Τρίτη 23 Αυγούστου 2022

Don't be such a Budapest!


Μία κυρία κάθεται σε έναν πάσσαλο και διαβάζει. Μπροστά της έχει κάγκελα και το ποτάμι. Μοιάζει να'ναι ελεύθερη και φυλακισμένη ταυτόχρονα. Σαν το παράδοξο με τη γάτα του Σρέντιγκερ. Στέκομαι δίπλα της και σκέφτομαι τις δικές μου παραδοξότητες.


Δυο άλλες κυρίες περπατούν πιασμένες από το χέρι. Μπορεί να τις συνδέει κάποια συγγένεια. Ή φιλία. Ή η νεότερη να'χει προσληφθεί ως συνοδός της γηραιότερης. Ακόμα και μία γυναίκα της Ανατολικής Ευρώπης μπορεί να χρειαστεί όταν μεγαλώσει τη βοήθεια μιας γυναίκας από την Ανατολική Ευρώπη. 


Κάτω στο σταθμό του μετρό, ένας ξεπεσμένος φουτουρισμός αγκαλιάζει με φώτα τις κολόνες. Σαν ξεθωριασμένο επεισόδιο του Σταρ Τρεκ από τη δεκαετία του '60. Με εφέ που σταμάτησαν εδώ και καιρό να σου κάμουν εντύπωση.


Υπάρχουν πολλοί τρόποι να εικονογραφήσεις ένα μέρος. Ο πιο συνήθης είναι μέσα από τα τουριστικά του αξιοθέατα, τα εντυπωσιακά του μνημεία, τις φυσικές καλλονές του ή τις φανταχτερές διασκεδάσεις του. 


Ίσως όμως να αποδειχθείς πιο εύστοχος αν ακολουθήσεις τον πιο δύσκολο δρόμο: αν προσπαθήσεις να ιχνηλατήσεις τα χαρακτηριστικά του μέσα από τα πρόσωπα που το κατοικούν. 


Τους ανθρώπους της καθημερινότητας. Όπως ετούτο τον κύριο που θαρρείς πως βαδίζει σε κάποια παρελθούσα δεκαετία του. Ή σε κάποιο μονόπρακτο σε εναλλακτική θεατρική σκηνή. Χωρίς μεγάλο μπάτζετ και με υποτυπώδες σκηνικό: έναν στύλο με σήματα κυκλοφορίας και μία βιτρίνα με κούκλες. Α, ξέρεις πόσες ενδιαφέρουσες ιστορίες μπορεί να σου αφηγηθεί ένας εμπνευσμένος σκηνοθέτης με τέτοια υλικά;


Ή ετούτη την κυρία που προχωρά μέσα από τις πτυχώσεις του παντελονιού και της πουκαμίσας της. Κρατώντας δύο τσάντες και χαζεύοντας τις βιτρίνες.


Στέκομαι σκόπιμα στους πιο ηλικιωμένους, δεν είναι τυχαίο. Επιχειρώ να σκεφτώ τις ζωές που έζησαν. Ειδικά σε μέρη σαν ετούτο, εδώ στη Βουδαπέστη. Με κομμουνισμούς, εξεγέρσεις, στερήσεις, βίαιες μεταβάσεις, ακραίους πολιτικούς. Κουβαλάνε στους ώμους τους ένα δύσκολο παρελθόν. Που τους βαραίνει ακόμα. Με τρόπους που δεν αντιλαμβάνεσαι αν δεν τους ζήσεις στην πραγματικότητα τους.


Κι αν δεν τους τοποθετήσεις στο ιστορικό τους πλαίσιο. Αν δεν αναγνωρίσεις τα τραύματά τους. Αν δεν τους κοιτάξεις κατάματα, χωρίς τα πλαδαρά φίλτρα της εύκολης τουριστικής ματιάς.


Ας είμαστε ειλικρινείς: η Ανατολική Ευρώπη παραμένει τριάντα χρόνια μετά την πτώση των καθεστώτων υπαρκτού σοσιαλισμού, βαθιά βουτηγμένη στη μιζέρια που της κληροδότησαν. Παρά τις κάποιες εξαιρέσεις, παρά τις προόδους που'χουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια στο πεδίο της οικονομίας, παρά την πολυπόθητη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν λένε να ξεπεράσουν την καθήλωσή τους: στη Βουδαπέστη, στο Βουκουρέστι και στη Σόφια, οι άνθρωποι είναι ποτισμένοι με μια βαριά σκιά. Σαν να μην έχουνε χαρά. Σαν να μην μπορούν καν να καταλάβουν το νόημα αυτής της λέξης.


Σε κεντρικό σημείο της πόλης, το άγαλμα του αστυνομικού κοιτάζει τη Βασιλική του Αγίου Στεφάνου. 


Μια παλιά διαφήμιση της οβομαλτίνης συνεχίζει να σου χαμογελά τη θρεπτική της αξία.


Και μία πινακίδα που απαγορεύει το κάπνισμα, σου υπενθυμίζει πόσο δύσκολη γλώσσα είναι τα Ουγγρικά. Συναρπαστική για τους γλωσσολόγους που αναζητούν τις μακρινές συγγένειές της με τα φινλανδικά και τα εσθονικά, αλλά δυσεξήγητη για όποιον τυχόν προσπαθεί (ματαίως) να αποσπάσει κάποια έστω λέξη με βάση αναφορές σε λατινικές ή σλαβικές γλώσσες.


Ας είναι. Αρκούμαι στην ευκολία των κάποιων αγγλόφωνων επιγραφών και διαφημίσεων. Που φοριούνται επιδεικτικά πάνω σε κτήρια που δεν προορίζονταν γι'αυτές. 


Κι αν έχεις τον παραμικρό ενδοιασμό για τους νικητές τούτης της παρτίδας, το άγαλμα του Μπους στην Πλατεία Ελευθερίας έρχεται κατηγορηματικά να στον εξαφανίσει. Ο αταλάντευτος φιλοαμερικανισμός έχει πολύ συγκεκριμένη εξήγηση εδώ.


Αλλά και η έντονα παρακμιακή όψη των δρόμων της πόλης έχει συγκεκριμένη εξήγηση. Το γκραφίτι, το σκουπίδι, το ακατάσχετο ταγκάρισμα των τοίχων, τα σπασμένα παράθυρα, τα αφρόντιστα πεζοδρόμια, οι καταρρέουσες προσόψεις των κτηρίων, το κυρίαρχο ντεκαντάνς. 


Πρέπει απλώς να μαζέψεις όλα τα κομμάτια και να βρεις τη θέση τους στο παζλ για να σχηματίσεις την μεγάλη εικόνα. Όπως ας πούμε το μπουκάλι δίπλα από τον άνθρωπο που κοιμάται στο παγκάκι. Ή το πεταμένο βιβλίο από πίσω του.


Τη γυναίκα που σφουγγαρίζει το κιόσκι της μετά από μια κοπιαστική ημέρα ορθοστασίας. Πουλώντας "καμινάδες" με μπόλικη κανέλα.


Τον Billy Idol που υπόσχεται τα 80s σε αυτούς που δεν τα έζησαν.


Τον Leslie Mandoki, έναν γερμανο-ούγγρο καλλιτέχνη με χαρακτηριστική φυσιογνωμία που ίσως θυμάσαι από το αλήστου μνήμης τραγούδι "Τζέκινς Χαν" στη Eurovision το 1979. Αν δεν βλέπεις την ειρωνεία, άσε με να σε βοηθήσω: η αφίσα διαφημίζει μία συναυλία ενός ξεχασμένου τραγουδιστή μαγιαρικής καταγωγής που η μεγαλύτερη στιγμή του ήταν η συμμετοχή σε έναν (τότε δυτικοευρωπαϊκό) διαγωνισμό τραγουδιού πριν από σαραντατόσα χρόνια με ένα άσμα που είχε ως θέμα τον Μογγόλο πολέμαρχο και εκπροσωπούσε τη Δυτική Γερμανία. Από όπου κι αν το πιάσεις.


Τον παλαίμαχο Fenyo που ποζάρει ωσάν τον Φλωρινιώτη και υπόσχεται να θυμίσει στους παλαιότερους τα χλιαρά τραγουδάκια που ξεπλένανε επί κομμουνισμού τα νεανικά τους σκιρτίματα.


Αλλά και την πριγκίπισσα Σίσυ που εμφανίζεται ως άλλη Κάντι-Κάντι σε καρτποστάλ από τη φαντασιακή Αυστροουγγαρία. Χωρίς καν την οξύτητα του βλέμματος μιας Ρόμι Σνάιντερ που μπορεί τελοσπάντων να κάμει το Άρλεκιν να μοιάζει κάπως πιο συμπαθητικό.


Δεν βαριέσαι. Ανεξαρτήτως της διαδρομής, η κατάληξη είναι και εδώ η ίδια: αλυσίδα στο λαιμό, γυαλί ηλίου, ΤικΤοκ και "είμαι κάτω από τον φοίνικα και πίνω Μάι Τάι". Κι ας προσπεράστηκαν τα ενδιάμεσα βήματα. 


Έχει στ'αλήθεια ενδιαφέρον να παρατηρείς τα πρόσωπα της πόλης. Τα ερωτευμένα ζευγαράκια στα μπαρς και τα καφέ.


Τους νέους που περπατούν προς το πάντα αβέβαιο μέλλον τους, ξεφυλλίζοντας ταυτότητες.


Εκείνους που περιμένουν σε κάποια πλατεία, χαζεύοντας το κινητό τους.


Που απολαμβάνουν τα νερά να χορεύουν στα σιντριβάνια της νήσου Μαργαρίτα.


Εκείνους που ξαποσταίνουν, ακουμπώντας για λίγο την πλάτη τους σε μιαν άκρη του δρόμου.


Που τρέχουν ξυπόλητοι να περάσουν τη γέφυρα υπό βροχή.


Που πασχίζουν να δροσιστούν, έστω από έναν πίδακα που ιδρώνει το πεζοδρόμιο.


Που κοιτάζουν με απορία το ποτάμι τους να ρηχαίνει, σαν τα όνειρα που σβήνουν όταν σου παίρνουνε τον ύπνο.


Εκείνους που γλυκαίνουν τα καλοκαίρια τους με τη σκέψη των διακοπών στη λίμνη Μπάλατον. Διότι αν δεν έχεις την εξωτική παραλία και τα σμαραγδένια νερά, κάπως θα πρέπει να τα εφεύρεις. 

Τελικά σαν έχεις μπροστά σου τους πρωταγωνιστές, η πλοκή γίνεται υπόθεση απλή. Και χωρίς να το πολυκαταλάβεις, τα πρόσωπα αποκτούνε τις εκφράσεις τους.

3 σχόλια:

  1. Εκπληκτικό, Νίκο! Περιέγραψες επι λέξιν αυτό που αισθάνομαι για την Βουδαπέστη και τους ανθρώπους της. Μια τρυφερή θλίψη που δεν την έχει η γειτονική της Πράγα, π.χ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. A, άλλος κόσμος η Πράγα! Τόσο κοντά, αλλά και απίθανα μακριά. Η Βουδαπέστη πράγματι χαρακτηρίζεται από μία βαθιά θλίψη (ή ίσως και πολλές, διαφορετικές θλίψεις) που μπορεί να την κάμει πολύ απωθητική, αλλά ταυτόχρονα και κάπως ενδιαφέρουσα.

      Διαγραφή
  2. Πολύ ωραία τα έγραψες Νίκο! Έχω επισκεφθεί τη Βουδαπέστη και τη λίμνη Ballaton. Ειδικά στη Βουδαπεστη δεν θα ξαναπηγαινα. Δεν με τραβηξε ουτε η πολη ουτε οι ανθεωποι της.

    ΑπάντησηΔιαγραφή