Πόση ώρα σου παίρνει να ανέβεις μια ξύλινη σκάλα; Εξαρτάται, θα πεις. Από τη φυσική σου κατάσταση, τις αντοχές, την ηλικία σου, τη διάθεσή σου, το ρυθμό και το διασκελισμό σου. Πράγματι. Αλλά εξαρτάται και από την ταχύτητα με την οποία κινείται η σκάλα. [Τέλος εισαγωγής]
Με μερικές μονάχα ανάσες γινόταν τ' ανεβοκατέβασμα, μήτε το πολυσκεφτόταν -είχε καλύτερα πράματα ν'απασχολήσει το μυαλό του. Πάνω και κάτω. Από την εξώπορτα στο διαμέρισμα του πρώτου ορόφου και τούμπαλιν. Υπολογισμένα τα'χε τα σκαλιά, μια σταθερά αποτελούσαν στην καθημερινότητά του. Ήταν άλλωστε νέος ο Άλμπερτ -στα εικοσιέξι. Διέθετε επιτέλους δουλειά με σταθερό εισόδημα και τελοσπάντων έγινε προσφάτως και πατέρας. Δεύτερη φορά, αλλά ας μείνει αυτό μεταξύ μας, δεν χρειάζεται να κυκλοφορήσει παραέξω. Αν και μέσα σε ένα σπίτι, τα σοβαρά μυστικά είναι εκείνα που λεν οι ένοικοι στον εαυτό τους.
Η δουλειά ήταν βαρετή, γραφειοκρατική, διαδικαστική. Δεν σπουδάζει δα κανείς με όνειρο να γενεί βοηθός εκτιμητή στο Ινστιτούτο Πνευματικής Ιδιοκτησίας -είναι από εκείνες τις δουλειές που όταν τελειώνεις το σχολείο ή το πανεπιστήμιο μήτε που διανοείσαι πως υπάρχουν μέχρι που στις ξεφουρνίζει η ανάγκη, τοποθετείς στο ράφι τις φιλοδοξίες σου και τις αναλαμβάνεις. Αλλά δεν βαριέσαι; Όταν έχεις παιδευτεί τόσο ν'αποκατασταθείς, αρκείσαι με όσα σου προσφέρονται και φχαριστημένος είσαι. Κάμεις κάποιες συμβάσεις, αλλιώς πώς;
Η οικογενειακή ζωή έχει ανταμοιβές, μα και κάμποσες θυσίες -τις δεύτερες τις συνειδητοποιείς συνήθως όταν είναι αργά. Λίγο ο ενθουσιασμός της νιότης, λίγο η κοινωνική πίεση που σου ασκείται και βρίσκεσαι ξαφνικά χωρίς να το'χεις πολυσκεφτεί με ένα μωρό να κλαψουρίζει και μια σύζυγο που τώρα που το ξανασκέφτεσαι, δεν είσαι τόσο βέβαιος ότι ήταν η σωστή επιλογή. Κι αποδεικνύεται πως εντέλει μήτε την αγαπάς μήτε τη νοιάζεσαι. Κι ας ήταν ενδιαφέρουσα περίπτωση η Μιλέβα, κάποιες φορές αυτό δεν είναι αρκετό. Αν ο χρόνος καμπυλώνει και οι διαστάσεις είναι παραπάνω από τρεις, αρχίζεις ν'αναρωτιέσαι μήπως υπάρχει για σένα και κάποια άλλη ζωή καλύτερη να ζήσεις.
Αυτά τα δυσδιάκριτα όρια μεταξύ επιστήμης και φιλοσοφίας αποτελούσαν συχνά αντικείμενο των συζητήσεων του Άλμπερτ με την παρέα του, τον Κονραντ και τον Μορίς. Οι τρεις τους αποκαλούσαν τη συντροφιά τους "Ολυμπιακή Ακαδημία" και επιδίδονταν σε φλογερούς διαλόγους που άλλοτε πραγματεύονταν μονδέρνες επιστημονικές θεωρίες και άλλοτε καλαμπούριζαν ζητήματα της καθημερινότητας. Τις απολάμβανε πολύ αυτές τις συζητήσεις ο Άλμπερτ, ακόνιζαν τη σκέψη του.
Μα τον περισσότερο καιρό, τον περνούσε σπίτι. Χωμένος στις εξισώσεις και στους υπολογισμούς. Πασχίζοντας να καταλάβει τον κόσμο -τι φιλοδοξία κι αυτή!
Μέσα στα μικρά δωμάτια, ανάμεσα στις κόχες, τις πόρτες και τα γείσα. Τριγυρισμένος από κορνίζες, ξύλινα επιπλάκια, φλοράλ ταπετσαρίες, πορσελάνινα πιάτα και διακοσμητικά. Από έναν τόσο πεπερασμένο χώρο να προσπαθεί κανείς να συλλάβει το άπειρο, να ξεκλειδώσει το μεγαλειώδες, να συνομιλήσει με το προαιώνιο.
Υπήρχαν στιγμές που σταμάταγε για λίγο, σκωνόταν από την καρέκλα του και άφηνε το βλέμμα του να γλυστρίσει έξω από το παράθυρο.
Να κυλήσει στις στέγες των απέναντι σπιτιών, να χωθεί στις καμινάδες τους, να ισορροπήσει στα περβάζια τους. Ποιες εξισώσεις κρύβονται σε όλα αυτά τα σπίτια; Ποιες μεταβλητές τις επηρεάζουν; Τι κάμουν αυτή τη δεδομένη στιγμή οι ένοικοί τους;
Αλλά τι σημασία έχει αλήθεια μία στιγμή, ένα λεπτό, μία ώρα, μία ημέρα ή ένα έτος, όταν ο χρόνος είναι μία απλή σύμβαση που σχετικοποιείται;
Έχει η κάθε στιγμή τη σημασία της. Ιδίως αν αναλογιστείς πως διαθέτεις πεπερασμένο αριθμό από στιγμές. Ναι, τότε καταλαβαίνεις πως είναι όλες τους σημαντικές.
Ε λοιπόν εκείνες οι στιγμές του Άλμπερτ δεν ήσαν μοναχά σημαντικές. Ήσαν πολύτιμες. Ναι, το σύμπαν συνέχισε να διαστέλλεται, τ'αστέρια να γεννιούνται και να πεθαίνουν, οι κομήτες να διαγράφουν τις πορείες τους, το φως να μεταφέρει εικόνες, ο ήχος να τρέχει ασθμαίνοντας ξωπίσω του, ο ήλιος να λάμπει την κάψα του, η γη να περιστρέφεται τριγύρω του, οι τεκτονικές της πλάκες να χορεύουν και να κουτουλιούνται, η ζωή να τραγουδά τη ματαιότητά της. Μα σε ετούτο το διαμέρισμα στην οδό Kramgasse 49, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν κατάφερε να καταλάβει. Μέσα σε κάποιες στιγμές που συνθέτουν ένα μόλις έτος -όπως το καταγράφουμε εμείς στα ημερολόγιά μας και το κωδικοποιούμε στη μνήμη μας- συνέλαβε μια σειρά από ερμηνείες.
Πρώτα η εργασία για το φωτοηλεκτρικό φαινόμενο, ύστερα εκείνη για την τυχαία κίνηση στερεών σωματιδίων μέσα σε αέριο ή υγρό (την λεγόμενη κίνηση Μπράουν) και τέλος η θεωρία της Ειδικής Σχετικότητας και η ισοδυναμία μάζας-ενέργειας.
Ναι, κατάφερε να καταλάβει. Να ξελασκάρει μερικές κρίσιμες κλειδαριές στο σεντούκι της γνώσης. Και να κρυφοκοιτάξει βαθύτερα μέσα του.
Τα επόμενα χρόνια, ο Αϊνστάιν κέρδισε το Νομπέλ, παγκόσμια φήμη και αποδοχή. Εμείς οι άνθρωποι χαμογελάσαμε με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση απέναντι στο σύμπαν. Κι ο φυσικός μας κόσμος συνέχισε να λειτουργεί δίχως να'χει αλλάξει τίποτα απολύτως στους κανόνες του.
Το 1905 ονομάστηκε από τον ίδιο τον Αϊνστάιν annus mirabilis. Μέσα σε αυτό το διαμέρισμα στο κέντρο της Βέρνης, έγραψε κατά τη διάρκεια των δώδεκα εκείνων μηνών, τέσσερα επιστημονικά άρθρα που άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον χώρο, τον χρόνο, τη μάζα και την ενέργεια. Σύντομα θα αποχαιρετούσε το διαμέρισμα της οδού Kramgasse, τη δουλειά στο Ινστιτούτο Πνευματικής Ιδιοκτησίας και τη Βέρνη, καθώς έμεναν πολλά, άλλα κεφάλαια που έπρεπε να διαβάσει η ζωή του. Μα κείνες οι σκέψεις, οι ιδέες και οι ερμηνείες παρέμειναν. Εδώ, στα μικρά δωμάτια. Ανάμεσα στις κόχες, τις πόρτες και τα γείσα. Τριγυρισμένες από τις κορνίζες, τα ξύλινα επιπλάκια, τις φλοράλ ταπετσαρίες, τα πορσελάνινα πιάτα και τα διακοσμητικά. Αυτές έμειναν ξωπίσω, καμπυλώνοντας το χρόνο.
Το 1905 ονομάστηκε από τον ίδιο τον Αϊνστάιν annus mirabilis. Μέσα σε αυτό το διαμέρισμα στο κέντρο της Βέρνης, έγραψε κατά τη διάρκεια των δώδεκα εκείνων μηνών, τέσσερα επιστημονικά άρθρα που άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον χώρο, τον χρόνο, τη μάζα και την ενέργεια. Σύντομα θα αποχαιρετούσε το διαμέρισμα της οδού Kramgasse, τη δουλειά στο Ινστιτούτο Πνευματικής Ιδιοκτησίας και τη Βέρνη, καθώς έμεναν πολλά, άλλα κεφάλαια που έπρεπε να διαβάσει η ζωή του. Μα κείνες οι σκέψεις, οι ιδέες και οι ερμηνείες παρέμειναν. Εδώ, στα μικρά δωμάτια. Ανάμεσα στις κόχες, τις πόρτες και τα γείσα. Τριγυρισμένες από τις κορνίζες, τα ξύλινα επιπλάκια, τις φλοράλ ταπετσαρίες, τα πορσελάνινα πιάτα και τα διακοσμητικά. Αυτές έμειναν ξωπίσω, καμπυλώνοντας το χρόνο.
Τα σπίτια αυτών που άφησαν κάτι πίσω τους (ειτεείναι του Αϊνσταϊν, είτε της Αννας Φρανκ, είτε του Φροϋντ, είτε άλλων) πάντα με γοήτευαν. Προσπαθούσα να φανταστώ τους ενοίκους τους να ζουν τις ζωές τους μέσα εκεί, και να μετατρέπονται από ασπρόμαυρες φωτογραφίες που τους ξέρουμε εμείς, σε πραγματικούς ανθρώπους. Η περιγραφή σου για το διαμέρισμα του Άλμπερτ έβαλε χρωμα στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Σε ευχαριστούμε
ΑπάντησηΔιαγραφήΝομίζω λοιπόν ότι θα βρεις ενδιαφέρουσες αρκετές από τις επόμενες αναρτήσεις, διότι το σπίτι του Αϊνστάιν είναι μόλις το πρώτο από πολλά άλλα που πρόκειται να επισκεφθούμε. :)
Διαγραφή