Ίσως να μην είμαι απολύτως αντικειμενικός, αλλά η θέα από ετούτο το σημείο, απόλαυση είναι από τις λίγες. Σου δίνει την αίσθηση ότι είσαι ανεβασμένος σε έναν θρόνο και όλη η πλάση είναι το βασίλειό σου. Σαν είχα μάλιστα σκαρφαλώσει για πρώτη φορά, εδώ απάνου, είχα σκεφτεί πως στα σίγουρα δώθε τελειώνει ο κόσμος. Ή έστω ότι από δώθε ξεκινά.
Καταγοητευμένος από τους μιναρέδες, τα παζάρια και τους ναργιλέδες, ο Λουί Μαρί Ζιλιέν Βιό, με το που έφθασε στην Πόλη το 1876, παραδόθηκε σε έναν παράφορο οριενταλισμό. Απαρνήθηκε την πατρίδα του τη Γαλλία, άρχισε να ντύνεται σαν Οθωμανός και εγκαταστάθηκε μερικές εκατοντάδες μέτρα από το σημείο που βρισκόμαστε.
Τώρα βέβαια εσύ θ'αρχίσεις να με ρωτάς ποιος είναι αυτός ο Λουί Μαρί Ζιλιέν Βιό και γιατί μας απασχολεί αν ντυνόταν Οθωμανός, Κινέζος ή κολομπίνα. Ε λοιπόν πρόκειται για έναν από τους πλέον επιφανείς συγγραφείς του ρομαντισμού, αλλά μάλλον θα τον έχεις ακουστά με το καλλιτεχνικό του όνομα: πρόκειται για τον διάσημο Πιέρ Λοτί. Και αν τυχόν έχεις διαβάσει βιβλία του και ειδικότερα το μυθιστόρημα με τίτλο "Αζιγιαντέ", τότε στα σίγουρα θα αισθανθείς μία γλυκιά συγκίνηση σαν συνειδητοποιήσεις πως βρέθηκες στα αγαπημένα του λημέρια.
Εδώ από κάτου, τελειώνει ο Κεράτιος -ο στενόμακρος εκείνος κόλπος που χωρίζει την παλαιά πόλη της Κωνσταντινούπολης από τις περιοχές του Πέρα και του Γαλατά και θεωρείται ένα από τα πιο μεγάλα φυσικά λιμάνια του κόσμου. Στο βάθος, διακρίνεις πλέον μία ατελείωτη σειρά από τεράστιους ουρανοξύστες. Και κάθε φορά που τους μετράς, τους βρίσκεις περισσότερους.
Στην κορφή αυτού του λόφου με τη μαγευτική θέα, υπάρχει εδώ και πολλές δεκαετίες ένας παραδοσιακός καφενές. Όπου ερχόταν ο Πιέρ Λοτί κι απολάμβανε τον τούρκικο καφέ του. Πολλά βαρύ και όχι. Κι αφού ανέπνεε το βλέμμα του με τις απεραντωσιές της Πόλης, έβγαζε τα χαρτιά του και συνέγραφε ιστορίες της Ανατολής.
Δεν είναι δυσεξήγητη η σημερινή ονομασία που φέρει εκείνο το καφέ. Πιέρ Λοτί, ωσάν τον διάσημο θαμώνα του.
Δεν είναι τίποτις το ιδιαίτερο, μην φανταστείς πολυτέλειες. Αλλά και μόνο τα έπιπλα του 19ου αιώνα και οι καδραρισμένες φωτογραφίες που σε ταξιδεύουν στο αντιπροχθές, φθάνουν για να σου δημιουργήσουν μία μυθιστορηματική ατμόσφαιρα, να σου σερβίρουν βρε αδελφέ τον καφέ με μερακλίδικο καϊμάκι παρελθόντος και δύο κουταλιές νοσταλγίας.
Το "Αζιγιαντέ" είναι ένα μυθιστόρημα αυτοβιογραφικό. Που αναφέρεται σε έναν αδιέξοδο έρωτα. Βλέπεις ο Πιέρ Λοτί δεν ξελογιάστηκε μόνο από την Πόλη, αλλά και από τα τσακίρικα μάτια μίας παντρεμένης τουρκάλας. Κι έζησε μαζί της έναν παράνομο έρωτα, τύπου συναντιόμαστε σε ένα απόμερο ζαχαροπλαστείο για να μην μας δει κανένα μάτι, παραγγέλνω προφιτερόλ, σου πιάνω το χέρι και σου λέω στίχους του Σααντί. "Αγάπη μου, Αγάπη μου..."
Για να κατέβουμε από εδώ απάνου, υπάρχουν δύο τρόποι: ο εύκολος είναι να πάρουμε το τελεφερίκ.
