Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

日中道頓堀


Άλλοι ασχολούνται με το ψάρεμα, άλλοι με το πλέξιμο, ο Γιασούι Ντοτόν απεφάσισε να ανοίξει ένα κανάλι. Όχι τηλεοπτικό μη-χειρότερα, αλλά υδάτινο. Επιχειρηματίας γαρ με όραμα και αποφασιστικότητα, παρατήρησε ότι στο σημείο που οι ποταμοί Ουμέζου και Κιζουγκάβα στο κέντρο της Οσάκα, πλησιάζουν αρκετά ο ένας τον άλλο, θα μπορούσε να διανοιχτεί ένα πέρασμα για να συνδεθούν. Επένδυσε λοιπόν όλη την περιουσία του στο φιλόδοξο πρότζεκτ και οι εργασίες εκσκαφής ξεκίνησαν το 1612.


Η Ιαπωνία γνώριζε εκείνους τους καιρούς μεγάλη ανάπτυξη και η εμπορική δραστηριότητα ανθούσε στην Οσάκα. Η πόλη αποτελούσε άλλωστε για αιώνες το οικονομικό και εμπορικό κέντρο της αυτοκρατορίας και μήτε η απόφαση της δυναστείας Τοκουγκάβα να εγκαταστήσει την έδρα της το 1603 στο Έντο (δηλαδή το σημερινό Τόκιο), δεν στάθηκε ικανή να ανακόψει την ανάπτυξή της.


Τα έργα διάνοιξης διακόπηκαν κατά τη διάρκεια της Πολιορκίας της Οσάκα το 1615, όπου έχασε τη ζωή του και ο δύστυχος Ντοτόν, χωρίς να ιδεί το όραμά του να υλοποιείται. Όμως οι εξάδελφοί του συνέχισαν την κατασκευή και όταν εντέλει το κανάλι εγκαινιάστηκε, το ονόμασαν Ντοτονμπόρι ("bori" σημαίνει κανάλι, επομένως "Dotonbori" είναι "το κανάλι του Ντοτόν") στη μνήμη του μακαρίτη, ν'αναπαυθεί η ψυχούλα του.


Αν έπρεπε να επιλέξεις ένα σημείο για να συντονιστείς στη φρενήρη και αλλόκοτη συχνότητα που εκπέμπει η γιαπωνέζικη κοινωνία, νομίζω η καλύτερη επιλογή σου θα ήταν να σταθείς σε κάποια από τις γέφυρες του Ντοτονμπόρι.


Η λαοθάλασσα είναι σχεδόν μόνιμη συνθήκη εδώ. Συνεχείς ροές κόσμου χύνονται προς διάφορες κατευθύνσεις και αν έχεις αγοραφοβία, το μέρος μοιάζει με εφιάλτη.


Είναι τόσες οι πινακίδες νέον, οι διαφημίσεις, οι κινούμενες εικόνες, οι φωνές και οι μουσικές, που μία από τις βασικές δυσκολίες που θα αντιμετωπίσεις, είναι το να εστιάσεις κάπου.


Στις γιγαντοοθόνες, άνιμε χαρακτήρες πετάγονται μέσα από εκρήξεις ή χορεύουν παρέα με χαρούμενα ζωάκια, δύσμορφα τέρατα μάχονται με απορρυπαντικά και εξωγήινοι ανοιγοκλείνουν τα τεράστια μάτια τους και κουνάνε με νόημα τις κεραίες τους σαν δοκιμάζουν συσκευασμένο σούσι που μπορείς να βρεις κι εσύ στο σουπερμάρκετ της γειτονιάς σου. 


Αλλά και ταύροι κρέμονται από τις θορυβώδεις προσόψεις. Και ρομπότ με μηχανικά μέλη. 


Και ανάγλυφες μορφές που σου κάμουνε γκριμάτσες και διεκδικούν την προσοχή σου.


Μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό οπτικοακουστικών ερεθισμάτων, ξεχωρίζει το σκίτσο ενός άντρα με αθλητική αμφίεση που τερματίζει σε μία κούρσα ταχύτητας. Πρόκειται για μια παλιά διαφημιστική αφίσα της εταιρίας Glico που πουλάει σοκολατοειδή και η οποία διατείνετο κάποτε πως κάποιες καραμέλες της με γλυκαντικές ουσίες από στρείδια, μπορούσαν να σε κάνουν υπεραθλητή. Με τα χρόνια, έγινε τόσο εμβληματική αυτή η διαφήμιση που αποφασίστηκε να παραμείνει μόνιμα ως τοπόσημο.


Ήδη από τα πρώτα χρόνια μετά τη δημιουργία του, το Ντοτονμπόρι έγινε αγαπημένο σημείο των κατοίκων της πόλης και αρκετοί έμποροι έσπευσαν να εγκαταστήσουν εδώ τα καταστήματά τους. Τα θέατρα kabuki και οι αίθουσες παιγνίων της βόρειας όχθης άρχισαν να συγκεντρώνουν πλήθη κόσμου. 


Μετά την παράσταση, πολλοί περνάγανε απέναντι για να απολαύσουν το φαγητό τους σε κάποιο από τα πολυάριθμα εστιατόρια ή το τσάι τους στα παραδοσιακά τεϊοποτεία.


Το Ντοτονμπόρι υπέστη σημαντικές ζημιές από τους βομβαρδισμούς κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τα περισσότερα από τα θέατρά του καταστράφηκαν. Σήμερα η θεατρική σκηνή της πόλης είναι αρκετά περιορισμένη, με το Shochikuza να σώζει κάπως τα προσχήματα.


Η μνημειώδης πρόσοψή του αποτελεί τοπόσημο της περιοχής και ορδές τουριστών συρρέουν για να παρακολουθήσουν κάποια παράσταση kabuki. Τώρα θα σου μιλήσω ειλικρινά. Εκτιμώ την αξία των έργων kabuki ως μέρος της γιαπωνέζικης παράδοσης, βρίσκω συχνά ενδιαφέρουσα τη χορογραφία των κινήσεων, τις εκφράσεις και τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούν οι ηθοποιοί, μου κάμουν πάντα εντύπωση οι φανταχτερές στολές, το βάψιμο των προσώπων και οι περούκες, αλλά παρά τις καλές μου προθέσεις, είναι ένα θέαμα που μου γίνεται μετά από κάποια ώρα βαρετό (ενίοτε και αφόρητο, αλλά ας είμαι ευγενικός). Ο υπερβολικός και κάπως σχηματικός τρόπος με τον οποίο παίζουν, οι ολίγον γλυκανάλατες δραματικές ιστορίες, τα χοντροκομμένα κωμικά gangs νομίζω πως δύσκολα λειτουργούν σε εμάς, τους Δυτικούς. Ίσως να φταίει η πολιτισμική απόσταση (που ω ναι, είναι μεγάλη), ίσως να φταίει ότι είμαστε συνηθισμένοι σε διαφορετικές αφηγηματικές φόρμες. Αλλά ας είναι. Κι ένας Ιάπωνας δύσκολα θα άντεχε να παρακολουθήσει τη Γκόλφω ή τον Αγαπητικό της Βοσκοπούλας.


Ένα από τα πρώτα πράγματα που αντιλαμβάνεσαι όταν καταφθάνεις στην Οσάκα είναι η εμμονή των κατοίκων της πόλης με το φαγητό. 


Παντού βλέπεις κόσμο να μασουλάει, από όλες τις κατευθύνσεις σού έρχονται μυρωδιές, ολούθε υπάρχουν εστιατόρια έτοιμα να σου προσφέρουν γαστριμαργικές απολαύσεις. 


Υπάρχει άλλωστε και δημοφιλής όρος γι'αυτό: "kuidaore", που πάει να πει "φάε μέχρι τελικής πτώσεως" (αν και για να ακριβολογούμε, σύμφωνα με τους ειδικούς, η λέξη περιγράφει κάποιον που "ξοδεύει τόσα πολλά χρήματα για φαγητό, που εντέλει χρεοκοπεί" -επίσης σωστό αν αναλογιστεί κανείς τις τιμές εδώ!).


Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που η Οσάκα αποτελεί τη γιαπωνέζικη πρωτεύουσα της γαστρονομίας, διαθέτει πλήθος πολυβραβευμένων εστιατορίων (πληθώρα τα Μισλέν) και θεωρείται για τους γευσιγνώστες ένας από τους κορυφαίους προορισμούς στον κόσμο. Ναι, αν θέλεις να δοκιμάσεις τα πιάτα κάποιου διακεκριμένου σεφ θα πρέπει να ξηλωθείς άγρια. Αν από την άλλη δεν διαθέτεις το κατάλληλο βαλάντιο, θα πρέπει να αρκεστείς στο street food -ίσως κανένα okonomiyaki με το ωραιότατο κουρκούτι του και τα συστατικά που θα επιλέξεις εσύ να βάλεις. Επειδή θα σου έρθει σίγουρα φθηνότερα, μπορείς να το πεις και οικονομιγιάκι. 


Κοιτώντας τριγύρω, θα διαπιστώσεις πως η εν γένει αισθητική είναι πράγματι πολύ διαφορετική σε σχέση με τα όσα έχεις συνηθίσει. Χρησιμοποιούνται παντού έντονα, ηλεκτρίκ χρώματα (δεν μας αρέσουν καθόλου οι ώχρες και οι ψυχρές αποχρώσεις του μπλε και του πράσινου) και anime φιγούρες.


Που και που βλέπεις και κανέναν Σπάιντερμαν να έχει παρεισφρήσει, καθώς είμαστε ανοικτοί και στις εισαγωγές υπερηρώων ή καρτουνίστικων χαρακτήρων. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς: είναι τόσο μεγάλη και εντυπωσιακή η τοπική παραγωγή κομικς, κινουμένων σχεδίων και βιντεοπαιχνιδιών που πραγματικά δεν νιώθουμε την ανάγκη να καταναλώσουμε δάνεια από την geek κουλτούρα της Δύσης. Μπες σε ένα από τα αναρίθμητα καταστήματα που πουλάνε manga και φιγούρες και θα το καταλάβεις και μόνος σου. 


Αν νομίζεις δε πως όλα αυτά απευθύνονται στα παιδιά και τους εφήβους, τότε πραγματικά δεν έχεις ιδέα από Ιαπωνία. Θα βρεις ανθρώπους όλων των ηλικιών να αγοράζουν manga ή να παίζουν στα ηλεκτρονικά. Γιάπηδες που μόλις σχόλασαν από τη δουλειά, μεσόκοπες κυρίες, παρέες γυναικών, μαμάδες, μπαμπάδες, ακόμα και ηλικιωμένοι. 


Κάποιοι περνούν αρκετές ώρες του ελεύθερου χρόνου τους στα ηλεκτρονικά, εξού και υπάρχουν τόσες αλυσίδες καταστημάτων όπως τα Taito Station ή τα Club Sega με τεράστιο ετήσιο τζίρο. Που μένουν ανοικτά σχεδόν όλο το εικοσιτετράωρο και θα ιδείς να συγκεντρώνουν κόσμο ακόμα και αργά το βράδυ.


Θύμησέ μου μια μέρα να σε πάρω μαζί σε κάποιο από αυτά. Είναι πράγματι, σημαντική εμπειρία αν θέλεις να καταλάβεις την Ιαπωνία.


Μια άλλη -δυσεξήγητη στους Δυτικούς- αδυναμία των Ιαπώνων είναι το καραόκε. Υπάρχουν κλαμπς που διοργανώνουν καθημερινά βραδιές καραόκε και συγκεντρώνουν αρκετό κόσμο. Αλλά για την απλή, καθημερινή ανάγκη, υπάρχουν και πολλά στούντιο καραόκε όπου μπορείς να πας και να τραγουδήσεις μόνος σου χωρίς παρέα. Έτσι για να βγάλεις το ντέρτι σου. Τώρα βέβαια ίσως σου φανεί εσένα κάπως μίζερο να μπεις σε ένα δωμάτιο και να πιάσεις το μικρόφωνο, αλλά θα πρέπει να καταλάβεις ότι οι κώδικες εδώ είναι διαφορετικοί. Είμαστε αρκετά πιο μοναχικοί στην καθημερινότητά μας και βρίσκουμε διεξόδους σε πράγματα που εσύ θα χαρακτήριζες ασυνάρτητα, αφελή ή και βλακώδη. 


Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε λιγότερο λειτουργικοί ή δεν μετέχουμε του νεωτερικού τρόπου ζωής και σκέψης. Ντυνόμαστε μοντέρνα, χρησιμοποιούμε -όπως φαντάζεσαι- την τεχνολογία παντού, καταναλώνουμε με παρόμοιο τρόπο.


Είμαστε όμως και διαφορετικοί. Ευγενικοί, αλλά κλειδωμένοι. Καλοπροαίρετοι, αλλά με σχολαστική τήρηση των κοινωνικών πρωτοκόλλων και των αποστάσεων στις σχέσεις μας. 


Θα έλεγα και κάπως εγκλωβισμένοι. Στο εκκρεμές μεταξύ παράδοσης και αλλοτρίωσης. Μεταξύ ενός σιωπηλού παρελθόντος και ενός θορυβώδους μέλλοντος. Σαν να μας διεκδικούνε και τα δύο, αλλά δεν μπορούμε να αποφασίσουμε ποιο είναι σημαντικότερο. Όλες οι κοινωνίες όμως δεν φέρουν τους εγκλωβισμούς τους; Είναι πιο εύκολο να τους διακρίνεις στους άλλους,  ασκώντας κριτική ή πασχίζοντας να αποδείξεις μια κάποια ανωτερότητά σου, παρά να ιδείς κατάματα τα εν οίκω σου.


Τα ανθρώπινα ποτάμια συνεχίζουν να ρέουν στους δρόμους γύρω από το Ντοτονμπόρι και καθώς περνά η ώρα πυκνώνουν και στροβιλίζονται στις γωνίες και στα πεζοδρόμια. 


Οι κεντρικές λεωφόροι με τα πολυκαταστήματα ζουν στους ρυθμούς της έντονης κατανάλωσης. Παρότι τα σπίτια μας εδώ είναι εξαιρετικά μικρά και ο χώρος περιορισμένος, μας αρέσει να αγοράζουμε πράγματα: ρούχα, παπούτσια, είδη σπιτιού και διακόσμησης, ηλεκτρονικά. 


Για να χωρέσουν όλα αυτά, θα πρέπει πρώτον, να πετάς συνέχεια και δεύτερον, να είσαι φοβερά επιμελής στην τακτοποίηση. Η σχολαστικότητα θεωρείται μεγάλη αρετή, εξού και κυκλοφορούν πολλοί οδηγοί με συμβουλές για βέλτιστη αξιοποίηση του διαθέσιμου χώρου στο σπίτι.


Τελευταία στάση αυτής της βόλτας είναι κάτι που οπωσδήποτε πρέπει να δεις. 


Πέραν από το κανάλι και τους τριγύρω πεζόδρομους, η περιοχή του Ντοτονμπούρι διαθέτει αρκετές στεγασμένες αγορές.


Αυτές οι στοές -που απαντώνται σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ιαπωνίας και αποτελούν νευραλγικό κομμάτι του δημόσιου χώρου- διαθέτουν δεκάδες καταστήματα και συχνά εκτείνονται σε μήκος πολλών τετραγώνων.


Αποτελούν τον καμβά για διερχόμενες καθημερινότητες ανθρώπων. Σε μία συνεχή κίνηση εντός αυτού του πολύβοου και πολυδαίδαλου αστικού οικοσυστήματος.


Μην σε ξεγελά πάντως η πρώτη εντύπωση. Παρά τα χρώματα, τα φώτα και τις εντάσεις, οι καθημερινότητες μπορεί να είναι αρκετά μοναχικές και κλειστές. 


Διότι θέλει αντοχές για να προσαρμόσεις τη δική σου τη συχνότητα στον εκκωφαντικό θόρυβο που εκπέμπει η μαζική βοή. Και γιατί η κοινωνία εδώ έχει επιβάλει αυστηρές νόρμες πειθαρχίας και αυτοέλεγχου, τις οποίες δύσκολα μπορείς να υπερβείς. Αυτοί οι περιορισμοί, σε αναγκάζουν να διαμορφώσεις έναν προσωπικό κόσμο εντός του οποίου κινείσαι, σκέφτεσαι, ονειρεύεσαι και υπάρχεις. Και στον οποίο δύσκολα εισέρχεται ο άλλος.  


Αυτό το νταβαντούρι λοιπόν που σε περιβάλλει εδώ στο Ντοτονμπόρι είναι μεν εντυπωσιακό, μα δεν πρέπει να το αφήσεις να σε παραπλανήσει. Πρόκειται για το αποτέλεσμα συσσώρευσης κοινωνικών προβολών. Που με το χρόνο κωδικοποιούνται, αναπαράγονται, εξελίσσονται και διαστρεβλώνονται. Δεν ξεύρω τί είχε ακριβώς κατά νου ο Ντοτόν όταν σκέφτηκε να ανοίξει το κανάλι, μα τώρα που το ξανασκέφτομαι αν μπορούσε να προβλέψει τη ροή των πραγμάτων, ίσως και να επέλεγε αντ'αυτού ν'ασχοληθεί με το ψάρεμα ή με το πλέξιμο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου