Τρίτη 22 Μαρτίου 2022

Πορτρέτα του Λούβρου


Στην εποχή των selfies και της αυτοαναφορικότητας, μία έκθεση με πορτρέτα των προηγούμενων αιώνων μοιάζει ίσως παλιομοδίτικη. Μα να που -καθ'όπως μαθαίνω- πλήθη κόσμου συνέρρευσαν τις τελευταίες εβδομάδες για να θαυμάσουν από κοντά τα πορτρέτα από τις συλλογές του Λούβρου που φιλοξενούνται στην Εθνική Πινακοθήκη. Ευτυχώς, είχα προνοήσει και βρέθηκα εκεί πριν πολύ καιρό, λίγο μετά τα εγκαίνια.


Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η τέχνη του πορτρέτου. Ως τον 19ο αιώνα, η αποτύπωση του προσώπου σου ήταν προνόμιο που κέρδιζες αν ήσουν με κάποιο τρόπο σπουδαίος ή εξαιρετικά ευκατάστατος. Με τη φήμη σου ή με την τσέπη σου διεκδικούσες την αθανασία -διότι "το πορτρέτο οφείλει τη δημιουργία του στη θέληση του ανθρώπου να δαμάσει τον θάνατο." όπως σημειώνεται εύστοχα στο εισαγωγικό κείμενο της έκθεσης.


Ε λοιπόν, ανέκαθεν με συγκινούσαν τα πορτρέτα. Έχουν μια προφανή αφηγηματικότητα. Διεκδικούν μια πιο ευθεία σχέση μαζί σου. Σαν να σε καλούν οι "εικονιζόμενοι" να συζητήσετε. Σαν να επιθυμούν να σου μιλήσουν για τη ζωή τους. Τα προτιμώ από τις νεκρές φύσεις ή τις απεικονίσεις τοπίων. Είναι πιο άμεσα και ειλικρινή. Πιο αβανταδόρικα συνήθως. Ακόμα κι όταν αιωρούνται μεταξύ ομοιότητας και ιδεώδους. 


Πράγματι ήσαν πολλά τα πρόσωπα της έκθεσης που ένιωσα να μου απευθύνονται και των οποίων τις ιστορίες βρήκα ενδιαφέρουσες ή και συναρπαστικές.


Ο πασίγνωστος Μαρά του Ζακ-Λουί Νταβίντ, μαχαιρωμένος την ώρα που έκανε το θεραπευτικό του μπάνιο. "Αφού δεν μπόρεσαν να με διαφθείρουν, με δολοφόνησαν." Με την πένα του στηλίτευε τους αριστοκράτες και την ανεπάρκεια των κυβερνόντων. Αν ζούσε σήμερα, φαντάζομαι ότι θα διατηρούσε λογαριασμό στα social media με χιλιάδες followers, likes και shares. Ίσως και να παρέμενε σιωπηλός.


Ο Τίτιος Γέμελος σε μία ταφική προτομή του 240-260 μ.Χ. Ήταν Έλληνας -όπως διάβασα- ο οποίος έζησε και πέθανε στη ρωμαϊκή Γαλατία. Με τι να ασχολείτο άραγε; Θα μπορούσε και να'ναι απολύτως σημερινή αυτή η φυσιογνωμία: ένας γείτονας σου που χαιρετάς στο ασανσέρ, ένας κύριος στο διπλανό αμάξι που ανταλλάζετε ένα διαγώνιο βλέμμα, καθώς περιμένετε να ανάψει πράσινο το φανάρι. 


Άγαλμα ζεύγους από το 2.440-2.415 π.Χ. -μετράς αντίστροφα τις χιλιετίες και ζαλίζεσαι. Σαν να ποζάρουν για φωτογραφία μοιάζουν. Εκείνη του κρατάει το μπράτσο. Μου φαίνεται ήρεμο το βλέμμα της. Είχαν άραγε παιδιά; Έζησαν ευτυχισμένοι μαζί; 


Πορτρέτο της Κλεοπάτρας Β', κόρης του Φαραώ Πτολεμαίου Ε' του Επιφανούς και της Κλεοπάτρας Α'. Νυμφέφθηκε και τους δύο αδελφούς του και απέκτησε κάμποσα παιδιά μαζί τους. Για κάποιους, πρόκειται για πορτρέτο της κόρης της, της Κλεοπάτρας Γ'. Όπως και να'χει, αν κρίνει κανείς από το αποφασιστικό ύφος, επιβεβαιώνεται πως εκείνες οι Πτολεμαίες βασίλισσες είχανε τσαγανό.


Μπούστο του αυτοκράτορα Καρακάλλα του 212-217 μ.Χ. Δεν τον ελές και συμπαθή: ξεπάστρεψε τον αδελφό του τον Γέτη, κατέσφαξε καμιά εικοσαριά χιλιάδες ανθρώπους στην Αλεξάνδρεια, ενώ γενικά δεν φημιζόταν και για τις φοβερές ηγετικές του ικανότητες (τη διοίκηση ασκούσε στη Ρώμη η κατά πολύ πιο πνευματώδης και καλλιεργημένη μητέρα του, Ιουλία Δόμνα). Τον δολοφόνησε ένας από τους ακόλουθούς του στη Χαρράν (μία πόλη που βρίσκεται στα σημερινά σύνορα Τουρκίας και Συρίας), την ώρα που ουρούσε. Φαίνεται το βλέμμα του κάπως ζοχαδιασμένο.


Από τα πιο ενδιαφέροντα εκθέματα είναι τούτη η νεκρική μάσκα του Ναπολέοντα. Το πρόσωπο αποτυπώθηκε από τον γιατρό του δύο ημέρες μετά τον θάνατό του, στις 7 Μαΐου 1821, στη νήσο της Αγίας Ελένης. Παρότι έχουμε πολλές απεικονίσεις του σε πίνακες και γλυπτά, τούτη δω μοιάζει πιο γήινη. Σαν να παραδίδεται στη στοργή του βλέμματός σου. Σαν να έχει εγκαταλείψει το Μέγας και να του απομένει μοναχά ο Ναπολέοντας.


Λίγο πιο πέρα, η Μαρία Αντουανέτα, η αυστριακή πριγκίπισσα που έγινε βασίλισσα της Γαλλίας και αποκεφαλίστηκε δημοσίως στη γκιλοτίνα κατά τη Γαλλική Επανάσταση. Η ζωή και ο θάνατος της έχει εμπνεύσει βιβλία και ταινίες. Η αδυναμία της να συλλάβει πόσο προκλητική ήταν η ζωή στις Βερσαλλίες σε σχέση με το μέσο επίπεδο διαβίωσης, παραμένει παροιμιώδης. 


Και η Μαρία Άννα της Αυστρίας, βασίλισσα της Πορτογαλίας. Όταν ο σύζυγος της, ο Ιωάννης ο Ε' έμεινε παράλυτος μετά από εγκεφαλικό, ανέλαβε εκείνη τη διοίκηση. Έζησε μέσα σε αμύθητα πλούτη, καθώς τότες η Πορτογαλία θησαύρισε από το χρυσό και τα διαμάντια της Βραζιλίας. Ο πίνακας από το ατελιέ του Ντιέγκο Βελάσκεθ. 


Φανταστικό πορτρέτο του Ομήρου από πεντελικό μάρμαρο. Φιλοτεχνήθηκε στη Ρώμη κάπου στον 1ο αιώνα μ.Χ. σύμφωνα με πρωτότυπο ελληνικό έργο του 3ου αιώνα π.Χ. από την Πέργαμο. Νομίζω είναι τόσο διάσημο που αδυνατείς να σκεφτείς αλλιώς τον Όμηρο. 


Πορτρέτο του Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας υ Λέιβα, καθηγητή του δικαίου στο πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκας. Από τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Όταν ο Κοβαρούμπιας εγκαταστάθηκε στο Τολέδο προς το τέλος της ζωής του, γνωρίστηκε με τον Γκρέκο, γίνανε φίλοι και του πόζαρε για αυτό το έργο. Τους σκέφτομαι να περιπατούν συζητώντας στα στενά του Τολέδο.


Να και ο Ντενί Ντιντερό, ο σπουδαίος φιλόσοφος και εγκυκλοπαιδιστής. Μάλλον αδιάφορη φυσιογνωμία. Τον βλέπεις ας πούμε σε ένα σουπερμάρκετ, σε καλησπερίζει και δεν θυμάσαι που τον έχεις ξαναδεί. Ο πίνακας από τον Λουί-Μισέλ βαν Λου.


Ετούτος δω είναι ο Υγκ Ντεσνότζ, συμβολαιογράφος και δημοτικός σύμβουλος της πόλης του Παρισιού. Με τη μακριά του την περούκα, με το πλούσιο το ρούχο του, με το κόκκινο χειλάκι του, με το καλοζωισμένο μαγουλάκι του. Άρχοντας!


Πορτρέτο νεαρού άνδρα με κόκκινο σκούφο. Του Μποτιτσέλι, από τα τέλη του 13ου αιώνα. Να ήταν κάποιο αρχοντόπουλο; Ένας τροβαδούρος; Ο γιος κάποιου εμπόρου; 


Η Δέσποινα με τους πανσέδες. Άγνωστου ζωγράφου. Τι ενδιαφέρουσα που είναι η φράση δίπλα της: "Όποιον δεν βλέπω, τον θυμάμαι." Εκτός από το γνωστό λουλούδι, "πανσέ" στα γαλλικά σημαίνει σκέψη. Βάλε με το μυαλό σου, λοιπόν.


Αυτή είναι η Μαντάμ ντε Σομπρεβάλ που ποζάρει ως Ερατώ, μούσα της λυρικής ποίησης. Φόρεσα τα αιθέρια χιτώνιά της, πέρασε και λουλούδια στα μαλλιά της και ξεχύθηκε σε ρουστίκ τοπία. Με γεια της με χαρά της. Άλλες που ποζάρουν με duck face, είναι καλύτερες;


Όταν ήταν μικρός ο Ευγένιος Ντελακρουά είχε μία γκουβερνάντα. Ε λοιπόν αυτή είναι η κόρη της, η Λυσίλ-Βιρτζινί Λε Γκιγιού. Θα'θελα να ήξευρα τι απέγινε. Φαίνεται σπιρτόζα και κάπως ατίθαση. Τη φαντάζομαι ως μεγαλοκοπέλα -τροφαντή και εύθυμη- να πίνει κρασάκι σε κάποια παρισινή ταβέρνα.


Πορτρέτο του Λουίς Μαρία ντε Θιστούε υ Μαρτίνεθ, 2ου βαρόνου της Λα Μενγκλάνα. Από τον αγαπημένο μου Γκόγια. Ο νεαρός βαρόνος κοιτάζει ευθεία, ο σκύλος κοιτάζει αλλού.


Θαυμάζοντας τέτοια πορτρέτα βασιλέων, αυτοκρατόρων, πολιτικών, φιλοσόφων, ποιητών και ευγενών, πάντοτε καταλαμβάνομαι από την περιέργεια για όλους εκείνους των οποίων η μορφή δεν αποτυπώθηκε στον καμβά ενός ζωγράφου ή δεν σμιλεύθηκε στο μάρμαρο ενός γλύπτη. Για όλες εκείνες τις φυσιογνωμίες που χάθηκαν για πάντα, δίχως να αποθανατιστούν στο πέρασμα των αιώνων. Που σβήστηκαν μαζί με την ανάμνησή τους.


Το σκέφτομαι και κάθε φορά που αναρτώ στο ίντερνετ (όχι πολύ συχνά) φωτογραφίες του εαυτού μου. Διεκδικώ με αυτές κάποιο είδος αθανασίας; Υπάρχω μέσα από αυτές, όπως υπάρχουν όλα ετούτα τα πρόσωπα στους πίνακες και τα γλυπτά; Η αποτύπωση είναι μία άσκηση μνήμης. Και μία ανάγκη. Να αγκυροβολήσουμε πάνω μας τον ασυγκράτητο χρόνο και να νιώσουμε κάπως σπουδαίοι. Να δηλώσουμε την ταυτότητά μας, όχι μόνο σε εκείνους που μας ξέρουν, αλλά κυρίως σε όσους δεν μας ξέρουν και θα θέλαμε να μας μάθουν. Μέσα από τα πορτρέτα μας με έναν τρόπο κοιτάμε πρωτίστως εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας. Είμαστε χαρούμενοι μαζί του; Υπερήφανοι; Απογοητευμένοι; "Δεν με πέτυχες, δεν είμαι έτσι εγώ! Στάσου να σου ξαναποζάρω."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου