Το τελευταίο διάστημα, η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί κάπως αμήχανα την αλματώδη αύξηση της εγκληματικότητας ανηλίκων. Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας που δημοσίευσε την προηγούμενη εβδομάδα η LIFO, από το 2021 μέχρι και το πρώτο οκτάμηνο του 2023 καταγράφηκαν πανελλαδικά 13.787 υποθέσεις παραβατικότητας ανηλίκων και αντιστοίχως συνελήφθησαν 16.623 ανήλικοι δράστες που εμπλέκονται σ' αυτές. Κλοπές, μαχαιρώματα, ξυλοδαρμοί από ομάδες παιδιών, διακίνηση και χρήση ναρκωτικών σε ιδιαιτέρως νεαρή ηλικία, οπαδική βία (στην οποία εμπλέκονται αποδεδειγμένα ανήλικοι) και βεβαίως -όπως μπορούν να επιβεβαιώσουν οι εκπαιδευτικοί- δραματική αύξηση των περιστατικών σχολικού εκφοβισμού. Ο ομαδικός βιασμός ενός 15χρονου από συνομηλίκους του οι οποίοι βιντεοσκοπούσαν τον βασανισμό του στο Ίλιον, ο ξυλοδαρμός ενός 17χρονου στον Βύρωνα από 17 συμμαθητές του στο προαύλιο του σχολείου, η άγρια επίθεση απο ομάδα παιδιών σε μαθητές Γυμνασίου στο Καλαμάκι εχθές (τους ρώτησαν από ποια περιοχή είναι και άρχισαν να τους γρονθοκοπούν) είναι μερικές μόνο από τις πιο κραυγαλέες υποθέσεις των τελευταίων μηνών. Αλλά δεν χρειάζεται να παρακολουθεί κανείς το καθημερινό αστυνομικό δελτίο που βρίθει τέτοιων περιστατικών: αρκεί να κυκλοφορήσει λίγο στην Αθήνα, να σταθεί Σάββατο βράδυ στην πλατεία Συντάγματος και να παρατηρήσει τις παρέες παιδιών που κάθονται στα σκαλάκια δίπλα στην είσοδο του μετρό ή να μπει στον ηλεκτρικό στη Νερατζιώτισσα και να μετρήσει βλέμματα, συμπεριφορές και στάσεις σώματος. Η ροπή προς τη βία είναι προφανής, η κουλτούρα της βίας είναι πρόδηλη. Και -όπως επιβεβαιώνουν επίσης τα στοιχεία- είναι υπερταξική, καθώς αφορά πλέον παιδιά πολύ διαφορετικών κοινωνικών και οικονομικών χαρακτηριστικών: π.χ. πολλές από τις κλοπές δεν γίνονται από το φθόνο απόκτησης ενός αντικειμένου (κινητού, ρολογιού, παπουτσιών), αλλά απλώς για τη μαγκιά, για την ευχαρίστηση που λαμβάνουν οι ανήλικοι δράστες από την αίσθηση επιβολής και καταναγκασμού, ή και απλώς για την καταγραφή και αναπαραγωγή της πράξης στο TikTok και τον εντυπωσιασμό των followers.
Τα πράγματα φαίνεται ότι εκτροχιάστηκαν μετά την πανδημία, η οποία άφησε σε αυτή τη γενιά έντονο αποτύπωμα: η κοινωνική απομόνωση και η διατάραξη της «κανονικότητας» ξεχαρβάλωσε τις δικλείδες ασφαλείας και φαίνεται πως οδήγησε πολλά παιδιά σε αντικοινωνικές συμπεριφορές και πολλαπλώς προβληματικές ψυχολογικές στάσεις που μεταξύ άλλων βρίσκουν διέξοδο και εκτόνωση στην ανομία και τη βία.
Αλλά πέραν της πανδημίας, υπάρχει και κάτι κατ’εμέ βαθύτερο που αφορά ειδικά τη δίκη μας κοινωνία και επιτρέψτε μου να γίνω δυσάρεστος: όλη η προηγούμενη δεκαετία υπήρξε μια ιδιαιτέρως τοξική περίοδος. Ετούτα είναι τα παιδιά των αγανακτισμένων, των ανθρώπων που καλλιέργησαν την πόλωση, που πέρναγαν πάνω από τις μπάρες, που μούτζωναν τη Βουλή αναζητώντας λογής λογής εναλλακτικά αφηγήματα (μας ψεκάζουν, θα βαράμε νταούλια και θα χορεύουν οι διεθνείς αγορές, θα ξεχρεώσουμε με ομόλογα όλο το χρέος μας κ.λπ.), που διαχειρίστηκαν την κρίση -αυτή την άγρια και έμμονη κρίση- ακραία συμπλεγματικά. Η ελληνική οικογένεια ανέθρεψε τα παιδιά της -ετούτα τα παιδιά- με σύγκρουση, με ωχαδελφισμό, με συνομωσιολογικά σενάρια, με συνεχή εχθροπάθεια και ακραία, οπαδική πολιτικοποίηση, με εμπρηστικό λόγο στις παρέες και στα social media, με διαρκή ειρωνεία, με νοσταλγία για την απωλεσθείσα περίοδο της εύκολης κατανάλωσης και της ελάσσονος προσπάθειας. Και βεβαίως με τις αλεπάλληλες συντριβές και ματαιώσεις της.
Μπορεί να βρει κανείς αρκετά ελαφρυντικά αν μεγαλώσει την εικόνα: την οξύτητα και σκληρότητα της κρίσης, τις αποτυχίες του συστήματος, τις αντιξοότητες της καθημερινής εμπειρίας. Αλλά το αποτέλεσμα παραμένει: η βία διδάσκεται. Και εν γνώσει ή εν αγνοία της, η ελληνική οικογένεια φρόντισε να γαλουχήσει συστηματικά τα παιδιά της στη βία. Ή έστω απέτυχε να τα προστατεύσει από την περιρρέουσα βία, επιτρέποντάς της να εισχωρήσει στο εσωτερικό του οικογενειακού περιβάλλοντος και να διαβρώσει τα σπλάχνα του. Σε συνδυασμό με την καταβαράθρωση των σχολικών επιδόσεων (βλ. απογοητευτικά αποτελέσματα -διεθνώς, αλλά και ιδιαιτέρως στη χώρα μας- στα πρόσφατα tests της PISA) και βεβαίως τη μεγάλη και δύσκολη πρόκληση της προσαρμογής σε έναν κόσμο πολύ έντονων μετασχηματισμών, είναι δυστυχώς δύσκολο να διατηρήσει κανείς την αισιοδοξία του για το συλλογικό μας μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου