Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2021

Λιγκιάδες

Γαντζωμένο απάνου σε μία πλαγιά αντίκρυ από τα Γιάννενα, βρίσκεται ένα χωριό που λέγεται Λιγκιάδες. Στα κανονικά του, διαθέτει μαγευτική θέα στη λίμνη, καθώς εκείνη ξαπλώνει ράθυμα μπροστά του. Ενίοτε όμως του κάμει νάζια. Και κρύβεται κάτω από τα χαμηλωμένα σύννεφα ή μπλέκεται στην ομίχλη. Όπως σήμερα. 

Ένα πυκνό πέπλο καλύπτει τα πάντα, περιορίζοντας την ορατότητα σε μερικές δεκάδες μέτρα. Με δυσκολία περιηγήθηκα τους δρόμους και με μαντεψιές εικονογράφησα στο μυαλό μου το μέρος, καθώς στ'ολάκερό του, δεν το έβλεπα. 

Οι Λιγκιάδες ανήκουν στα Ζαγοροχώρια, αν και λόγω της μεγάλης γειτνίασής τους με τα Γιάννενα, λίγοι το συνειδητοποιούν. Εκείνο που επιβεβαιώνει αυτή τους την ταυτότητα είναι η πέτρα, που αποτελεί το βασικό δομικό υλικό των σπιτιών. Ναι, κι ο ζαγορίσιος αέρας που φυσάει ανάμεσά τους. 

Στη μέση του χωριού υπάρχει ένα πλάτωμα. Κι εκεί ένα μνημείο. Για τούτο σ'έφερα εδώ, όχι για τη θέα. 

Πλησίασα λίγο και άρχισα να διαβάζω ονόματα και ηλικίες. 

Αγγελική, 35 ετών. Φωτεινή, εννιά. Χρήστος, επτά. Ευαγγελία, πέντε.  Μαρία, τριών. Η λίστα μεγάλη και οι περισσότερες ηλικίες, νεαρές. Παιδιά. 

Το 1943 -Οκτώβριος ήταν, σαν και τώρα- ένα τάγμα Γερμανών ανέβηκε με τα καμιόνια του τον κακοτράχαλο δρόμο. Έφθασαν στο χωριό, μάζεψαν τους κατοίκους στην κεντρική πλατεία και άνοιξαν πυρ. Έτσι απλά. 

Ενενήντα δύο νεκροί, πάνω από τριάντα παιδιά. Η βία ήταν απερίγραπτη. Με όπλα, με ξιφολόγχες, με απάνθρωπη σκληρότητα. 

Αφού πλημμύρισε το κέντρο του χωριού με αίμα, οι στρατιώτες λεηλάτησαν τα σπίτια κι ύστερα τα κατέκαψαν. Μαζί και τα υποστατικά και κάθε κτίσμα, εκτός από την εκκλησία και το σχολείο. Κι όταν εντέλει τελείωσαν και με την πυρπόληση, έφυγαν, βέβαιοι πως το διέγραψαν τούτο το χωριό από προσώπου γης. 

Όμως ανάμεσα στους πεθαμένους και τα αίματα, ένα μωρό ανέπνεε ακόμα. Έψαχνε να θηλάσει από το στήθος της νεκρής του μάνας. Κι επέζησε. Κι ακόμα τρεις: μία κοπέλα, που τα νεκρά κορμιά των συγχωριανών της την επροστάτευσαν από τις σφαίρες και δύο νέοι που πυροβολήθηκαν μεν, αλλά δεν πέθαναν. 

Αφορμή για τη σφαγή ήταν ο θάνατος ενός γερμανού αξιωματικού, του Γιόζεφ Ζάλμινγκερ. Ήτανε καλό κουμάσι του λόγου του: υπεύθυνος για επιθέσεις κατά αμάχων και για πράξεις ανείπωτης βαρβαρότητας, μεταξύ των οποίων η σφαγή του Κομμένου που ήταν από τις πιο αιματηρές που έγιναν στην Ελλάδα την περίοδο της Κατοχής. Του έστησαν λοιπόν ενέδρα οι αντιστασιακοί κοντά στην Πρέβεζα και τον καθαρίσανε. 

Οι κάτοικοι των Λιγκιάδων ουδεμία σχέση είχαν με όλα αυτά, μήτε που είχαν ακούσει για το θάνατο δαύτου του Ζάλμιγκερ. Μα δόθηκε εντολή αντιποίνων. Και επειδής αυτό το έρμο το χωριό είναι γαντζωμένο στην πλαγιά πάνω από τα Γιάννενα, ατενίζοντας την ξαπλωμένη λίμνη, φαίνεται πως επιλέχθηκε για παραδειγματισμό. Βλέπεις, ήτανε το δύστυχο, ορατό από την πόλη σαν το επέτρεπαν τα σύννεφα και οι ομίχλες. Επομένως, σκέφτηκαν οι Γερμανοί πως η καταστροφή του θα τρόμαζε τους Γιαννιώτες. 

Κείνη την ώρα που συνέβη το κακό, οι περσσότεροι άντρες του χωριού έλειπαν στις δουλειές τους και διασώθηκαν. Εξού και στη συντριπτική πλειοψηφία, τα ονόματα που αναγράφονται στο μνημείο είναι γυναικόπαιδα. Και κάποιοι ηλικιωμένοι. Σαν γύρισαν οι άντρες του χωριού αντίκρυσαν ένα σκηνικό φρίκης. Έναν τόπο απονεκρωμένο. 

Μα ξεύρεις, δύσκολα πεθαίνουνε οι τόποι. Μπορεί να ρημάξουν, να πληγωθούν, να καταρρεύσουν, να χρεοκοπήσουν, να καψαλιστούν. Όλα μπορεί να τα πάθουν οι τόποι. Αλλά όσο βαστάει η ελάχιστη έστω αναπνοή τους, βαστάει και η συνέχειά τους. 

Καθώς περνούσε η ώρα, η ομίχλη υποχωρούσε και κάποια στιγμή, τα σύννεφα άφηκαν χώρο στις αχτίνες του ήλιου. Η λίμνη άρχισε να αποκαλύπτεται μπροστά στα μάτια μου. Σιωπηλή και μακάρια. Ποτισμένη με τα βάσανα και τις ελπίδες των ανθρώπων. 

Κι ας είναι ανηφορικός και δύσκολος ο δρόμος που σκαρφαλώνει στους Λιγκιάδες. Κι ας είναι συχνά ομιχλώδη τα τοπία και περιορισμένες οι ορατότητες. Σαν φθάσεις επάνω, σίγουρα θα την εδείς κάποια στιγμή τη λίμνη. Και αν της απευθυνθείς, νομίζω θα σε συμπονέσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου