Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2021

Το κισμέτ φυγείν αδύνατον

Είχανε δει πολλά τα μάτια του Φρανσουά Πουκεβίλ. Από το Λε Μερλερό, τη μικρή γενέθλια πόλη του στη Νορμανδία, βρέθηκε ιερέας στη Μονμαρσέ σε αρκετά νεαρή ηλικία. Επηρεασμένος από το κλίμα της Γαλλικής Επανάστασης, εγκατέλειψε τον κλήρο για να γίνει δάσκαλος, έπειτα διορίσθηκε σύμβουλος σε Δημαρχείο και μερικούς μήνες αργότερα έφυγε για το Παρίσι όπου σπούδασε ιατρική -ε όσο να πεις μιαν αναποφασιστικότητα τον εχαρακτήριζε στα επαγγελματικά του. 

Υπό την ιδιότητα πλέον του χειρούργου, βρέθηκε το 1798 στις ερήμους της Αιγύπτου, ως μέρος επιστημονικής αποστολής που συνόδευε τη στρατιά του Μεγάλου Ναπολέοντα. Εκεί συνέγραψε και μια μελέτη για την πανώλη, βάσει των παρατηρήσεων και διαπιστώσεών του από τα περιστατικά ασθενών που κλήθηκε να αντιμετωπίσει. 

Θες η ταλαιπωρία του ξενιτεμού, θες οι κάκιστες συνθήκες υγιεινής στην Αίγυπτο, μια μέρα ανέβασε έναν πυρετό ακατέβατο και αναγκάστηκε να επιβιβαστεί σε ένα πλοίο για να επιστρέψει στη Γαλλία.

 Ανοιχτά της Καλαβρίας, το πλοίο έπεσε στα χέρια πειρατών από τη Μπαρμπαριά (τυχερό δεν τον ελές, λαχείο δεν τον αφήνεις να σου διαλέξει) και ο Πουκεβίλ μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στο Ναυαρίνο κι ύστερα κατέληξε στην ιδιοκτησία του Μουσταφά Πασά στην Τριπολιτσά. Εκεί, του δόθηκε η ευκαιρία να ζήσει και να γνωρίσει την Ελλάδα, για την οποία άρχισε να τρέφει μεγάλο ενδιαφέρον. 

Μετά από μερικούς μήνες όμως, με εντολή του Σουλτάνου, ο Πουκεβίλ μεταφέρθηκε με άλλους αιχμαλώτους στην Κωνσταντινούπολη και έμεινε για δύο περίπου χρόνια φυλακισμένος στο Γεντί Κουλέ, υπό άθλιες συνθήκες όπως μπορείς να φανταστείς. Μα επειδή ήτο και φιλομαθής, αξιοποίησε το διάστημα της κράτησής του για να μάθει την ελληνική γλώσσα, η οποία πολύ τον είχε γοητεύσει.

Όταν απελευθερώθηκε το 1801 και επέστρεψε στο Παρίσι, εξέδωσε σε βιβλίο τις ταξιδιωτικές του εμπειρίες από τον Μωριά και τα λοιπά μέρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα οποία είχε βρεθεί. Το βιβλίο αυτό γνώρισε μεγάλη επιτυχία και ο Ναπολέοντας αποφάσισε να διορίσει τον Πουκεβίλ πρόξενο παρά τον Αλή Πασά στα Γιάννενα. Ήτοι να τον ξαναστείλει στα Βαλκάνια που τόσο γουρλίδικα του είχαν αποδειχθεί. Ευτυχώς ο Αλή Πασάς εξετίμησε την καλλιέργειά του, τον εσυμπάθησε και τον εκράτησε εκεί καμιά δεκαριά χρόνια, περίοδο κατά την οποία ο Πουκεβίλ όργωσε την Ήπειρο ωσάν πείσμων ταξιδευτής που ήταν.

Γιατί σου τα λέω όλα αυτά; Μεταξύ των άλλων περιοχών που επισκέφθηκε, μιαν ημέρα έφθασε κι εδώ: στους Φιλιάτες, μια μικρή κωμόπολη της Θεσπρωτίας που'ναι χτισμένη σε ένα ευρύ και εύφορο οροπέδιο κοντά στην κοιλάδα του Καλαμά, καμιά εικοσαριά χιλιόμετρα από τις ακτές του Ιονίου.  

Θα συναντήσεις κάμποσα ωραία σπίτια στους Φιλιάτες -διαφόρων περιόδων και χαρακτηριστικών- με μεγάλα πορτοπαράθυρα και κήπους. Στις αρχές του 19ου αιώνα, το μουσουλμανικό στοιχείο υπερτερούσε σημαντικά και η κωμόπολη διέθετε δημόσια λουτρά και τουλάχιστον δυοτρία ισλαμικά τεμένη. 

Ο Πουκεβίλ έφθασε στους Φιλιάτες το 1814, ενώ η Ήπειρος μαστιζόταν από την πανώλη. Εντούτοις οι κάτοικοι δεν είχαν ζυγιάσει σωστά τον κίνδυνο, μήτε είχανε λάβει κανενός είδους μέτρο. 

Ο Πουκεβίλ τούς συγκέντρωσε σε κεντρικό σημείο και προσπάθησε με κάθε τρόπο να τους προειδοποιήσει. Τους μίλησε με δεδομένα επιστημονικά, τους εξιστόρησε τις δικές του τις εμπειρίες, προσπάθησε να τους εξηγήσει τον μέγα κίνδυνο που διέτρεχαν, συστήνοντάς τους να κατασκευάσουν κατεπειγόντως ένα λαζαρέτο για να βάλουν καραντίνα τους όσους τυχόν νοσήσουν πρώτοι.

Μα οι κάτοικοι ήσαν δύσπιστοι και διόλου δεν συγκινήθηκαν από τα λόγια του Πουκεβίλ. Ο δερβίσης μάλιστα της πόλης με ύφος περιφρονητικό, κάλεσε τους συντοπίτες του να αγνοήσουν τα λόγια του απίστου και να προσηλωθούν στα όσα προτάσσει η πίστη τους! 

"Αμποτε αυτή η πανώλη που μας αραδιάζεις, χτυπήσει την πόρτα των σπιτικών μας, σημαίνει πως είναι θέλημα Θεού και μας ανοίγει το δρόμο για τον Παράδεισο" είπε καταχειροκροτούμενος ο δερβίσης. Περίλυπος ο Πουκεβίλ εγκατέλειψε τους Φιλιάτες, με τη συνείδησή του τουλάχιστον ήσυχη πως έκαμε ό,τι μπορούσε. Ας αναλάμβανε λοιπόν τώρα ο Θεός.

Δεν πέρασε μήνας πριν εμφανιστεί το πρώτο κρούσμα της πανώλης. Κι ύστερα μέσα σε λίγες ώρες, δεκάδες ακόμα. Υψηλός πυρετός, αιμορραγικές κρίσεις και θάνατος. Αγωνιώδης θάνατος.

Σε λιγότερο από βδομάδα, ολάκερες οικογένειες ξεκληρίστηκαν. Κραυγές ακούονταν στους δρόμους και οι νεκροί στοιβάζονταν, καθώς δεν επαρκούσαν οι ζωντανοί για να θάψουν τους πεθαμένους. 

Ένα προς ένα βουβαίνονταν τα σπίτια, σβήνανε μαζί με τους οικιστές τους. Άνοιξη ήταν, μα άνοιξη δεν έγινε. Ως τον Ιούνη του 1814, από τους άλλοτε τρεις χιλιάδες κατοίκους, απέμειναν μόλις 130. Αβοήθητοι κι εγκλωβισμένοι -καθώς ο Αλή Πασάς εξέδωσε φιρμάνι απαγόρευσης εξόδου από την πόλη μην τυχόν και μεταδοθεί παραέξω το χτικιό. Όποιος τυχόν παραβίαζε την εντολή, θανατωνόταν δίχως δεύτερη σκέψη. 

Και κάπως έτσι, ερήμωσε τούτος ο τόπος. Δεν ξεύρω αν στον Παράδεισο τούς οδήγησε εντέλει το κισμέτ τους, μα σίγουρα σε Κόλαση μετέτρεψαν την πόλη τους. 

Βεβαίως η ζωή συνεχίζεται. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Και προσφέρει διδάγματα. Για όποιους επιβιώνουν. Και μπορούν (ή θέλουν) να τα λάβουν. 

Ο Φρανσουά Πουκεβίλ επέστρεψε μόνιμα στη Γαλλία το 1816 -ταξιδεμένος, πελεκημένος και πολύπειρος. Έγραψε κάμποσα βιβλία, έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας, τιμήθηκε με επαίνους και παράσημα. Πέθανε εβδομήντα περίπου ετών στη Γαλλία και ετάφη στο Κοιμητήριο του Μονπαρνάς. 

Μπορεί οι περιπέτειές του πράγματι να αποτέλεσαν την πηγή πολύτιμης εμπειρίας και να γιόμισαν με συναρπαστικές ιστορίες και αναλύσεις τις σελίδες των βιβλίων του, μα θαρρώ πως την πιο πολύτιμη αποσκευή του, την απέκτησε πριν τα πολλά του τα ταξίδια, εκεί στην πρώτη νιότη του. Κι ήταν εκείνη που τελικά τον έσωνε και τον κράταγε στα δύσκολα: ήταν η επιστημοσύνη του. Αυτή η τόσο δύσκολα κατακτημένη ευθυκρισία που μας δώρισε η εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης και ο ορθολογισμός μας. Χάρις σε αυτήν επιβίωσε. Σε έναν κόσμο δύσκολο, με κισμέτ και Γεντί Κουλέ, με πασάδες και πειρατές από τη Μπαρμπαριά. Σε έναν κόσμο με θανάσιμες πανώλες που αν έγκαιρα δεν τις εκαταλάβεις, μπορεί να καταλάβουν εκείνες τα σωθικά σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου