Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2023

Im Supermarkt

Καρτόφελ σάλαντ, μπανάνες, κάνα χυμό και αφρό ξυρίσματος. Αυτά τα ολίγα είχα κατά νου να πάρω και για να μην τα ξεχάσω, τα επαναλάμβανα στο μυαλό μου ωσάν εκείνη την παλιά διαφήμιση. Που αποθήκευσε για πάντα μια random λίστα προϊόντων στη μνήμη του λειτουργικού μου ("τυρί-ρύζι-καφέ-γάλα-καμπά"). 

Μιας και είχα λίγη ώρα στη διάθεσή μου, είπα να χαζέψω πιο προσεκτικά τα ράφια του REWE -εδώ στη Γερμανία, τα σούπερμάρκετς διαθέτουν μεγάλη αφθονία και μία από τις ένοχες απολαύσεις μου είναι να παρατηρώ ευφάνταστες συσκευασίες.

Όπως αυτή με το καταχαρούμενο κορτσούδι στα μπουκάλια Rotbäckchen. Αν τυχόν το έχεις απορία, πρόκειται για μία αρκετά παλιά επωνυμία χυμών, με μεγάλη δημοφιλία στη χώρα. Το ισχυρό της αβαντάζ -το οποίο διαφήμιζε ήδη από τη δεκαετία του 50- ήταν η θρεπτική αξία των χυμών της που υποτίθεται πως ενισχύουν τον οργανισμό με σίδηρο και ιχνοστοιχεία. Μεταπολεμικά να ξέρεις, ήταν πολύ διαδεδομένος εδώ ο φόβος ότι τα παιδάκια είχαν μεγάλη έλλειψη σιδήρου και επειδής τα συμπληρώματα διατροφής δεν ήταν ακόμα της μοδός, καταφεύγαμε στη λύση ενός Rotbäckchen. 

Άλλο κλασικό προϊόν είναι τα Brandt, τραγανά και νόστιμα παξιμάδια με σήμα το αγοράκι αυτή τη φορά. Για την ακρίβεια, πρόκειται για διπλοφουρνιστά Zwieback που μοιάζουν κάπως με τις δικές μας φρυγανιές και παράγονται βάσει της συνταγής της οικογενείας των Brandt. 

Και όχι, το αγοράκι δεν είναι ο Willy Brandt στα νιάτα του.

Αν πάντως σε απωθούν τα ξανθοξενέρωτα νήπια και θέλεις κάτι σε πιο αλητάμπουρα, μπορείς να πιεις κακάο με σήμα τον Michel. Που δηλαδής τυχερός να αισθάνεσαι αν δεν σε πετύχει με τη σφεντόνα, αν δεν σου σπάσει κανένα τζάμι, αν δεν κλειδώσει τη γάτα στο ντουλάπι, αν δεν τσουρομαδήσει το καναρίνι, αν δεν σου ρίξει όλο το φλιτζάνι με το κακάο στον καναπέ. 

Αν πάλι είσαι κομπιουτεράς και λίγο nerd, υπάρχει ο Gunther. Που τον βάζεις να σου φτιάξει τον υπολογιστή, να σου ρυθμίσει το router και να σου ξαναπεράσει το antivirus. Πίνοντας κακάο πάντα.

Για την πιο Τζέιν-Όστιν νεαρά υπάρχουν τα σοκολατάκια Gretchen, με τα οποία μπορεί να συνοδεύει τις ατελείωτες ώρες πλήξης στο σαλόνι με τις φλοράλ ταπετσαρίες, ενώ γράφει στο ημερολόγιό της για τον ανεκπλήρωτο έρωτα με έναν συνεσταλμένο, αλλά γοητευτικό άγνωστο νεαρό με τον οποίο συνομίλησε πριν δώδεκα χρόνια σε ένα γεφυράκι. Στην πολυθρόνα δίπλα της, κάθεται η υπέργηρη θεία της που κεντάει ένα εργόχειρο με σκηνές κυνηγιού, ελάφια και μπεκάτσες. 

Για εσέ τον Γιόχαν που αναπολείς το τιρολέζικο παρελθόν, τις κατσίκες σου και τη Χάιντι, υπάρχει το υπέροχο Bergbauern Kase που βελάζει Βαυαρία. Το βάζεις στο τοστ σου, το τρως μαζί με το λουκάνικο, το πετάς στο τηγάνι και το κάνεις σαγανάκι.

Σε γερμανικό σουπερμάρκετ είμαστε, το τμήμα με τα αλλαντικά είναι -όπως καταλαβαίνεις- τεράστιο. Κάποια εξ αυτών είναι εισαγόμενα (κυρίως ιταλικά), αλλά έχουμε και κάμποσα από την τοπική μας παραγωγή.

Όπως ας πούμε τα Gref-Volsings, ονομαστά λουκάνικα Φρανκφούρτης που τα παράγει η ίδια οικογένεια εδώ και πέντε γενεές. Αν τα συνοδέψεις με μουστάρδα και μαγιονέζα, δροσερό κόλσλο, ζεστό μαύρο ψωμί και καναδυό μπύρες, σε πολιτογραφούμε απευθείας Γερμανό και σου φοράμε σανδάλια με λευκές κάλτσες.  

Παλιά, μου φαινόταν ακατανόητο πώς μπορεί να αρέσουν οι σούπες σε έναν άνθρωπο. Και δικαιολογούσα απολύτως τη Μαφάλντα που τις απέρριπτε μετά βδελυγμίας. Τα τελευταία χρόνια, έχω (και σε αυτό) αναθεωρήσει και ουχί απλώς τις τρώγω, αλλά τις επιζητώ κιόλας -ειδικά στα ψυχρά κλίματα του Βορρά. Ίσως εντέλει το μυστικό για να εκτιμήσεις τη σούπα είναι να ωριμάσεις ηλικιακώς ή να μετακινηθείς γεωγραφικώς. Είμαι βέβαιος ότι μετά από τόσα χρόνια και η Μαφάλντα πλέον θα έχει αρχίσει να τις τρώει. 

Και την κομπόστα δεν την πολυσυμπαθούσα. Η αλήθεια είναι πως και τώρα δεν την επιλέγω εύκολα, κυρίως γιατί θεωρώ αχρείαστη και περιττή την προσθήκη ζάχαρης σε κάτι φρουτώδες. Αλλά η συσκευασία του Clou είναι ενδιαφέρουσα. Και τελοσπάντων η επωνυμία προσφέρεται για ωραιότατα slogans ("το κλου της διατροφής σου", "κάνε μου λιγάκι κλου" και τέτοια).

Μήπως να έπαιρνα ένα Mispelchen; Πρόκειται για τοπικό αλκοολούχο ποτό που περιέχει καρπούς ενός τύπου μουσμουλιάς και έχει γλυκόπικρη γεύση. Δεν ξέρω αν είσαι γερό ποτήρι, αλλά με το Mispelchen μπορείς εύκολα να κάνεις κεφάλι.

Βέβαια αν είναι να πνίξεις στο πιοτό τη νοσταλγία σου για την πατρίδα, υπάρχει η λύση του ούζου. Ομολογώ ότι κάθε φορά εντυπωσιάζομαι με το πόσες επιλογές ούζου βρίσκεις σε ένα γερμανικό σουπερμάρκετ. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, φαίνεται πως υπάρχει ζήτηση. Και λέω "ανεξήγητο" διότι δύσκολα μπορώ να φανταστώ τον Φριτς και την Μπρουχίλντε να έχουν αγοράσει ένα μπουκάλι ούζο και να το πίνουν σπίτι τους με το σνίτσελ. Ίσως γιατί προσωπικά, ζήτημα είναι αν έχω πιει πεντέξι φορές στη ζωή μου ούζο και κρίνω εξ ιδίων τα αλλότρια.

Και μια και το έφερε η κουβέντα, μια απο τις συνήθειες μου εις την αλλοδαπήν, είναι να αναζητώ ελληνικά προϊόντα στα ράφια. Ουχί στο πλαίσιο σοβινιστικής αυτοαναφορικότητας, αλλά κυρίως απο επαγγελματική/ακαδημαϊκή διαστροφή (σ.σ. ζητήματα διεθνούς επιχειρηματικότητας και διεθνούς εμπορίου αποτελούν βασικό αντικείμενο επιστημονικού μου ενδιαφέροντος). Για να εντοπίσω προϊόντα made in Greece, συνήθως ανατρέχω σε τρία σημεία του σουπερμαρκετ: στα αλκοολούχα ποτά, τα ελαιόλαδα και τα ψυγεία με τα τυριά και τα γιαούρτια. 

Έχω να παρατηρήσω λοιπόν ότι στις ελιές και τα λάδια, έχει σημειωθεί πρόοδος. Τις προηγούμενες δεκαετίες, τα ιταλικά προϊόντα κυριαρχούσαν κατά κράτος, σαρώνοντας τις εν λόγω κατηγορίες. Τελευταία όμως, βλέπω περισσότερες ελληνικές επωνυμίες να φιγουράρουν με αυτοπεποίθηση δίπλα στους Ιταλούς.

Με πιο ευφάνταστες συσκευασίες, με καλύτερο branding, με πιο γενναία προβολή της ελληνικότητάς τους.

Βεβαίως, η κατηγορία στην οποία τα γαλανόλευκα χρώματα παίζουν ξεκάθαρα εντός έδρας είναι τα γιαούρτια και η φέτα.

Αν και για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς με τον εαυτό μας, θα μπορούσαμε και πολύ πολύ καλύτερα. Παρότι η ΦΑΓΕ σώζει κάπως την παρτίδα και σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχουν και επιλογές από γιαούρτια άλλων ελληνικών εταιριών, τα ψυγεία είναι γιομάτα από ξένες επωνυμίες. 

Οι οποίες ανενδοίαστα παραπέμπουν στην Ελλάδα. Όπως ας πούμε το γιαούρτι "Elinas" της γερμανικής εταιρίας Hochwald.

Ή το γιαούρτι της γαλακτοβιομηχανίας Weihenstephan που έχει κοτσάρει πάλευκο κυκλαδίτικο εκκλησάκι στη συσκευασία.

Για να μην αναφερθώ στο "Athentikos" της επίσης γερμανικής "Minus L". Που παίζει με τη λέξη "αυθεντικός", την αντίστοιχη γερμανική λέξη "authentisch", αλλά ίσως και τη λέξη "Athens". Για να μην υπάρξει η παραμικρή αμφιβολία, έχουμε κοτσάρει και εδώ το λευκό εκκλησάκι και τον καταγάλανο ουρανό. Μόνο η Νάνα Μούσχουρη που δεν βγαίνει να σου τραγουδήσει το "Siko xorepse sirtaki".

Αν ανατρέξεις στα ψιλά γράμματα, θα δεις ότι τα γιαούρτια αυτά αυτοχαρακτηρίζονται "greek-style", επομένως δεν διεκδικούν ακριβώς την ελληνικότητα στην καταγωγή τους. Αλλά ο καταναλωτής δύσκολα μπορεί να διακρίνει τη διαφορά: βλέπει το εκκλησάκι, αναγνωρίζει τον αρχαιοελληνικό ναό, διαβάζει μία επωνυμία με αναφορά στην Ελλάδα και όλα καλά. Το οξύμωρο είναι πως τα γιαούρτια που είναι όντως ελληνικά -όπως αυτά της ΦΑΓΕ- δεν έχουν στη συσκευασία τους στοιχεία που να παραπέμπουν τόσο εμφανώς στη χώρα καταγωγής τους.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τα λευκά τυριά, όπου θα συναντήσεις πολλές επωνυμίες φέτας με έμμεση αναφορά στην Ελλάδα. Τώρα τελευταία που κυκλοφορούν στο TikTok και διάφορες συνταγές με τριμμένη φέτα ή φέτα-σαγανάκι, η ζήτηση έχει αυξηθεί ακόμα περισσότερο.


Οφείλω δε να σου προσθέσω ότι η Ελλάδα τελευταία εμφανίζεται και σε ανέλπιστες κατηγορίες προϊόντων. Όπως ας πούμε στα παϊδάκια, τα οποία ως φαίνεται αρκετοί Γερμανοί έχουν δοκιμάσει στις διακοπές τους και τα αναπολούν στο ψυγείο του σουπερμάρκετ τους. 

Με τούτα και με κείνα, πέρασε η ώρα και ξεχάστηκα εντελώς. Γιατί ήρθαμε στο σούπερμάρκετ και τι έπρεπε να αγοράσουμε; Μα τι κενό μνήμης είναι αυτό που έπαθα! Με τόσα προϊόντα μπερδεύτηκα και έχασα το μπούσουλα. Θα σπάσω το κεφάλι μου! Για στάσου, νομίζω θυμήθηκα. 

Α ναι, βέβαια: τυρί, ρύζι, καφέ, γάλα, καμπά! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου