Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024

Μελίνα

Σε μία από εκείνες τις πολύ σημαντικές εκθέσεις που είχε οργανώσει η Εθνική Πινακοθήκη στις αρχές της δεκαετίας του 90 ("Από τον Θεοτοκόπουλο στον Σεζάν"), στεκόμουν -μαθητής ακόμα- με τον πατέρα μου και θαυμάζαμε έναν πίνακα του Μονέ. Ξαφνικά ένιωσα μια παρουσία πίσω μου και ασυναίσθητα μέριασα κάπως για να μην εμποδίζω. Ήταν η Μελίνα Μερκούρη. Μου χαμογέλασε διάπλατα και μου είπε "Μα είναι θαυμάσια τα χρώματα, δεν είναι;!" Της έγνεψα πως συμφωνούσα.

Λίγο καιρό αργότερα, την ξαναείδα. Δίχως χαμόγελα αυτή τη φορά. Ήταν στο σπίτι του Γεννηματά, την επομένη του θανάτου της Κάκιας, της γυναίκας του (το πώς είχα βρεθεί εκεί ως παιδί είναι μια άλλη ιστορία). Κουλουριασμένη σε μια πολυθρόνα, είχε ένα βλέμμα κατάρρευσης που χανόταν στο κενό. Σαν να έβλεπε μπροστά της μια σειρά θανάτων που οδηγούσαν και στο δικό της τέλος. Επανέρχεται συχνά στη μνήμη μου εκείνο το βλέμμα. Το άδειο, το ανεστίαστο.

Αφορμή για να ανακαλέσω αυτές τις εικόνες είναι η επαίτιος των τριάντα ετών από το θάνατό της. Εξ αφορμής της οποίας, ανέτρεξα στις φωτογραφίες που είχα τραβήξει από μια έκθεση που είχε οργανωθεί πριν κάμποσο καιρό στο Γκάζι. Ήταν αφιερωμένη στη Μελίνα και αφηγείτο τους σημαντικότερους σταθμούς της ζωής της μέσα από προσωπικά της αντικείμενα, φωτογραφίες, αφίσες και αρχειακό υλικό. 

Όλα τα συζητούσε η έκθεση: τη σχέση της με τον Ντασέν, τους πρωταγωνιστικούς ρόλους που της χάρισαν τη διεθνή αναγνώριση, τις φιλίες της, τον αντιδικτατορικό αγώνα της, την πολιτική της καριέρα, το υπουργικό της έργο.

Κοιτάζοντας το μπουντουάρ της, επιβεβαίωσα και πάλι τη θλίψη που φέρουν τα αντικείμενα που αφήνουμε πίσω μας. Η χτένα και το κραγιόν της. Ο καθρέπτης στον οποίο κοίταζε το πρόσωπό της.

Τα γάντια της. Που κρέμονται από το κουτί τους, δίχως πλέον δάχτυλα να τα κατοικούνε.

Αλλά και τα ρούχα της. Από παραστάσεις, από κοσμικές εμφανίσεις, από την καθημερινότητά της.

Ρούχα που δεν την φόρεσαν, αλλά τα φόρεσε.

Επιστολές που έστειλε και επιστολές που έλαβε.

Αφίσες από ταινίες με χρώματα άλλων εποχών.

Θεατρικοί ρόλοι που περπάτησαν κάποιο παλκοσένικο.

Βραβεύσεις και έπαινοι.

Στιγμιότυπα με ιστορικό βάρος -ειδικά για όσους τα έζησαν και τα θυμούνται.

Πολιτικοί αγώνες. Με μια υψωμένη γροθιά που δεν προοριζόταν να σε χτυπήσει, αλλά να σε δυναμώσει. 

Μικρός ήμουν, δεν καταλάβαινα τότες και πολλά. Αυτές είναι οι εικόνες με τις οποίες μεγάλωσα. Το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του '80, οι νωπές μνήμες της δικτατορίας και -αργότερα- η δυσάρεστη οσμή σκανδάλων και διαφθοράς. Που έριξαν τη χώρα στα συνήθη βράχια της διάψευσης και εντέλει της κομματικής πόλωσης.

Ω, είναι μεγάλη κουβέντα τα όσα συνέβησαν τότε. Μια κουβέντα στην οποία όσο μεγάλωνα, τόσο λιγότερο χαριζόμουν. Τώρα, με την απόσταση του χρόνου που έχει μεσολαβήσει -περίεργο θα σου φανεί- βλέπω τα πράγματα με μεγαλύτερη αυστηρότητα και μεγαλύτερη επιείκεια ταυτόχρονα.

Και στη Μελίνα αναγνωρίζω συνολικά και διαχρονικά, μεγάλες αρετές.

Αυτοί που κατά καιρούς τής έχουν ασκήσει αρνητική κριτική, έχω την αίσθηση ότι την αδικούν. Ακόμα κι όταν η κριτική αυτή βασίζεται σε ορθά επιχειρήματα ή επικεντρώνεται σε αδυναμίες της (υποκριτικές, πολιτικές, συμπεριφορικές), αποτυγχάνει θαρρώ να αντιμετωπίσει τη Μερκούρη ως προσωπικότητα. 

Οι επιμέρους ιδιότητές της (της ηθοποιού, της πολιτικού, της Υπουργού, της διεθνούς διασημότητας, της Ελληνίδας) δεν μπορούν -νομίζω- να αξιολογούνται αποσπασματικά, καθώς η Μελίνα δεν ήταν ποτέ μία ιδιότητα. 

Σοσιαλίστρια αλλά και αστή. Ελληνίδα αλλά και διεθνής. Δυνατή αλλά και ευαίσθητη. Αν θα μπορούσαμε να κρατήσουμε κάτι, είναι νομίζω το πάθος. Την αγάπη για μία υπερβατική Ελλάδα. Την ισχυρή θέληση για δημοκρατία. Το όραμα και τη σημασία του πολιτισμού. Δεν εξωραΐζω ούτε εποχές, ούτε καταστάσεις -θυμάμαι πάρα πολύ καλά. Και επειδή θυμάμαι, θαρρώ πως τα συστατικά της Μελίνας λείπουν σήμερα. Ίσως και να μην λειτουργούσαν στη σύγχρονη συνθήκη, δεν ξέρω. Εμένα μου λείπουν.

Ξέρεις, σε εκείνη την τελευταία σκηνή στη Στέλλα, είχα πάντα την αίσθηση ότι η Μελίνα ήταν εκείνη που κράταγε το μαχαίρι. Ίσως γιατί φαινόταν πιο αποφασισμένη να το χρησιμοποιήσει. Ίσως γιατί μου έμοιαζε το δικό της το βλέμμα πιο κοφτερό. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου