Εκείνο το απόγευμα της 24ης Μαρτίου του 1844, ο Μπέρτελ Θόρβαλντσεν είχε βγει για φαγητό με τους αγαπημένους του φίλους Άνταμ Όλενσλέγκερ και Χανς Κρίστιαν Άντερσεν.
Ήταν πολύ ευχαριστημένος που είχε προχωρήσει η ανέγερση του κτηρίου που θα φιλοξενούσε τα γλυπτά του στο κέντρο της Κοπεγχάγης. Είναι τελοσπάντων μεγάλη τιμή να βλέπεις εν ζωή την ανάγερση μουσείου με το όνομά σου, αποκλειστικά αφιερωμένο στα έργα σου. Στην κεντρική αυλή μάλιστα είχε κατασκευαστεί ήδη ο τάφος του, χτύπα-ξύλο! Όμως οι Δανοί αντιμετωπίζουν κάτι τέτοια ζητήματα όπως ο θάνατος με μεγάλη ψυχραιμία, στα όρια θα έλεγες της απάθειας. Εξού και ο Μπέρτελ φέρεται να είχε πει εκείνο το βράδυ στους ομοτράπεζούς του πως "τώρα που τελείωσε ο τάφος μου, μπορώ να πεθάνω σαν έρθει εκείνη η ώρα".
Μετά το γεύμα, ο Μπέρτελ αποχαιρέτησε τον Άνταμ και τον Χανς Κρίστιαν και κατευθύνθηκε στο Βασιλικό Θέατρο της Κοπεγχάγης για να παρακολουθήσει μία παράσταση. Έφθασε ευδιάθετος, κάθισε στην καρέκλα του και πέθανε εκεί από καρδιακό επεισόδιο σε ηλικία 73 ετών.
Παρά την κεντρική θέση του και τη μνημειακή του πρόσοψη, το Μουσείο Θόρβαλντσεν δεν είναι ιδιαιτέρως δημοφιλές και δύσκολα θα συναντήσεις εδώ τουρίστες. Νομίζω πως υποψιάζομαι το λόγο: τα νεοκλασικά γλυπτά του Θόρβαλντσεν δύσκολα επικοινωνούν με το σύγχρονο κοινό που τείνει να τα θεωρεί μάλλον αδιάφορα και ντεμοντέ.
Αυτή η προσπάθεια που έγινε τον 18ο αιώνα για επιστροφή στα κλασικά πρότυπα με ισχυρές δόσεις ρομαντισμού και εξιδανίκευσης, φαίνεται σήμερα υπερβολικά επιτηδευμένη και άνευρη. Τα νεοκλασικά γλυπτά στερούνται θα έλεγε κανείς, έντασης και φυσικότητας και μπορούν να χαρακτηριστούν ως και κακόγουστα. Κάποιοι δεν θα διστάσουν να σου πουν πως φλερτάρουν ενίοτε και με το κιτς -ιδίως αν πιάσεις και τα συνδυάσεις με πιο μοντέρνες ποπ πινελιές, τα βάψεις πορτοκαλί, τους φορέσεις ένα καπέλο ή τα τοποθετήσεις κάτω από τη ντισκομπάλα.
Σου ομολογώ πως κάτι τέτοιες ιδέες στροβιλίζονταν στο μυαλό μου, καθώς κοιτούσα τα πρώτα έργα και πέρναγα από τη μία αίθουσα στην επόμενη κάπως αδιάφορα και μηχανικά. Το ενδιαφέρον μου επικεντρώθηκε πιότερο στις διακοσμήσεις που έφεραν οι εσωτερικοί χώροι, παρά στα εκθέματα καθ'αυτά. Το κτήριο είναι αρκετά εντυπωσιακό, αλλά ταυτόχρονα κάπως κουραστικό στο μάτι με τα διακοσμημένα δάπεδα, τις πλουμιστές οροφές, τις εσωτερικές αψίδες και τα έντονα χρώματα.
Εντούτοις μετά από κάποιαν ώρα, απεφάσισα να παρατηρήσω τις μορφές πιο προσεκτικά.
Τον Ερμή.
Τον Βοσκό.
Τον Άδωνη.
Τις τρεις Χάριτες.
Τον Δία και τον Γανυμήδη.
Τον Ιησού.
Άρχισα να αντιλαμβάνομαι λοιπόν τα έργα κάπως διαφορετικά. Εκτίμησα την αλαφράδα των μορφών, την σχεδόν αιθέρια παρουσία τους, την αίσθηση πως στερούνται βάρους -κι ας είναι καμωμένα από μάρμαρο. Αναγνώρισα μία τρυφερότητα που κυλάει στις επιφάνειες και χαϊδεύει τις εκφράσεις τους. Προσπάθησα να ανιχνεύσω τον ίδιο τον Θόρβαλντσεν μέσα από τις μορφές τους. Πώς σκεπτόταν, πώς αντιλαμβανόταν το ωραίο, πώς φανταζόταν το θείο. Συνειδητοποίησα κιόλας πως έχω συναντήσει αρκετά έργα του στους περιπάτους μου σε διάφορες πόλεις. Στη Βαρσοβία, στην Κρακοβία, στη Λουκέρνη. Πάντα μου έκαναν εντύπωση κι ας μην τα είχα συσχετίσει με εκείνον.
Σε έναν κόσμο αδυσώπητου ρεαλισμού, αμείωτων εντάσεων και απανωτών διαψεύσεων, τούτο το μουσείο, μου φάνηκε ξαφνικά σαν μία περίεργη κιβωτός από το παρελθόν.
Μου φάνηκε, λες και τοποθέτησε ο Θόρβαλντσεν τα έργα του μέσα σε ένα μπουκάλι, το σφράγισε και το άφησε να σεργιανίζει στους ωκεανούς τού μέλλοντος χρόνου. Το μήνυμα στο μπουκάλι δεν είναι για όλους το ίδιο. Για κάποιους μπορεί να ακούεται ασήμαντο, για κάποιους να μην βγάζει νόημα ή να μην μπορεί καν να διαβαστεί.
Μα στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, επιβεβαίωσε πως ο Ντοστογιέφσκι είχε δίκιο όταν έλεγε πως η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο. Αρκεί να τη δεις, να την αναγνωρίσεις, να την εκτιμήσεις. Δεν είναι σπάνια η ομορφιά -υπάρχει παντού με διάφορους τρόπους. Αλλά ανεξαρτήτως της μορφής ή των υλικών της, ανεξαρτήτως των εποχών ή των υποκειμενισμών μας, θα πρέπει να αναγνωριστεί στην αντιδιαστολή της με την ασχήμια. Νομίζω δυστυχής παραμένει εκείνος που δεν μπορεί να ξεχωρίσει ανάμεσα στα δύο -όχι μόνο γιατί δεν βλέπει και δεν απολαμβάνει την ομορφιά, αλλά κυρίως γιατί δεν έχει ευτυχήσει να καλλιεργήσει το κριτήριό της. Που'ναι αυτό το κριτήριο μεγάλο πρόκριμα τ'ανθρώπινου πολιτισμού.
Ο Μπέρτελ Θόρβαλντσεν ετάφη στο κέντρο του μουσείου, περιτριγυρισμένος από τα γλυπτά του. Ακόμα και όταν κλείνουν οι πόρτες και σβήνουν τα φώτα, εκείνα παραμένουν θεματοφύλακες της κερδισμένης μακαριότητάς του. Αναχωρώντας, σκέφτηκα πως εκείνο το βράδυ στο Βασιλικό Θέατρο της Κοπεγχάγης, ήταν πράγματι έτοιμος να εγκαταλείψει ετούτον τον κόσμο και βέβαιος ότι χάρις τα έργα του θα τον άφηνε πιο όμορφο από ό,τι τον εβρήκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου