Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

Τρυφερή είναι η νύχτα

Όταν ο ήλιος χάνεται προς την πλευρά του New Jersey, η πόλη φοράει τα νυχτικά της. 


Η έντονη κίνηση των αυτοκινήτων συνεχίζεται ως πολύ αργά το βράδυ. 
Ακόμα κι όταν κοιμάσαι, το συνεχές βοητό της δεν σε εγκαταλείπει. Είναι το νανούρισμά της, ο δικός της τρόπος να εκφράσει την τρυφερότητά της.


Συχνά πυκνά, το βοητό αυτό καλύπτεται από τον ήχο μιας σειρήνας. Ασθενοφόρα, περιπολικά, πυροσβεστικά. Στην αρχή μια υποψία τους από μακριά και εν συνεχεία κλιμάκωση και έντονο ουρλιαχτό που κινείται δαιμονισμένα. Ύστερα η σειρήνα σβήνει καθώς απομακρύνεται, ώσπου εντέλει παύει να αποτελεί δικό σου πρόβλημα. Ευτυχώς δεν είναι δικό σου πρόβλημα. Η πόλη τη νύχτα μοιάζει ακόμα πιο ευάλωττη στις τρωτές πλευρές της. Στα επείγοντα περιστατικά της. Στη θνητότητά της. Στα ανομικά και βίαια πάθη της. Στις αυτοκαταστροφές της. 


Το βράδυ, μου αρέσει να περπατάω στο κεντρικό Μανχάταν και να το παρακολουθώ να αλλάζει. Να μετράω τα αναμμένα φώτα στους ουρανοξύστες και να μαντεύω τις ζωές των ανθρώπων που ζουν σε κάθε ένα από αυτά τα διαμερίσματα. 


Μου αρέσουν τα χρώματα που παίρνει το Εμπάιαρ Στέιτ Μπίλντινγκ. Έντονο γαλάζιο ή κόκκινο. Αυτή τη στιγμή, κάποιοι βρίσκονται εκεί απάνου και με φωτογραφίζουν. Κάποιοι διακρίνουν ακόμα τα τελευταία χρώματα της δύσης προς την κατεύθυνση της ηπειρωτικής χώρας και από την άλλη, παρακολουθούν το βαθύ σκοτάδι να κυριεύει τον Ατλαντικό και το Λονγκ Άιλαντ. Παρέες καλαμπουρίζουν, άλλοι στέκονται σιωπηλοί και αγναντεύουν τους φωτισμένους δρόμους. Κάποιοι ποζάρουν χαμογελώντας στα κινητά τους. Κάποιοι κάμουν προτάσεις γάμου και αλλάζουν τις ζωές τους. 


Σε κτήρια με γραφεία και υπηρεσίες, υπάρχουν ακόμα ανοιχτά φώτα. Βλέπω τις σκιές των υπαλλήλων. Μπορώ να διακρίνω οθόνες υπολογιστών που είναι ακόμα αναμμένες. Συνεργεία καθαριότητας που σφουγγαρίζουν. Όσο προχωράει η νύχτα, τα φώτα λιγοστεύουν. Σχολάσαμε και σήμερα.


Αντίθετα, σε άλλους ουρανοξύστες, με διαμερίσματα, ξενοδοχεία ή κάποια νυχτερινά κέντρα, τα φώτα ανάβουν. Η πόλη αλλάζει διαθέσεις και σκοπούς. 


Τα θέατρα και οι παραστάσεις ξεκινούν νωρίς στη Νέα Υόρκη. Κατά τις επτά. Που σημαίνει ότι δέκα με δέκα και μισή, οι δρόμοι γιομίζουν με πλήθη που βγαίνουν από τις αίθουσες. 


Συνεχίζουν για ένα ποτό ή για φαγητό. Προς το Σόχο και το Τσέλσι. Ή στα κάπως πιο τουριστικά εστιατόρια, στο Hell's Kitchen και στο κεντρικό Μανχάταν, γύρω από το Μπρόντγουεϊ ή προς την Έκτη και την Έβδομη Λεωφόρο. Δεν συμπαθώ αυτά τα σημεία της πόλης, τα ανέχομαι αλλά δεν τα συμπαθώ.


Όσο το επιτρέπει ο καιρός, κάποιοι αναζητούν ένα υπαίθριο στέκι για να ρεμβάσουν. Στο Bryant Park στήνονται συχνά εξέδρες και μπορείς να παρακολουθήσεις κάποιο συγκρότημα ή ίσως καμία προβολή. Όταν το νταβαντούρι τελειώσει (όχι πολύ αργά), μερικές παρέες ξεμένουν πάνω στο γκαζόν ή στις καρέκλες και συζητούν, πίνοντας το ποτό τους. Όταν εντέλει φύγουν και αυτοί, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, το πάρκο καταλαμβάνεται από τους άστεγους. Που κοιμούνται όπου βρουν: στις καρέκλες, στο γκαζόν ή πάνω στα τραπέζια.


Αργά το βράδυ, ο κόσμος αραιώνει και στην Times Square. Όμως η πλατεία δεν αδειάζει ποτέ. Οι καλλιτέχνες του δρόμου εγκαταλείπουν τις θέσεις τους, αλλά πολλές παρέες συνεχίζουν να έρχονται εδώ κατά τη διάρκεια της νύχτας, βαστώντας μπύρες, χασκογελώντας και βολτάροντας. 


Τα χρώματα, οι εικόνες, οι επωνυμίες και οι διαφημίσεις δημιουργούν μία υπερδραστήρια εντύπωση που σε κεραυνοβολεί πιο έντονα όσο περνάει η νύχτα.


Μετά τις δέκα, ησυχάζει και η Ροκφέλερ Πλάζα. Τα μαγαζιά κατεβάζουν ρολά, τα γραφεία αδειάζουν, τα σκουπίδια συσσωρεύονται στους κάδους και ο μόνος που συνεχίζει να λαμπυρίζει είναι ο χρυσαφένιος Προμηθέας. Που επιμένει πεισματικά να μεταφέρει τη φωτιά στους ανθρώπους.


Και ο Άτλαντας. Που στηρίζει στα στιβαρά του μπράτσα, αυτόν τον σαγηνευτικά τραγικό κόσμο και του επιτρέπει να συνεχίζει να υπάρχει.


Το εμβληματικό κατάστημα της Apple στην Πέμπτη Λεωφόρο αστράφτει κι εκείνο από μακριά. Με το δαγκωμένο μήλο να υπενθυμίζει το προπατορικό μας αμάρτημα. Το να γνωρίζεις, έχει πάντοτε ένα κόστος.


Πάνω από το κεφάλι σου, τα φώτα μοιάζουν πλέον να σχηματίζουν αλγόριθμους μέσα στο πυκνό σκοτάδι. Εκεί που προσπαθείς να τους αποκωδικοποιήσεις και να τους ερμηνεύσεις, αλλάζουν και σε μπερδεύουν. Είναι αδύνατο να καταλάβεις τα πάντα κι ας προσπαθείς με τόσο πάθος και επιμονή -τα περισσότερα θα μείνουν άγνωστα, δυσεξήγητα ή συγχεχυμένα. 


Κάτω από τα πόδια σου, στις σήραγγες του μετρό, χιλιάδες άνθρωποι πηγαίνουν προς διάφορες κατευθύνσεις τις ζωές τους, άλλοτε υποταγμένοι στις ρουτίνες τους και άλλοτε αντιπαλεύοντάς τες. Στο βάθος, η κωνική κορυφή του πύργου της Κράισλερ σχίζει το σκοτεινό ουρανό. 


Είναι περασμένα μεσάνυχτα. Η παράσταση στη Metropolitan Opera τελείωσε εδώ και ώρα. Μα καθώς περπατάς στην φωτισμένη πλατεία, νομίζεις πως η παράσταση συνεχίζεται εκτός του κτηρίου. Και πως είσαι εσύ ο πρωταγωνιστής. 


Ο σεναριογράφος δεν σου αποκάλυψε την πλοκή, ο σκηνοθέτης δεν σου έδωσε οδηγίες, ο φωτιστής δεν σου κέντραρε τον προβολέα -φοβούμαι λοιπόν ότι θα χρειαστεί να αυτοσχεδιάσεις. Να βρεις μόνος τα λόγια σου, να σταθείς εσύ εκεί που χρειάζεται, να προσπαθήσεις εμπειρικά να παίξεις τις σωστές σκηνές. Πράγματι, απαιτείται ταλέντο και κάμποση τύχη για να αντιμετωπίσεις τον δύσκολο ρόλο σου. Μα πάνω απ'όλα χρειάζεται να σκεφτείς. Όσο πιο μεθοδικά και συνετά μπορείς.


Διότι είτε θα σκεφθείς εσύ, είτε άλλοι θα αναλάβουν να σκεφτούν για σένα. Για να διαστρέψουν και να τιθασεύσουν τις φυσικές σου προτιμήσεις, για να σε εκπολιτίσουν και να σε αποστειρώσουν*. 


*Οι τελευταίες δύο φράσεις είναι δάνειο από το Tender is the night (1934) του F. Scott Fitzgerald. "Either you think - or else others have to think for you and take power from you, pervert and discipline your natural tastes, civilize and sterilize you."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου