Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

The Gilded Age

Τι ώρα να’ναι; Κοίταξε προς την άλλη πλευρά του κρεβατιού: ο Σάμιουελ είχε ήδη σηκωθεί. Μα τι συνήθεια κι αυτή να πετάγεται από το κρεβάτι αυτός ο άνθρωπος από τ’αξημέρωτα -ακόμα και τέτοιες μέρες που και ο ήλιος τεμπελιάζει και που δεν σου κάνει καρδιά να εγκαταλείψεις τα ζεστά παπλώματα. 

Το μυαλό της άρχισε να καταλογραφεί τα όσα πρέπει να γίνουν σήμερα. Προετοιμασίες, προμήθειες, συνεννοήσεις. Συνειδητοποιώντας ότι δεν έχει χρόνο για χασομέρι, φόρεσε τη ρόμπα της, έβγαλε μία χτένα από το συρτάρι του κομοδίνου για να σιάξει λίγο τα μαλλιά της και χτύπησε το κουδούνι που ήταν τοποθετημένο δίπλα της. 

Μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα ακούστηκε ένα διακριτικό χτύπημα στην πόρτα και μία νεαρή καμαριέρα μπήκε φουριόζα καλημερίζοντάς την. Άνοιξε τις βαριές κουρτίνες του υπνοδωματίου -ένα χλωμό φως χάιδεψε το χώρο. “Ο κύριος βρίσκεται ήδη στην αίθουσα του πρωινού” είπε.

Η Ματίλντα έδωσε οδηγίες για το στρώσιμο του κρεβατιού και τον αλλαγή των σεντονιών, πήγε στο μπάνιο για να σαπουνίσει το πρόσωπο και τα χέρια της και κατευθύνθηκε προς τη μεγάλη ξύλινη σκάλα. Στη διαδρομή διασταυρώθηκε με μία υπηρέτρια που ξεσκόνιζε ένα από τα τζάκια του δεύτερου ορόφου με ένα μεγάλο φτερό και με μία άλλη, γηραιότερη, που καθάριζε την κουπαστή της σκάλας. Καθώς περνούσε δίπλα τους, εκείνες διέκοπταν για λίγο το έργο τους για να την καλημερίσουν με μία μικρή υπόκλιση. 

Στο μεγάλο τραπέζι ο Σάμιουελ είχε ήδη βυθιστεί στην εφημερίδα του, πίνοντας τον καφέ του. Το πρόσωπό του είχε πάρει σαφώς χαρούμενη όψη καθώς διάβαζε ένα εκτενές άρθρο της Chicago Tribune αφιερωμένο στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που ακύρωνε τον οποσπονδιακό φόρο εισοδήματος -ευτυχώς δεν πέρασε αυτή η επαίσχυντη επιβάρυνση! Αλλά και τα νέα για την κρίση στη Βενεζουέλα ήταν ελπιδοφόρα. Ο Πρόεδρος Cleveland επέμεινε στη σκληρή στάση του απέναντι στη Βρετανία και σχεδόν την απείλησε με πόλεμο αν το Λονδίνο δεν απέσυρε τις εδαφικές αξιώσεις του έναντι της Βενεζουέλας. Αυτοί οι αυθάδεις Ευρωπαίοι δεν εννοούν να καταλάβουν ότι η εποχή που επενέβαιναν στην αμερικανική ήπειρο έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. 

Πριν καθίσει στο τραπέζι, η Ματίλντα κοίταξε για λίγο έξω από το παράθυρο. “Θα βάλω τον Ιωνάθαν να φτυαρίσει ξανά το χιόνι στην είσοδο. Συνεχίζει να ρίχνει πυκνές νιφάδες” είπε κάπως ανήσυχη. Χωρίς να της δώσει ιδιαίτερη προσοχή ο άντρας της, συνέχισε: “Περιμένω τις κυρίες της Λέσχης για τσάι το μεσημέρι, ας μην διακινδυνεύσουμε κανένα ατύχημα”. Ένας υπηρέτης τράβηξε την καρέκλα για να τη βοηθήσει να καθίσει και ύστερα άρχισε να σερβίρει το πρωινό. Βραστά αυγά, πόριτζ, μπέικον, φρέσκο ψωμί, βούτυρο, μέλι και μία ποικιλία από μαρμελάδες. 

Παρότι ήταν πάντα δύσκολο να αποσπάσεις τον Σάμιουελ από την εφημερίδα του, η Ματίλντα έβρισκε ευκαιρία κατά τη διάρκεια του πρωινού να τον ενημερώσει για θέματα που απαιτούσαν τη συνδρομή του και να τον πείσει για διάφορες αποφάσεις. Από τα απλά όπως η επισκευή του σαλονιού του δευτέρου ορόφου και η απόλυση εκείνης της φριχτής βοηθού μαγείρισσας που επέμενε να αλατίζει υπερβολικά τα φαγητά έως τα πιο σύνθετα: το δείπνο που θα παραθέσουν στον Κυβερνήτη την προπαραμονή των Χριστουγέννων και την αγορά εκείνων των υπέροχων κινέζικων βάζων του 15ου αιώνα στην επικείμενη δημοπρασία των Leonard & Co. Δεν θα ήταν υπέροχο να τα παρουσιάσουμε στο μεγάλο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς; -ο ωραιότερος τρόπος να καλωσορίσουμε το 1896!

Όταν εντέλει ολοκληρώθηκε το πρωινό, ο Σάμιουελ πήγε να ντυθεί και αναχώρησε με την άμαξα για την Τράπεζα. Τότε ξεκινούσε στην πραγματικότητα η ημέρα για τη Ματίλντα. Κατέβηκε στην κουζίνα για να δώσει στη μαγείρισσα οδηγίες για τα γεύματα, ενημερώθηκε από τον υπεύθυνο της αποθήκης για τις παραλαβές των τροφίμων, επιθεώρησε τον καθαρισμό των σαλονιών, επέλεξε με την καμαριέρα της το τι θα φορέσει στη σημερινή συνάντηση. Όπως συνήθιζε άλλωστε να λέει, μπορεί οι άνδρες να χτίζουν μέγαρα, αλλά είναι οι γυναίκες που τα κρατούνε όρθια. 

Πράγματι, δεν είναι εύκολο να διοικεί κανείς ένα τέτοιο σπίτι. Δεν το λένε τυχαία “Μαρμάρινο Παλάτι”. Χτίστηκε εδώ, στο κεντρικό Σικάγο στις αρχές της δεκαετίας του 1880 -λίγο μετά δηλαδή από τη Μεγάλη Φωτιά του 1871- με κόστος που ξεπέρασε τα 450.000 δολάρια, ενώ διαθέτει δεκάδες δωμάτια διακοσμημένα με τα πιο πολυτελή υλικά: εκλεκτό ξύλο, αλάβαστρο, όνυξ και βεβαίως πάνω από είκοσι είδη μαρμάρου. 

Ναι, και ο Ροκφέλερ ο ίδιος θα ζήλευε ένα τέτοιο μέγαρο!

Εκείνο όμως που πραγματικά του προσδίδει ξεχωριστή αίγλη είναι η συλλογή των επίπλων και αντικειμένων που κοσμούνε τους χώρους του. Υπέροχοι πίνακες, μοναδικά γλυπτά, ιαπωνικά και κινέζικα έργα τέχνης, αρ-ντεκό διακοσμητικά και βιτρό. Με μεράκι και συνέπεια δημιουργήθηκε αυτό το σύνολο, ήδη από τα χρόνια που ο Σάμιουελ ασχολείτο ακόμα με τη βιομηχανία αποσταγμάτων, αλλά κυρίως μετά, όταν ίδρυσε την First National Bank, της οποίας παραμένει Πρόεδρος για δεκαετίες.

Αλλά και η Ματίλντα είχε λόγο σε όλα αυτά: διοργάνωνε δεξιώσεις, έδινε το παρόν σε κάθε σημαντική κοινωνική εκδήλωση της πόλης, στήριζε την τέχνη και την εκπαίδευση ως πρόεδρος της Antiquarian Society. 

Και βεβαίως είχε ήδη συναινέσει στην απόφαση του Σάμιουελ να δωρίσουν εντέλει μεγάλο μέρος της συλλογής τους στο Art Institute of Chicago, εξασφαλίζοντας ότι το επίθετό τους, το όνομα Nickerson, θα παραμείνει για πάντα χαραγμένο με λαμπρά γράμματα στη μνήμη αυτής της δυναμικής πόλης.

Η ημέρα κύλησε με έντονους ρυθμούς. Λίγο πριν τις δέκα έφθασαν οι παραγγελίες με τα δώρα που τοποθετήθηκαν κάτω από το μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο του ισογείου. Το συνεργείο με τους εργάτες ολοκλήρωσε το πέρασμα των καλωδίων που είχε ξεκίνησε προχθές και πλέον το υπόγειο είχε επιτέλους δυνατότητα ηλεκτροφωτισμού. Και βεβαίως κατά τις δώδεκα, η Ματίλντα υποδέχθηκε τις κυρίες της Λέσχης για να οργανώσουν τις τελευταίες λεπτομέρειες της φιλανθρωπικής εκδήλωσης υπέρ των άπορων. Έχουν πληθύνει τα δύσμοιρα ορφανά και συσσωρεύονται καθημερινώς περισσότεροι ρακένδυτοι μετανάστες από την Ευρώπη -μία χείρα βοηθείας και η διοργάνωση συσσιτίου ιδίως τέτοιες άγιες ημέρες αποτελεί υποχρέωση κάθε καλού χριστιανού.

Αφότου τελείωσαν με τα διαδικαστικά της εκδήλωσης, οι κυρίες αντάλλαξαν και μερικές ιδέες για άλλα θέματα. Συζήτησαν εκείνο το ατυχές περιστατικό με την κυρία Σόθμπι που χαστούκισε εν μέσω του χορού της Ημέρας των Ευχαριστιών την υπηρέτρια της, αποφάσισαν να δεχτούν τη σύζυγο του Βαρθολομαίου Σμιτ στη Λέσχη τους -παρότι κάποιες εξέφρασαν επιφυλάξεις για την καταγωγή της και την οικονομική επιφάνεια της οικογένειάς της-, σχολίασαν με θαυμασμό τους νέους ανελκυστήρες που εγκαθίστανται στα ολοένα ψηλότερα κτήρια που χτίζονται στις κεντρικές λεωφόρους και καυτηρίασαν πικρόχολα τη δημιουργία εργατικών σωματείων που ξεφυτρώνουν αράδα μετά την μεγάλη απεργία των σιδηροδρομικών πέρσι το Μάιο. “Έχει και η αχαριστία τα όριά της!” φώναξε κάπως θυμωμένα η Μπέρθα Πάλμερ, σύζυγος του γνωστού και πανίσχυρου μεγαλοεπιχειρηματία Πότερ Πάλμερ. “Δεν φτάνει που εξασφαλίζουν ένα συμπαθές μεροκάματο, επιθυμούνε ως φαίνεται να μας πιούνε το αίμα!” 

Μετά την αποχώρηση των κυριών, η Ματίλντα ασχολήθηκε για λίγη ώρα με την αλληλογραφία της. Έγραψε επιστολές με χριστουγεννιάτικες ευχές προς τους συγγενείς της στη Μασαχουσέτη, συνέθεσε ένα κείμενο για το γράμμα που θα στείλει ο σύζυγος της στους στενούς του συνεργάτες με τις ευχές του για τη νέα χρονιά. 

Κοίταξε στο χαρτί τη λέξη “1896” που κατ’επανάληψη έγραφε και της φάνηκε κάπως παράξενη. Μία αναπνοή μας χωρίζει από τον 20ο αιώνα. Ω, ποιος ξέρει τι εφευρέσεις και ανακαλύψεις και ευτυχίες θα μας φέρει! Με τη σιγουριά και την αυτοπεποίθηση του παρελθόντος, ένιωσε αισιόδοξη. "Κι ας αποκαλεί την εποχή μας επίχρυση, κείνος ο ασύνετος συγγραφέας."

Η ώρα έφθασε περασμένες επτά. Το ζοφερό ψύχος πάγωσε τους δρόμους και το παχύ σκοτάδι έσβησε το άσπρο του χιονιού. Ακούστηκε επιτέλους η άμαξα και φάνηκε ο Σάμιουελ στην πόρτα. “Έμεινες πάλι ως τέτοιαν ώρα στη δουλειά;” τον ρώτησε. Πριν προλάβει να της απαντήσει τέσσερις γεροδεμένοι άντρες φάνηκαν ξωπίσω του κρατώντας δύο τεράστια αμπαλαρισμένα κουτιά. “Πέρασα από το Leonard & Co” είπε εκείνος γελώντας υπαινικτικά. “Δεν θα χρειαστεί να συμμετάσχουμε στη δημοπρασία. Τα βάζα είναι ήδη δικά μας!” 

Ενθουσιασμένη η Ματίλντα έδωσε ένα φιλί στο σύζυγό της και ακολούθως υπέδειξε στους μεταφορείς το δεξί σαλόνι για να τοποθετήσουν το πολύτιμο φορτίο τους. Ακούμπησαν κάτω τα κουτιά και ο ένας -φαινόταν Ιταλός, δεν μίλαγε αγγλικά- τα άνοιξε χρησιμοποιώντας το σουγιά του. 

Το πρώτο βάζο ξεπρόβαλε αστραφτερό και κομψευάμενο με τις υπέροχες διακοσμήσεις του που σε ταξίδευαν στην άλλη άκρη τούτης της οικουμένης, στον κόσμο της δυναστείας των Μινγκ. Μα καθώς οι άνδρες αποσυσκεύαζαν το δεύτερο, το παπούτσι του ενός μπερδεύτηκε στην άκρη του χαλιού και -αλίμονο- το κινέζικο βάζο τού γλίστρησε από τα χέρια. Ένας δυνατός κρότος αντήχησε στα δωμάτια του Μαρμάρινου Παλατιού και θρύψαλα πορσελάνης σκορπίστηκαν στο πάτωμα. Ο Σάμιουελ, η Ματίλντα, οι τέσσερις μεταφορείς και δύο ακόμη υπηρέτριες που είχαν αναλάβει να βοηθήσουν στην τοποθέτηση, έμειναν να κοιτάζουνε εμβρόντητοι. 

Εκείνο το βράδυ, η Ματίλντα παρέμεινε ξύπνια ως αργά να επιβλέπει τον καθαρισμό του σαλονιού και την απομάκρυνση των θραυσμάτων. Σκεφτόταν το ταξίδι που έκαμε κείνο το κινέζικο βάζο στο χώρο και στον χρόνο για να πάψει μέσα σε μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου να υπάρχει. Ύστερα μέτρησε και πάλι τις ημέρες μέχρι την Πρωτοχρονιά. Πέρασε για ακόμα μια φορά από το μυαλό της τα όσα πρέπει να γίνουν: τις προετοιμασίες, τις προμήθειες, τις συνεννοήσεις.

Και ύστερα οι σκέψεις της σίγησαν. Κι απέμεινε μέσα της κάτι που εξαιρετικά σπάνια είχε αισθανθεί στα πενήντα οκτώ της χρόνια: ένιωσε ανησυχητικά και ανεπανόρθωτα εύθραυστη. 

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2025

Πενήντα αντιδημοφιλείς μου συνήθειες/απόψεις

50 αντιδημοφιλείς μου συνήθειες/απόψεις (προσοχή, ακολουθεί αυτοαναφορική ανάρτηση):

1. Προτιμώ την χειμερινή ώρα και παραμένω συντονισμένος σε αυτή για κάποιες τουλάχιστον ημέρες μετά την αλλαγή στα ρολόγια τον Μάρτιο (προφανώς αρνούμενος να δεχτώ το αναπόφευκτο) -η μετάβαση στη θερινή ώρα με την οποία εντέλει συμβιβάζομαι μετά λύπης, μού δημιουργεί πάντα εκνευρισμό, αίσθηση κόπωσης και μείωση αποδοτικότητας. 

2. Δεν αντέχω καθόλου το βραδινό φαγητό -μετά τις 6 το απόγευμα, τρώω αποκλειστικά κάτι ελαφρύ, όπως γιαούρτι με λίγη βρώμη ή κανένα φρούτο.

3. Ξεκινάω την ημέρα μου με ένα υπερβολικά πλούσιο πρωινό -το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει γκρανόλα, μέλι, αυγά, ταχίνι, μηλόπιτες, μπάρες δημητριακών, φρούτα και διάφορα άλλα που συνήθως ετοιμάζω από βραδύς για να κερδίζω χρόνους.

4. Δεν διαμένω ποτέ σε Airbnb -παρότι ταξιδεύω αρκετά και προσπαθώ να κρατάω το budget όσο το δυνατόν χαμηλότερα, η διαμονή σε καλό ξενοδοχείο με πρωινό αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση.

5. Δεν πηγαίνω ποτέ σε θερινά σινεμά -η ζέστη, τα κουνούπια, το κάπνισμα των τριγύρω μου, η απόσπαση της προσοχής από τους λογής λογής ηχητικούς και οπτικούς θορύβους, νιώθω ότι μου καταστρέφουν την εμπειρία θέασης.

6. Περπατάω μεγάλες αποστάσεις -δώδεκα χιλιόμετρα την ημέρα κατά μέσο όρο και τουλάχιστον τα διπλάσια ή και τριπλάσια όταν βρίσκομαι εκτός έδρας.

7. Δεν πίνω αλκοόλ -οριακά καναδυό ποτήρια κρασί το μήνα, αποκλειστικά με παρέα και μόνο εκτός σπιτιού. 

8. Ο οργανισμός μου αδυνατεί να αντέξει το ξενύχτι: στις δέκα και μισή το βράδυ, θέλω να είμαι στο κρεβάτι μου για ύπνο -τις σπάνιες φορές που έχω βρεθεί εκτός σπιτιού αργά το βράδυ, απορώ με την κίνηση στους δρόμους και τα γεμάτα ξενυχτάδικα. 

9. Όπως τεκμαίρεται από το προηγούμενο, εδώ και πολλά χρόνια, κοιμάμαι ανενδοίαστα κατά την αλλαγή χρονιάς ή την Ανάσταση.

10. Δεν πηγαίνω σε πάρτυ, γλέντια, πανηγύρια ή πολυπληθείς συνεστιάσεις -μαζικές διασκεδάσεις στις οποίες δεν έχεις τη δυνατότητα να αφιερωθείς σε μια κουβέντα, μού φαίνονται ανυπόφορες και επιβαρυντικές.

11. Δεν αντέχω να τρώω στο πόδι -ακόμα και ένα κουλούρι ή μια τυρόπιτα, προτιμώ να τα απολαμβάνω καθήμενος.

12. Ουδέποτε με ενθουσίαζε το παγωτό, εξού και το τρώω σπανίως -είμαι ελαφρώς πιο επιεικής με το παγωτό μηχανής ή με την προσθήκη μιας μπάλας παγωτού (καϊμάκι) σε κάποιο σιροπιαστό ή σε ζεστή μηλόπιτα.

13. Ταξιδεύω αποκλειστικά χωρίς γκρουπ, καθώς οι ρυθμοί μου (πολύ πρωινό ξύπνημα, γρήγορο και πολύωρο περπάτημα σε γειτονιές που συχνά δεν έχουν κανένα τουριστικό ενδιαφέρον, επίσκεψη σε πολλά μουσεία κ.λπ.) είναι μη συμβατοί με τους περισσότερους και για κάποιους, μάλλον ανυπόφοροι.

14. Όπως τεκμαίρεται από τα σημεία 7 και 8, αποφεύγω τα bars, τα clubs και τα μπουζούκια -νομίζω ότι η τελευταία φορά που ενέδωσα σε πρόταση «να πάμε για κανένα ποτάκι» ήταν πριν καμιά δεκαριά χρόνια ή ίσως και περισσότερο.

15. Μου αρέσει να διαβάζω κόμικς και να βλέπω κινούμενα σχέδια -αν και δεν είμαι όσο nerd θα μπορούσα, παραμένω φοβερά επιρρεπής στους υπερήρωες (της Marvel), σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας και σε παραγωγές της Disney.

16. Προτιμώ να παρακολουθώ στίβο, παρά ποδόσφαιρο -δεν υποστηρίζω οπαδικά καμία ομάδα (σ.σ. ούτε κανένα κόμμα) και δεν με ενδιαφέρει ο στοιχηματισμός.

17. Δεν τρώω ψάρια, θαλασσινά και αρνί -όσο κι αν το έχω προσπαθήσει, βρίσκω τη γεύση και τη μυρωδιά τους αποκρουστική. Επίσης δεν τρώω (σχεδόν) ποτέ αλλαντικά, ούτε σνακς τύπου πατατάκια, κρουασάν κ.λπ. 

18. Δεν μου αρέσουν οι απόκριες και το καρναβάλι -τελευταία φορά που ντύθηκα (Ρομπεν των Δασών) ήταν στο νηπιαγωγείο και σε διαβεβαιώ ότι δεν ήταν προσωπική μου επιλογή.

19. Απολαμβάνω ιδιαιτέρως το φθινόπωρο -αφενός εκτιμώ πολύ τα χρώματά του και αφετέρου με καθησυχάζει η προοπτική του χειμώνα, τον οποίο επίσης προτιμώ μακράν σε σχέση με το καλοκαίρι.

20. Με ενδιαφέρει κάθε είδους περιήγηση -αυτό σημαίνει ότι μπορεί να με βρεις να εξερευνώ με εξίσου μεγάλη περιέργεια, γειτονιές του Little Rock στο Άρκανσο, της Dijon στη Βουργουνδία, του Μπουσάν στην Νότια Κορέα ή της Κατερίνης στην Πιερία, να επισκέπτομαι περίεργα μουσεία και μπρουταλιστικά κτήρια, να ανεβαίνω ηφαίστεια, να διασχίζω ερήμους ή να περπατώ την Πέτρου Ράλλη και τη Λιοσίων.

21. Πηγαίνω για μπάνιο στη θάλασσα αποκλειστικά νωρίς το πρωί (το αργότερο στις 8-8:30), ενώ με το που βγαίνω από το νερό, μένω στην παραλία για 5-10 λεπτά το πολύ για να στεγνώσω και φεύγω -σε ξαπλώστρα είναι ζήτημα αν έχω κάτσει τρεις φορές στη ζωή μου, η τελευταία πριν δεκαετίες.

22. Ξυπνάω 5:30-6:00 το πρωί. Ναι, ακόμα και τα Σαββατοκύριακα, ακόμα και στις διακοπές μου, ακόμα και αν έχω -παρ’ελπίδα- ξενυχτήσει για κάποιον συνήθως αθέλητο ή υποχρεωτικό λόγο.

23. Παρότι μου αρέσει πολύ ο καφές, πίνω αποκλειστικά δύο την ημέρα και σπανίως εκτός σπιτιού -επίσης, εξακολουθώ να προτιμώ τον νες και τον φραπέ από τον καπουτσίνο ή τον φρέντο εσπρέσο.

24. Εκτιμώ πολύ τον σχεδιασμό και την εμπροσθοβαρή δράση, εξού και προγραμματίζω πράγματα μήνες νωρίτερα -για παράδειγμα, τον Σεπτέμβριο, έχω συνήθως κλείσει τις διακοπές μου για το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς -ναι, εννοείται ότι ξέρω πού θα πάω το 2026.

25. Δεν συμμετέχω σε λαϊκά δικαστήρια, δημόσιες εκδηλώσεις λατρείας ή μίσους και πάνδημα συλλαλητήρια -θεωρώ ότι η κοινωνικά ωφέλιμη αλλαγή επιτυγχάνεται με άλλους τρόπους, αλλά δυστυχώς στην Ελλάδα πολλοί είναι πρόθυμοι να κατέβουν στο πεζοδρόμιο ακολουθώντας το θυμικό τους, ελάχιστοι είναι πρόθυμοι να πραγματώσουν στην καθημερινότητά τους την αλλαγή που υποτίθεται ότι επιδιώκουν.

26. Ακούω κλασική μουσική όταν οδηγώ -είναι ένας από τους τρόπους που χρησιμοποιώ για να αντισταθμίζω τον εκνευρισμό που μου προκαλούν οι οδηγικές συνθήκες στην Ελλάδα.

27. Δεν εγκαταλείπω τον πληθυντικό παρά μόνο για πολύ οικείους μου ανθρώπους και συνεργάτες -επιμένω ότι η αστική ευγένεια είναι ένα από τα κορυφαία επιτεύγματα του ανθρώπινου πολιτισμού.

28. Το να διατηρώ εκ παραλλήλου δυοτρεις επαγγελματικές ιδιότητες και να εναλλάσσω «καπέλα» αποτελεί τη μόνιμη εργασιακή συνθήκη μου όσο θυμάμαι τον εαυτό μου -δεν το προτείνω: το multitasking μπορεί να είναι εξαντλητικό και προσωπικά, το κόστος που καταβάλλω υπερβαίνει πολλές φορές το όφελος.

29. Τραβάω αρκετές φωτογραφίες τις οποίες διατηρώ ταξινομημένες σε folders με χρονολογική σειρά -χρησιμοποιώ τις φωτογραφίες ως ένα είδος οπτικοποιημένων σημειώσεων και ανατρέχω αρκετές φορές σε αυτές για να θυμηθώ κάτι.

30. Είμαι απείρως πιο παραγωγικός όταν τηλεργάζομαι -γενικά (θεωρώ ότι) έχω υψηλό βαθμό αυτοπειθαρχίας, επομένως επιτυγχάνω εύκολα deep work όταν δεν με αποσπούν άλλοι. 

31. Μου αρέσει να μελετώ για ώρα χάρτες, εκτιμώ τον καλό προσανατολισμό και χαρτογραφώ στο μυαλό μου τα μέρη στα οποία έχω βρεθεί, ως άσκηση εκμάθησης και κατανόησής τους -καυχιέμαι ότι μπορώ να προσανατολιστώ σε αμέτρητες πόλεις ανά τον πλανήτη (σχεδόν) σαν ντόπιος.

32. Δεν μου αρέσουν τα επαγγελματικά ταξίδια και τα αποφεύγω όσο μπορώ περισσότερο -είμαι ευγνώμων για τα teleconferences και την άνθιση των virtual meetings.

33. Μου αρέσει το άπλωμα των ρούχων και το σιδέρωμα -ναι ακόμα και πουκαμίσων, ναι ακόμα και των σεντονιών με λάστιχο.

34. (Εδώ και πολλά χρόνια) δεν πηγαίνω σε συναυλίες ή live μουσικές εκδηλώσεις -με την εξαίρεση παραστάσεων όπερας ή σπανιότερα, θεατρικών παραστάσεων.

35. Η μελέτη (βιβλίων, άρθρων, podcasts, newsletters κ.λπ.) αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής μου ρουτίνας, ακόμα και όταν το εργασιακό μου πρόγραμμα είναι υπερφορτωμένο -μέρα που δεν έχω μάθει κάτι συναρπαστικό, είναι χαμένη μέρα.

36. Δεν συμμετέχω σε διαδικτυακές αντιπαραθέσεις και αν διαβάσω κάτι με το οποίο διαφωνώ, αποφεύγω να κάνω κάποιο επικριτικό ή δεικτικό σχόλιο -εκτιμώ περισσότερο τους ανθρώπους που είναι ευγενείς και συγχωρητικοί με τους άλλους, από τους ανθρώπους που έχουν δίκιο αλλά το διεκδικούν επιθετικά με τοξικότητα ή ειρωνεία: είναι χρήσιμος ο διάλογος, νομίζω  όμως ότι δεν εκπληρώνονται οι προδιαγραφές για να είναι παραγωγικός στα social media (και σίγουρα όχι στα ελληνικά social media).

37. Σκέφτομαι σχεδιαστικά -όταν π.χ. ξεκινάω ένα νέο project ή όταν στήνω μια διάλεξη, τα ζωγραφίζω πρώτα στο χαρτί.

38. Δεν με αφορούν αντιεπιστημονικές προσεγγίσεις, συνομωσιολογικές θεωρίες και ιδεολογικές/δογματικές απολυτότητες -υπάρχουν πολλές αφηγήσεις για να εξηγήσεις την πραγματικότητα, μην παραμένεις στην ίδια, την πιο βολική ή την πιο ακραία.

39. Με συγκινεί βαθιά η τέχνη (σχεδόν) σε όλες τις μορφές της και την επιζητώ συστηματικά σε μουσεία, διαβάσματα, ακούσματα, αφηγήσεις μυθοπλασίας -η τέχνη αποτελεί πολύτιμη καταφυγή και είναι ανεπίτρεπτο σφάλμα η μη συνάντηση μαζί της.

40. Δεν μου αρέσει το camping -ούτε το οργανωμένο, ούτε το ανοργάνωτο, οπότε να μαζευτούμε να πάτε! 🙂 

41. Αποφεύγω να φιλοξενούμαι σε σπίτια -αφενός δεν θέλω να επιβαρύνω στο ελάχιστο κανέναν και αφετέρου δεν επιθυμώ την καταναγκαστική υπαγωγή μου στους ρυθμούς καθημερινότητας άλλων.

42. Βρίσκω εντελώς πληκτικά τα all inclusive καταλύματα, τις κρουαζιέρες και τα καζίνο -παραδέχομαι όμως ότι προσφέρονται για ενδιαφέρουσες κοινωνιολογικές παρατηρήσεις.

43. Ιδανικά προτιμώ να χρησιμοποιώ μαχαιροπήρουνα σε κάθε γεύμα μου -ακόμα και για τροφές που οι περισσότεροι τρώνε με τα χέρια, όπως η πίτσα, το χάμπουργκερ ή ακόμα και το ψωμί (ειδικά αν είναι λαδωμένο). 

44. Εκτιμώ πολύ την ησυχία -αποφεύγω όσο μπορώ μέρη με ακραία ηχορύπανση, δεν κατανοώ γιατί σε ένα εστιατόριο πρέπει να υφίσταμαι δυνατή μουσική ενόσω τρώω, με ενοχλούν πολύ οι θορυβώδεις γείτονες, δυσανασχετώ με τα beach bars που επιβάλουν μπιτάτα χιτς σε όλους τους λουόμενους και με τις εκκλησίες που χρησιμοποιούν μεγάφωνα/ηχεία, λατρεύω τα silent/quiet βαγόνια σε χώρες όπως η Ολλανδία και γενικά θεωρώ την ησυχία μια από τις πολυτιμότερες πολυτέλειες.

45. Δεν έχω καπνίσει ποτέ στη ζωή μου και ουδέποτε μου γεννήθηκε η περιέργεια να δοκιμάσω -θεωρώ ότι μια από τις μεγάλες κατακτήσεις των τελευταίων δεκαετιών είναι η απαγόρευση του καπνίσματος σε κλειστούς χώρους.

46. Δεν νοσταλγώ καθόλου τα μαθητικά χρόνια -παρά την προφανή χρησιμότητά του, το σχολείο ήταν γεμάτο αντιπαραγωγικούς καταναγκασμούς, όπως η άχαρη απομνημόνευση και η ανέμπνευστη κατάποση ασύνδετων πληροφοριών, ενώ το αισθητικό περιβάλλον (τουλάχιστον του δικού μου σχολείου) ήταν συντριπτικό και ακατάλληλο.

47. Θεωρώ σοβαρό ελάττωμα τη σοβαροφάνεια -εκτιμώ το χιούμορ και την ελαφρότητα ως μηχανισμούς εξισορρόπησης, εξού και απολαμβάνω κωμωδίες, βλέπω sitcoms, διαβάζω χρονογραφήματα και διασκεδάζω με ποπ περιεχόμενο.

48. Σε κάθε μέρος που πηγαίνω και πέραν των αξιοθέατων και των μουσείων, επιδιώκω να επισκέπτομαι οπωσδήποτε τα σουπερμάρκετς, τις λαϊκές αγορές, τους χώρους θρησκευτικής πίστης και τα νεκροταφεία -αντιλαμβάνομαι αυτά τα μέρη ως πολύτιμες ψηφίδες κατανόησης.

49. Όπως φαίνεται από πολλά σημεία της λίστας, εκτιμώ βαθιά τους κανόνες ως βάση μίας λειτουργικής καθημερινότητας, αλλά και ως προϋπόθεση ευρύτερης κοινωνικής προόδου, ενώ δεν συμμερίζομαι καθόλου την -ιδιαιτέρως διαδεδομένη στην Ελλάδα- άποψη ότι η μη συμμόρφωση με κανόνες είναι «μαγκιά» ή ότι δικαιολογείται ηθικά λόγω των στρεβλώσεων και των αποτυχιών του συστήματος. 

50. Παρά τις περί του αντιθέτου ενδείξεις, παραμένω αισιόδοξος -ιδίως όταν συναντώ (στον φυσικό ή ψηφιακό κόσμο) ευγενείς ανθρώπους που πασχίζουν για το καλύτερο, σκέφτονται ελεύθερα και πετυχαίνουν (μικρές ή μεγαλύτερες) νίκες, τις περισσότερες φορές χωρίς να είναι ιδιαιτέρως ορατοί. Και ναι, συναντώ τέτοιους τύπους. 
Ευτυχώς.

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2025

Pizza Moldava

Θέλεις το κρύο, θέλεις που είπα να κόψω το σερί μολδαβικής κουζίνας, αποφάσισα να φάω κι εγώ μία πίτσα. Βρέθηκα λοιπόν σε μία από τις πλέον αγαπημένες μου γειτονιές του Κισινάου, σε ωραιότατο ιταλικό εστιατόριο υπό την ονομασία Little Napoli. Επειδή μάλιστα δύσκολα βρίσκεις εκεί τραπέζι χωρίς κράτηση, είχα κάμει τα κουμάντα μου από την προηγούμενη μέρα για να'μαστε σίγουροι.

Το εστιατόριο στεγάζεται σε ένα υπέροχο παλιό σπίτι με ωραιότατες φλοράλ ταπετσαρίες στους τοίχους, μαντεμένια σώματα καλοριφέρ, ξύλινα πατώματα που τρίζουν σε κάθε σου βήμα. 

Αν προσθέσεις τη ρετρό διακόσμηση και την απαλή μουσική, νομίζω περιμένεις να δεις την Αμελί να κάθεται στο διπλανό τραπέζι. 

Ο κατάλογος που μου έφερε μία ευγενέστατη νεαρά, διαπίστωσα ότι διαθέτει αποκλειστικά πίτσες και κρασιά -μήτε σαλάτες, μήτε άλλα ορεκτικά, μήτε ζυμαρικά- επομένως διαμόρφωσα αναλόγως την παραγγελία μου: μία Parmigiana di Melanzane με σάλτσα ντομάτας, μοτσαρέλα και ψητές φέτες μελιτζάνας και μία κλασική ναπολιτάνικη Margherita με φύλλα βασιλικού. Οι οποίες κατέφθασαν μοσχοβολιστές και αχνιστές, μερικά λεπτά αργότερα!

Δεν ξέρω αν επηρεάστηκα από τη vintage αισθητική του μέρους και από την ιδιαιτέρως ευχάριστη ατμόσφαιρά του, αλλά νομίζω ότι ήσαν από τις καλύτερες πίτσες που έχω φάει στη ζωή μου. Φρέσκα υλικά, νοστιμότατη σάλτσα και μία θεσπέσια ζύμη που ήταν λεπτή και αφράτη στη μέση, τραγανή και καλοψημένη στις άκρες. 

Χορτασμένος και φχαριστημένος, έβαλα το παλτό μου και κατευθύνθηκα προς την πόρτα, όπου διασταυρώθηκα με έναν τύπο με ποδιά και λευκό καπέλο που προφανώς ήταν ο σεφ. Μου χαμογέλασε, του χαμογέλασα. Και επειδή είμαι γαλαντόμος σε κάτι τέτοια, δεν κρατήθηκα και του είπα ότι οι πίτσες του είναι εκπληκτικές. Για να το παίξω μάλιστα κάπως χαριτωμένος, τον ρώτησα να μου πει το μυστικό για αυτή την υπέροχη ζύμη. Με κοίταξε συνομωτικά και μου ψιθύρισε "Αν σας το αποκαλύψω, θα πρέπει να σας προσλάβω στην κουζίνα!" 

Ε να μην σου τα πολυλογώ, έχω πλέον βάρδια Τρίτες και Πέμπτες.

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2025

Γεια σου καΐκι μου Άη-Νικόλα

Αν θέλουμε να είμαστε αυστηροί, ο Άγιος Νικόλαος Λασιθίου δεν διαθέτει σπουδαία αξιοθέατα, μήτε ιδιαιτέρως όμορφα κτήρια. Ένας μικρός οικισμός είναι -μην βλέπεις που μεγαλοπιάνεται τα καλοκαίρια λόγω της γειτνίασής του με τα πολυτελή resorts της Ελούντας, τα ακριβά γιοτς που προσεγγίζουν τις ακτές του και τους κάμποσους τουρίστες που απολαμβάνουν τις θαυμάσιες παραλίες και το φρέσκο ψαράκι τους στις ταβέρνες. 

Κεντρικό σημείο αναφοράς του είναι η μικρή λιμνοθάλασσα Βουλισμένη, στα νερά της οποίας υποτίθεται ότι λούζονταν η Αθηνά και η Άρτεμη και στον πυθμένα της οποίας θα βρεις πολεμικό υλικό που καταβύθισαν οι Γερμανοί λίγο πριν εγκαταλείψουν την Κρήτη στο τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Σήμερα, αποτελεί καταφύγιο για τις μικρές βάρκες που δεμένες στους κάβους, κουνιούνται γουργουρίζοντας στα ήσυχα νερά.

Είναι πιο κουβαρντάς ο χρόνος σε τέτοια μικρά μέρη, κυλάει αλλιώτικα -την απολαμβάνεις την αίσθησή τους, την εκτιμάς την ηρεμία τους. Υπάρχει όμως κι ένα στοιχείο που έκαμε ανέκαθεν τον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου λιγάκι πιο οικείο σε εμένα, λιγάκι πιο δικό μου: το γεγονός ότι είμαστε συνονόματοι. 

Ίσως να το βρίσκεις κάπως αφελές. Ίσως να πρόκειται για μια δική μου ιδιορρυθμία που δεν συμμερίζονται άλλοι άνθρωποι -δεν ξέρω ας πούμε αν αισθάνεται παρόμοια οικειότητα ο Λεωνίδας στο Λεωνίδιο, η Ιωάννα στα Γιάννενα, η Κατερίνα στην Κατερίνη, ο Αλέξανδρος στην Αλεξάνδρεια, ο Κώστας στην Πόλη ή ο Μπομπ στα Μαστοροχώρια. Ε, πώς να το κάμουμε, έχει το γούστο του να περπατάς σε ένα μέρος που ακούει -έστω περίπου- στο ίδιο όνομα που γράφει και η δική σου η ταυτότητα. 

Θα μου πεις, μα έχει τόση σημασία ένα όνομα; Μία λέξη είναι που σε προαναγγέλλει στον κόσμο, ένας τρόπος να σε αποκαλούμε για να αποφύγουμε το "ψιτ" (αν είσαι αγοραίος τύπος), το "αδελφέ" (αν είσαι της οικειότητας), το "σύντροφε" (αν είσαι κουκουές) ή το "bro" (αν είσαι τίποτις GenZ μη-χειρότερα). Ε, πώς να το κάμουμε; Μία σημασία την έχει το όνομα! Ακόμα και το δικό μου που είναι αρκετά πολυφορεμένο και θα το έλεγες απλό.

Κάποιες φορές αναρωτιέμαι αν θα ήμουν διαφορετικός άνθρωπος αν με είχαν ονομάσει αλλιώς: αν είχα ας πούμε ένα πολυσύλλαβο, αρχαιοπρεπές και πιο επιβλητικό όνομα: αν ήμουν ένας Αριστείδης, ένας Επαμεινώνδας, ένας Βελλερεφόντης. Όταν ήμουν μικρός, ομολογώ πως δεν είχα σε μεγάλη υπόληψη το όνομά μου. Όσο περνούν όμως τα χρόνια, τόσο δένεται πάνω μου και τόσο περισσότερο το αντιλαμβάνομαι ως συστατικό μου στοιχείο -νομίζω δεν μπορώ πλέον να με φανταστώ αλλιώς. Το'χω άλλωστε συμπληρώσει σε τόσες αιτήσεις, το'χω χρησιμοποιήσει σε τόσες συναλλαγές και το'χω κοτσάρει σε τόσα βλακώδη subscriptions στο ίντερνετ που αυτό είναι και δεν αλλάζει, όσο κι αν επιμένεις.

Αν ρωτάγαμε έναν κοινωνιολόγο, μάλλον θα ανάτρεχε στη θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας και θα μας έλεγε ότι τα ονόματα συνδέουν τον άνθρωπο με οικογένειες, κοινότητες και γενιές, ενισχύοντας την αίσθηση της συμμετοχής σε ευρύτερα κοινωνικά σύνολα. Αν ρωτάγαμε έναν ανθρωπολόγο, το πιο πιθανό είναι να μας επισήμαινε ότι τα ονόματα λειτουργούν ως αφηγηματικά πλαίσια, μεταφέροντας μύθους, ιστορίες και πολιτισμικές παραδόσεις που διαμορφώνουν τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας και το περιβάλλον μας. Αν ρωτάγαμε έναν γλωσσολόγο, θα επισήμαινε πως οι ήχοι δεν είναι καθόλου αθώοι, αλλά προκαλούν ασυνείδητες εντυπώσεις για χαρακτηριστικά όπως η ευγένεια, η ισχύς ή το κοινωνικό στάτους. Αν ρωτάγαμε έναν marketer, θα μας έλεγε ότι το όνομα αποτελεί στοιχείο της προσωπικής μας επωνυμίας και θα μας σύστηνε να σιάξουμε κι ένα λογότυπο, να υιοθετήσουμε και ένα jingle και να πορευθούμε ως influencer μπας και βγάλουμε κάνα φράγκο κάνοντας unboxing αρωματικά κεράκια και κρέμες προσώπου. Αν ρωτάγαμε τέλος έναν ψυχολόγο, υποθέτω θα μας έλεγε ότι οι προσδοκίες που συνοδεύουν ένα όνομα μπορούν να επηρεάσουν την αυτοαντίληψη ή ακόμα και τη συμπεριφορά μας -καλά, μεταξύ μας, και άλλα πράγματα θα μας έλεγε ο ψυχολόγος που πάμε και τον ρωτάμε μπούρδες για τα ονόματα, αλλά τέλοσπάντων. 

Ποιο είναι το συμπέρασμα; Πρώτον, ότι δεν είναι φρόνιμο να συνομιλείς με πολλούς ειδικούς ταυτόχρονα, περιορίσου σε έναν και ό,τι σου συστήσει πάρτο! Και δεύτερον, το όνομα ξεκινά πράγματι ως ταυτοτικό στοιχείο, αλλά εξελίσσεται σε βιωματικό χαρακτηριστικό που το φοράμε και μας φοράει, συνδέοντάς μας με τον κόσμο γύρω μας. Ακόμα και η ημέρα της εορτής σου, έχει το γούστο της, καθώς σου λένε όλοι χρόνια πολλά και κερνάς γλυκά και νιώθεις σπουδαίος που σε θυμούνται διάφοροι άνθρωποι.

Πράγματι, μπορεί ο Άγιος Νικόλαος εκεί στην Κρήτη να μην είναι ούτε το πιο όμορφο, ούτε το πιο συναρπαστικό μέρος αυτού του κόσμου. Μα συμπάθα-με, εγώ τον εκτιμώ ιδιαιτέρως. Όχι για τ'όνομά του, ούτε μόνο γιατί τον έχω συνδυάσει με λιακάδες και ξενοιασιές. Αλλά κυρίως, γιατί σε αυτή την μικρή του, εσωτερική υδάτινη αγκαλιά, δεν πασχίζει να χωρέσει τάνκερ ή υπερωκεάνια. Αρκείται στις ήσυχες βάρκες του. Που κι αν ξανοίγονται οι έρμες σε πελάγη, που κι αν υφίστανται και δύστροπους καιρούς, βάρκες παραμένουν -κάποτες πιο δειλές, κάποτες πιο θαρρετές, μα πάντοτε δισύλλαβες.

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2025

Οι κέδροι του Λιβάνου

Μία αραιή αλλά αδιάκοπη κινητικότητα από τ'άγρια ξημερώματα μέχρις αργά το βράδυ -αυτοκίνητα που πηγαινοέρχονται και θηριώδη φορτηγά που σέρνουν το βαρύ τους εκτόπισμα πάνω στην κουρασμένη άσφαλτο. Είναι η Αμερική της διακίνησης, της εμπορικής συναλλαγής, του καθημερινού βιοπορισμού. 

Για τους περισσότερους, το μέρος αυτό είναι μία διασταύρωση, ένα πέρασμα στη διαδρομή τους, μία αδιάφορη και φευγαλέα εικόνα στα πηγαινέλα τους. Στην αντίληψη των διερχόμενων, τούτοι οι δρόμοι είναι αδιάφορα στιγμιότυπα. Η Main Street που κατηφορίζει από Βορρά προς το Νότο συναντά τη High Street που ενώνει την Ανατολή μας με τη Δύση μας. 

Όμως αν είσαι κάτοικος, βλέπεις τα πράγματα αλλιώς. Το μέρος είναι για σένα ακίνητο. Στοιχειωμένο από την μυωπική κατάρα των μικρών επαρχιακών πόλεων που διαθέτουν απέραντους ορίζοντες, αλλά στερούνται της ικανότητας να τους ατενίσουν.

Σαν ήρθαν να εγκατασταθούν οι πρώτοι έποικοι, οι εκτάσεις αυτές ήταν κατάφυτες με κόκκινους κέδρους, το ξύλο των οποίων είναι ανθεκτικό και ευωδιάζει. Εξού και το χρησιμοποίησαν για να χτίσουνε τα σπίτια τους -όπως ο Σολομών ζήτησε από τον Χιράμ τον Α' της Τυρού να του στείλει κέδρους για να επενδύσει το εσωτερικό του Ναού. 

Αυτή η βιβλική αναφορά θεωρήθηκε από τους εποίκους απολύτως ταιριαστή και κατάλληλη για τον νέο τους οικισμό. Κι έτσι, του έδωσαν το όνομα Lebanon. 

Κι ας είμαστε εν τω μέσω του Τενεσί, κι ας μπορεί από εδώ να καλυφθεί μονάχα με τη φαντασία η απόσταση ως τις ηλιόλουστες ανατολικές ακτές της Μεσογείου που επιμένει να σκεπάζει με την πολύτιμη σκιά της η οροσειρά του Λιβάνου.   

Έχουν περάσει διακόσια τόσα χρόνια από την πρώτη εγκατάσταση των εποίκων. Δεν ζούμε πια σε ξύλινα σπίτια, μήτε χρησιμοποιούμε άμαξες και κάρα στις μετακινήσεις μας. Μα η αλλαγή που διαπιστώνεις είναι απλώς φαινομενική. Στο είπα, το μέρος μοιάζει να'ναι ακίνητο. 

Η καθημερινότητά του μετριέται με το βενζινάδικο, τα μικρά τοπικά μαγαζιά και το Walmart στην έξοδο της πόλης, απέναντι από το φαστφουντάδικο με τα νάγκετς και τις τηγανητές γλυκοπατάτες. 

Οι ίδιοι άνθρωποι πηγαινοέρχονται, οι ίδιες σημαίες ανεμίζουν, η ίδια σερβιτόρα παίρνει τις παραγγελίες στο diner, κατατάσσοντας αξιολογικά τους πελάτες με βάσει το φιλοδώρημα που της αφήνουν. 

Στα λιγοστά bars, οι γνωστοί θαμώνες πίνουν τη μπύρα τους και παίζουν μπιλιάρδο με υπόκρουση κάντρι μουσικής. Τα σαββατοκύριακα διοργανώνονται ενίοτε μικρά φεστιβάλς και τοπικά ροντέο -αυτές είναι όλες όλες οι διασκεδάσεις μας. Αυτές και τα σχολικά ή κολεγιακά πρωταθλήματα αμερικανικού ποδοσφαίρου που τυγχάνουν μεγάλης εκτίμησης και ενδιαφέροντος.

Και βεβαίως πηγαίνουμε στην εκκλησία -των Μεθοδιστών, των Βαπτιστών, των Λουθηρανών, των Πρεσβυτεριανών, των Καθολικών, ανάλογα που ανήκει ο καθένας. Όλες τους είναι γεμάτες την Κυριακή. 

Από ανθρώπους που ακούνε με προσοχή το κήρυγμα του πάστορα και απολαμβάνουν την καθησυχαστική ασφάλεια μιας κοινά βιωμένης εμπειρίας. Ως μέλη της κοινότητας, ως σύντροφοι που προστατεύουν ο ένας τον άλλο. Έναντι των δαιμόνων που καραδοκούν εκεί έξω και των δαιμόνων που κατοικούνε τις μοναξιές τους. 

Ο συντηρητισμός δεν είναι πολιτική ιδεολογία, αλλά τρόπος ζωής. Η θρησκευτική πίστη, η εκτίμηση της εργασίας, η αξία της αυτονομίας, της πρακτικότητας και του αποτελέσματος, η καχυποψία προς το κράτος, αποτελούν θεμελιώδεις παραδοχές -αιτία και αποτέλεσμα της πολιτικής επανατοποθέτησης που συνέβη στο αμερικανικό Νότο κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, από τη μονοκρατορία των Δημοκρατικών στην κυριαρχία των Ρεπουμπλικάνων.

Ναι, υπάρχουν κι εδώ οι ίδιες αγωνίες -για το μέλλον των παιδιών, την ερήμωση της επαρχίας, τη φθορά των παλιών δεσμών ανάμεσα στους ανθρώπους της κοινότητας που με τον καιρό και τη συνθήκη, βλέπουν να καταρρέει η συνοχή στην οποία βασίζονταν. Αισθάνεσαι την ανάσα των δαιμόνων πιο απειλητική δίπλα σου.

Ίσως άκουσες για έναν ακόμα γείτονα που έχασε τη δουλειά του στα πενήντα πέντε και έβαλε υποθήκη το σπίτι. Ίσως ακόμα θλίβεσαι για εκείνο το εργοστάσιο της Dell έξω από την πόλη, που έκλεισε πριν καιρό και οδήγησε στην απώλεια εκατοντάδων θέσεων εργασίας. Ίσως ανησυχείς που η καλλιέργεια της γης δεν είναι πια μήτε ελκυστική, μήτε ιδιαιτέρως προσοδοφόρα. Ίσως φοβάσαι ότι ο μπερδεμένος κόσμος που παρακολουθείς από τις οθόνες σου να αλλάζει τόσο γρήγορα, μήτε σε περιμένει μήτε σε περιλαμβάνει. 

Κι ύστερα υπάρχει αυτή η καταιγίδα η δικιά σου, που μαίνεται εντός σου. Τις περισσότερες φορές καταπνίγεται μέσα στην πλήξη της ρουτίνας. Των απέραντων διαδρόμων του σουπερμάρκετ, των εθιστικών σήριαλς στην καλωδιακή, των έτοιμων γευμάτων που ζεσταίνεις στο φούρνο μικροκυμάτων, του ατελείωτου σερφαρίσματος στο διαδίκτυο. Μα κάποιες φορές ασυγκράτητα σε κυριεύει -οι εσωτερικοί άνεμοι σφυρίζουν στ'αυτιά σου, τα καταρρακτώδη νερά θολώνουν τη ματιά σου και οι αστραπές κεραυνοβολούνε την ψυχή σου.

Δεν διαφέρει, θα πεις, το Lebanon από κάθε άλλο μέρος σε αυτόν τον κόσμο. Ίδιοι είναι οι φόβοι, ίδιες οι επιθυμίες. Το καδράρισμά τους αλλάζει. Αν κοιτάξεις έναν προς έναν τους ανθρώπους, αν μπορέσεις να τους καταλάβεις, σχεδόν πάντα μπορείς να τους συγχωρήσεις. Όποιοι κι αν είναι, όπου κι αν βρίσκονται.

Έτσι και εδώ. Σαν αφεθείς στο ευγενικό καλημέρισμα, στην ανάγκη για επαφή, στο σεβασμό με τον οποίο οι περισσότεροι αντιμετωπίζουν το όποιο δικαίωμά σου, σχεδόν πάντα μπορείς να γαληνέψεις.

Κι αν ξανοιχτείς με τ'αμάξι το απόγευμα, αν βρεις το κουράγιο να διαπεράσεις τα σύνορα της πόλης και να περιπλανηθείς στους καταπράσινους λόφους τριγύρω της, τότες θα γίνεις ακόμα πιο επιεικής. Η ρητίνη των κέδρων ποτίζει τον αέρα με ένα ξυλώδες άρωμα. Και καθώς ο ήλιος πέφτει πίσω από τα χωράφια με τα καλαμπόκια, καληνυχτίζοντας τα φύλλα τους σαν στοργικός γονέας, μπροστά σου αποκαλύπτεται η σαγήνη. Της τρυφερότητας του Νότου. Γνώριμή σου είναι και δαύτη, την ξέρεις με έναν τρόπο. Στα ίδια, τα δικά σου συναισθήματα μιλάει. Ακόμα και σε αυτές τις απέραντες απλωσιές του Τενεσί. Που όσο κι αν πασχίζεις, ποτέ δεν καταφέρνεις να γεμίσεις.

“Atticus, he was real nice."

"Most people are, Scout, when you finally see them.” 

Harper Lee, To Kill a Mockingbird