Ο άλλος -νομίζω προτιμότερος- είναι να κατηφορίσουμε το μονοπάτι. Που διασχίζει ένα από τα πιο παλιά και ενδιαφέροντα μουσουλμανικά κοιμητήρια της Πόλης.
Αν είσαι ανυποψίαστος, θα σου κάμει εντύπωση πόσο φροντισμένοι και καθαροί είναι οι τάφοι. Βλέπεις, οι Τούρκοι τιμούν ιδιαιτέρως τους νεκρούς τους. Αν τυχόν το'χεις απορία, όταν κάποιος πεθαίνει, τον κλαίμε στο σπίτι, τον ετοιμάζουμε καθ'όπως επιβάλλεται και φωνάζουμε τον Χότζα να τον διαβάσει. Όταν ολοκληρώσει την προσευχή, ο Χότζας ρωτά τους παρευρισκόμενους, αν είχαν καλή γνώμη για τον μακαρίτη. Όπου πρέπει να είσαι πράγματι τζαναμπέτης και παλιοχαρακτήρας, για να πεις κακό λόγο.
Στη συνέχεια, οι άντρες πάνε το φέρετρο στο νεκροταφείο και γίνεται η ταφή. Να σημειώσω πως οι γυναίκες θάβονται πιο βαθιά από τους άντρες, διότι θεωρείται πως έχουν περισσότερες αμαρτίες! Μετά την κηδεία, μαζεύεται ο κόσμος στη σπίτι του νεκρού και αφού πηγαίνουν όλοι στο μπάνιο για να πλυθούν και να εξαγνιστούν, πίνουν τον καφέ της παρηγοριάς και τρώνε τσουρεκάκι. Που σερβίρεται και στα τριήμερα για το συγχώριο. Στα δε σαράντα, ξαναμαζεύονται οι συγγενείς και οι φίλοι για μία τελευταία ανάμνηση του νεκρού.
Ο θάνατος δεν είναι ιδιαιτέρως ευχάριστο θέμα. Ειδικά αν τον έχεις συναντήσει στη ζωή σου και σου έχει πάρει ανθρώπους που αγαπάς.
Αυτός ο περίπατος όμως ανάμεσα στα μνήματα, αυτή η σχεδόν ειδυλλιακή κατηφοριά ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση και τα λουλούδια, μου δημιουργεί μία αίσθηση απολύτως καθησυχαστική.
Και μου έχει γίνει με έναν τρόπο, σημαντική αυτή η κατηφοριά. Περιπατώ τις ησυχίες της, περιπλανιέμαι στις ζωές που έληξαν εδώ, ψάχνω τις αλληγορίες της.
Γιατί μπορείς να την κατέβεις τρέχοντας, τούτη την κατηφόρα. Αγχωτικά και φοβισμένα. Προσπαθώντας να την προσπεράσεις. Ή μπορείς να την κατέβεις σκυμμένος, σκυθρωπός, θλιμμένος. Με παράπονο για την κλίση της. Με θυμό για την κατρακύλα της.
Μπορείς όμως και να την κατέβεις, ήρεμος. Και κάθε βήμα σου να'ναι πιο σίγουρο και πιο συνειδητό από το προηγούμενο. Μπορείς να την κατέβεις και φχαριστημένος. Να την απολαύσεις την κατηφόρα. Να συμφιλιωθείς μαζί της και να την αφήκεις να σε οδηγήσει εκείνη.
Αυτήν την κατηφόρα, ανάμεσα στις χορταριασμένες ταφόπλακες, περιπατούσε τότες και ο Πιερ Λοτί. Και ίσως -λέγω ίσως- να έκαμε παρόμοιες σκέψεις. Διότι τελοσπάντων ήταν και ρομαντικός συγγραφέας και τα συνηθίζανε κάτι τέτοια οι ρομαντικοί!
Αλλά μ΄έπιασε ο οίστρος και το θεωρητικό μου και μήτε κατάλαβα για πότε φθάσαμε. Τι εννοείς πού φθάσαμε;
Μα στον τελικό μας προορισμό. Σε ένα μέρος εξαιρετικά ιδιαίτερο. Σε ένα μέρος νομίζω σημαντικό. Σε ένα μέρος που δεν φθάνει ο τουρίστας, δεν γράφουν οι οδηγοί, δεν αναφέρουν τ'αφιερώματα στην Πόλη. Σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα μέρη του μουσουλμανικού κόσμου.
Ανασκουμπώσου και χαμήλωσε το βλέμμα. Κι εσύ αναγνώστρια, κάλυψε τα μαλλιά σου και απέφυγε τις πολλές-πολλές διαχυτικότητες. Γιατί μόλις φθάσαμε σε έναν τόπο με ειδικό βάρος για τον μουσουλμανικό κόσμο. Στο ιερότερο ισλαμικό τέμενος της Πόλης.
Καλωσήρθες στο Εγιούπ.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου