωριστή αίγλη είναι η συλλογή των επίπλων και αντικειμένων που κοσμούνε τους χώρους του. Υπέροχοι πίνακες, μοναδικά γλυπτά, ιαπωνικά και κινέζικα έργα τέχνης, αρ-ντεκό διακοσμητικά και βιτρό. Με μεράκι και συνέπεια δημιουργήθηκε αυτό το σύνολο, ήδη από τα χρόνια που ο Σάμιουελ ασχολείτο ακόμα με τη βιομηχανία αποσταγμάτων, αλλά κυρίως μετά, όταν ίδρυσε την First National Bank, της οποίας παραμένει Πρόεδρος για δεκαετίες.
Αλλά και η Ματίλντα είχε λόγο σε όλα αυτά: διοργάνωνε δεξιώσεις, έδινε το παρόν σε κάθε σημαντική κοινωνική εκδήλωση της πόλης, στήριζε την τέχνη και την εκπαίδευση ως πρόεδρος της Antiquarian Society.
Και βεβαίως είχε ήδη συναινέσει στην απόφαση του Σάμιουελ να δωρίσουν εντέλει μεγάλο μέρος της συλλογής τους στο Art Institute of Chicago, εξασφαλίζοντας ότι το επίθετό τους, το όνομα Nickerson, θα παραμείνει για πάντα χαραγμένο με λαμπρά γράμματα στη μνήμη αυτής της δυναμικής πόλης.
Η ημέρα κύλησε με έντονους ρυθμούς. Λίγο πριν τις δέκα έφθασαν οι παραγγελίες με τα δώρα που τοποθετήθηκαν κάτω από το μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο του ισογείου. Το συνεργείο με τους εργάτες ολοκλήρωσε το πέρασμα των καλωδίων που είχε ξεκίνησε προχθές και πλέον το υπόγειο είχε επιτέλους δυνατότητα ηλεκτροφωτισμού. Και βεβαίως κατά τις δώδεκα, η Ματίλντα υποδέχθηκε τις κυρίες της Λέσχης για να οργανώσουν τις τελευταίες λεπτομέρειες της φιλανθρωπικής εκδήλωσης υπέρ των άπορων. Έχουν πληθύνει τα δύσμοιρα ορφανά και συσσωρεύονται καθημερινώς περισσότεροι ρακένδυτοι μετανάστες από την Ευρώπη -μία χείρα βοηθείας και η διοργάνωση συσσιτίου ιδίως τέτοιες άγιες ημέρες αποτελεί υποχρέωση κάθε καλού χριστιανού.
Αφότου τελείωσαν με τα διαδικαστικά της εκδήλωσης, οι κυρίες αντάλλαξαν και μερικές ιδέες για άλλα θέματα. Συζήτησαν εκείνο το ατυχές περιστατικό με την κυρία Σόθμπι που χαστούκισε εν μέσω του χορού της Ημέρας των Ευχαριστιών την υπηρέτρια της, αποφάσισαν να δεχτούν τη σύζυγο του Βαρθολομαίου Σμιτ στη Λέσχη τους -παρότι κάποιες εξέφρασαν επιφυλάξεις για την καταγωγή της και την οικονομική επιφάνεια της οικογένειάς της-, σχολίασαν με θαυμασμό τους νέους ανελκυστήρες που εγκαθίστανται στα ολοένα ψηλότερα κτήρια που χτίζονται στις κεντρικές λεωφόρους και καυτηρίασαν πικρόχολα τη δημιουργία εργατικών σωματείων που ξεφυτρώνουν αράδα μετά την μεγάλη απεργία των σιδηροδρομικών πέρσι το Μάιο. “Έχει και η αχαριστία τα όριά της!” φώναξε κάπως θυμωμένα η Μπέρθα Πάλμερ, σύζυγος του γνωστού και πανίσχυρου μεγαλοεπιχειρηματία Πότερ Πάλμερ. “Δεν φτάνει που εξασφαλίζουν ένα συμπαθές μεροκάματο, επιθυμούνε ως φαίνεται να μας πιούνε το αίμα!”
Μετά την αποχώρηση των κυριών, η Ματίλντα ασχολήθηκε για λίγη ώρα με την αλληλογραφία της. Έγραψε επιστολές με χριστουγεννιάτικες ευχές προς τους συγγενείς της στη Μασαχουσέτη, συνέθεσε ένα κείμενο για το γράμμα που θα στείλει ο σύζυγος της στους στενούς του συνεργάτες με τις ευχές του για τη νέα χρονιά.
Κοίταξε στο χαρτί τη λέξη “1896” που κατ’επανάληψη έγραφε και της φάνηκε κάπως παράξενη. Μία αναπνοή μας χωρίζει από τον 20ο αιώνα. Ω, ποιος ξέρει τι εφευρέσεις και ανακαλύψεις και ευτυχίες θα μας φέρει! Με τη σιγουριά και την αυτοπεποίθηση του παρελθόντος, ένιωσε αισιόδοξη. "Κι ας αποκαλεί την εποχή μας επίχρυση, κείνος ο ασύνετος συγγραφέας."
Η ώρα έφθασε περασμένες επτά. Το ζοφερό ψύχος πάγωσε τους δρόμους και το παχύ σκοτάδι έσβησε το άσπρο του χιονιού. Ακούστηκε επιτέλους η άμαξα και φάνηκε ο Σάμιουελ στην πόρτα. “Έμεινες πάλι ως τέτοιαν ώρα στη δουλειά;” τον ρώτησε. Πριν προλάβει να της απαντήσει τέσσερις γεροδεμένοι άντρες φάνηκαν ξωπίσω του κρατώντας δύο τεράστια αμπαλαρισμένα κουτιά. “Πέρασα από το Leonard & Co” είπε εκείνος γελώντας υπαινικτικά. “Δεν θα χρειαστεί να συμμετάσχουμε στη δημοπρασία. Τα βάζα είναι ήδη δικά μας!”
Ενθουσιασμένη η Ματίλντα έδωσε ένα φιλί στο σύζυγό της και ακολούθως υπέδειξε στους μεταφορείς το δεξί σαλόνι για να τοποθετήσουν το πολύτιμο φορτίο τους. Ακούμπησαν κάτω τα κουτιά και ο ένας -φαινόταν Ιταλός, δεν μίλαγε αγγλικά- τα άνοιξε χρησιμοποιώντας το σουγιά του.
Το πρώτο βάζο ξεπρόβαλε αστραφτερό και κομψευάμενο με τις υπέροχες διακοσμήσεις του που σε ταξίδευαν στην άλλη άκρη τούτης της οικουμένης, στον κόσμο της δυναστείας των Μινγκ. Μα καθώς οι άνδρες αποσυσκεύαζαν το δεύτερο, το παπούτσι του ενός μπερδεύτηκε στην άκρη του χαλιού και -αλίμονο- το κινέζικο βάζο τού γλίστρησε από τα χέρια. Ένας δυνατός κρότος αντήχησε στα δωμάτια του Μαρμάρινου Παλατιού και θρύψαλα πορσελάνης σκορπίστηκαν στο πάτωμα. Ο Σάμιουελ, η Ματίλντα, οι τέσσερις μεταφορείς και δύο ακόμη υπηρέτριες που είχαν αναλάβει να βοηθήσουν στην τοποθέτηση, έμειναν να κοιτάζουνε εμβρόντητοι.
Εκείνο το βράδυ, η Ματίλντα παρέμεινε ξύπνια ως αργά να επιβλέπει τον καθαρισμό του σαλονιού και την απομάκρυνση των θραυσμάτων. Σκεφτόταν το ταξίδι που έκαμε κείνο το κινέζικο βάζο στο χώρο και στον χρόνο για να πάψει μέσα σε μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου να υπάρχει. Ύστερα μέτρησε και πάλι τις ημέρες μέχρι την Πρωτοχρονιά. Πέρασε για ακόμα μια φορά από το μυαλό της τα όσα πρέπει να γίνουν: τις προετοιμασίες, τις προμήθειες, τις συνεννοήσεις.
Και ύστερα οι σκέψεις της σίγησαν. Κι απέμεινε μέσα της κάτι που εξαιρετικά σπάνια είχε αισθανθεί στα πενήντα οκτώ της χρόνια: ένιωσε ανησυχητικά και ανεπανόρθωτα εύθραυστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου