Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2021

Frozen

Έχω εκτεθεί αρκετές φορές σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Μείον οκτώ βαθμούς στο Κάρλοβι Βάρι της Τσεχίας να περπατώ δίπλα στον αχνιστό ποταμό Τέπλα. Μείον δώδεκα βαθμούς στ'ανοιχτά της Στοκχόλμης, να διασχίζω το Αρχιπέλαγος με τον παγωμένο αέρα της Βαλτικής να με πηρουνιάζει. Μείον δεκάξι βαθμούς στο Γκάρμις-Πάρτενκίρχεν ένα λαμπερό πάλευκο πρωινό, σκαρφαλωμένος στις Άλπεις κάπου στα σύνορα μεταξύ Γερμανίας και Αυστρίας. Ναι, έχω εκτεθεί αρκετές φορές σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. 

Μα τούτο δω ξεπερνά κάθε άλλη εμπειρία. Αποτελεί προσωπικό ρεκόρ και για εμάς που ζούμε στη μεσογειακή ζώνη, φαίνεται ως και εξωπραγματικό.

Μείον είκοσι επτά βαθμοί Κελσίου. Σταθερά και για μέρες. Κοιτάζω το θερμόμετρο και έχει εξαφανιστεί στον πάτο ο υδράργυρος -φαντάζομαι ότι πήρε των ομματιών του και μετακόμισε σε πιο εύκρατα κλίματα μπας και βρει την υγειά του ο καψερός.

Παρότι εδώ χρησιμοποιούμε την κλίμακα Φάρεναϊτ που επιμένει να με μπερδεύει, η αίσθηση ψύχους δεν επιτρέπει την παραμικρή αμφιβολία. Πρόκειται για ακραία συνθήκη, ακόμα και για τους κατοίκους του Σικάγο που τα'χουν συνηθίσει τέτοια ψύχη.

Οι Αρχές καλούν τον κόσμο να παραμείνει στα σπίτια του, η κίνηση στους δρόμους είναι περιορισμένη κι ένα παχύ στρώμα χιονιού έχει καλύψει τα πάντα. Οι ειδήσεις αναφέρουν πως η θερμοκρασία στην πόλη είναι πιο χαμηλή από εκείνη που επικρατεί αυτή τη στιγμή στο Βόρειο Πόλο -πρώτη φορά νιώθω τόσο έντονα αισθήματα αλλυλεγγύης προς τις λευκές αρκούδες, τις φώκιες και τις όρκες. Polar votex, αυτός είναι ο τίτλος της πρώτης είδησης σε όλα τα δελτία. Βρισκόμαστε στο έλεος μίας πολικής δίνης.

Το αξιοπερίεργο είναι πως όταν δεν χιονίζει, βγαίνει ένας πελώριος, ψεύτης ήλιος. Τον βλέπεις, ξέρεις ότι είναι εκεί, αλλά δεν τον αισθάνεσαι. Αρνείται να σε ζεστάνει. Λες κι έχει πεισμώσει μαζί σου, λες και σου κάμει νάζια για εκείνα τα φλογερά καλοκαίρια που τον εσιχτήριζες για τους καύσωνές του. Η εκδίκησή του είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο. 

Πάρα πολύ κρύο. Μερικά δευτερόλεπτα από τη στιγμή που εγκαταλείπεις έναν στεγασμένο, θερμαινόμενο χώρο, αρχίζεις να νιώθεις στο σώμα σου μία φυσική στρέβλωση.

Η συχνότητα των καρδιακών παλμών αυξάνει καθώς το κορμί σου πασχίζει να διατηρήσει τη θερμοκρασία που απαιτούν τα ζωτικά σου όργανα για να συνεχίσουν να λειτουργούν. Τα άκρα σου παγώνουν και χάνεις σταδιακά την αίσθησή τους, τα βήματά σου γίνονται βαριά, μειώνεται η ικανότητα σου να συντονίσεις τις κινήσεις σου. Αν τυχόν έχεις διαπράξει το μέγα λάθος να αφήσεις ακάλυπτη κάποια σπιθαμή δέρματός σου, νιώθεις έντονα τσιμπήματα από βελόνες και ύστερα αφόρητη αίσθηση καψίματος. Οι βλεφαρίδες σου κρυσταλλιάζουν, οι βελόνες πολιορκούν ως και τις κόρες των ματιών σου και φοβάσαι πως θα θρυμματιστούν αν δεν φοράς προστατευτικά γυαλιά. Μετά από μόλις μερικές εκατοντάδες μέτρα, βρίσκεσαι στα κρίσιμα όρια της υποθερμίας.

Στα σίγουρα δεν είναι η κατάλληλη μέρα για βόλτα στη λίμνη. Θα ήταν τρελό, παρακινδυνευμένο, παρανοϊκό, αδιανόητο. 

Όπως καταλαβαίνεις, θα σε πάω βόλτα στη λίμνη. 

Βαδίζω με δυσκολία πάνω στο χιόνι. Αποστάσεις που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν απολύτως διαχειρίσιμες, μοιάζουν ατελείωτες και βασανιστικές.  

Αυτό είναι το Navy Pier. Ένα από τα πιο διάσημα σημεία στο Σικάγο. Πρόκειται για μία στενόμακρη αποβάθρα που εκτείνεται σε μήκος περίπου χιλίων μέτρων μέσα στη λίμνη Μίτσιγκαν. Πάνω της βρίσκονται διάφορα κτήρια και ένα λούνα πάρκ.

Η αρχική διαμόρφωση έγινε στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν ο Ντάνιελ Μπέρνχαμ σχεδίασε εδώ ένα πάρκο με χώρους αναψυχής για τους κατοίκους της πόλης. Κατά τη διάρκεια των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, το Navy Pier χρησιμοποιήθηκε ως βάση και εκπαιδευτικό κέντρο για το Πολεμικό Ναυτικό.

Αργότερα στεγάστηκαν υπηρεσίες και σχολές του Πανεπιστημίου του Ιλινόις και εκατοντάδες φοιτητές έρχονταν ως εδώ για να παρακολουθήσουν τα μαθήματά τους. Εντέλει το Πανεπιστήμιο μεταφέρθηκε σε καταλληλότερους χώρους και το μέρος αυτό εγκαταλείφθηκε και παρήκμασε.

Τη δεκαετία του 90 έγιναν μεγάλες παρεμβάσεις και το Navy Pier απέκτησε ξανά την αίγλη του ως χώρος αναψυχής και πολιτισμού. Τα επόμενα χρόνια, άνοιξαν εδώ εκθεσιακοί χώροι, εστιατόρια, μαγαζιά, ενώ προστέθηκε και το Chicago Shakespeare Theater που φιλοξενεί πλήθος παραστάσεων. 

Ο έξυπνος σχεδιασμός μετέτρεψε το μέρος σε πόλο έλξης για τους κατοίκους αλλά και τους επισκέπτες της πόλης, αποδεικνύοντας πως με όραμα, στρατηγική, ένα καλό επιχειρησιακό σχέδιο και κάμποσα εκατομμύρια, καταφέρνεις θαύματα.

Αλλά δεν σε έφερα ως εδώ μέσα στο κρύο για να σου μιλήσω για την ιστορία του Navy Pier. 

Σε έφερα για να σου δείξω αυτό.

Τη λίμνη Μίτσιγκαν.

Αυτή την πελώρια λιμνη. 

Που μέσα της χωράει περίπου τη μισή Ελλάδα. 

Και που τώρα τη βλέπεις μεν παγωμένη, μα το καλοκαίρι είναι κάμποσοι εκείνοι που πλατσουρίζουν στα νερά της και λιάζονται στις αμμώδεις όχθες της. Εξού και αποκαλείται "Τρίτη Ακτή" (Third Coast) των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς προστίθεται στα δύο τεράστια παραλιακά μέτωπα της χώρας στον Ειρηνικό και τον Ατλαντικό Ωκεανό. Όχι, μην έχεις μεγάλες προσδοκίες από το μπάνιο σου, αν τυχόν σε βγάλει ο δρόμος σου κατά δω τον Αύγουστο: παρά τη διαβόητη, τραγουδιστή άμμο που σφυρίζει στα βήματά σου, όταν εντέλει βουτάς συνειδητοποιείς πως ο βυθός είναι γιομάτος με ανακατωμένο πλαγκτόν και λάσπη. Για τα δικά σου τα δεδομένα, δεν περνάει ούτε τη βάση. Αλλά τι να κάμουμε; Ο καθείς με αυτά που του κληρώθηκαν.

Μα στάσου! Κάμε λίγη ησυχία. Το ακούς αυτό; Είναι το τριξιμο του πάγου. Η συνεχής του μεταμόρφωση. Ειναι η αρχέγονη γλώσσα του νερού. Που άλλοτε κελαρύζει, άλλοτε παφλάζει. Και κάπου κάπου, στις πιο αρκτικές του διαλέκτους, τριζοβολάει. 

Διάσπαρτα τριξίματα ακουόνται απ'άκρη σ'άκρη αυτής της τεράστιας λίμνης. Που αγκαλιάζεται από το Ιλινόις, την Ιντιάνα, το Γουισκόνσιν και την (ομώνυμη) πολιτεία του Μίτσιγκαν. Και φθάνει ψηλά, στα στενά του Μάκινακ για να συναντήσει την επίσης θηριώδη αδελφή της, τη λίμνη Χουρόν. 

Έχω παγώσει. Είμαι ώρα πολύ πια εκτεθειμένος και γίνεται εξαιρετικά επώδυνη η κάθε κίνηση που κάμω όταν βγάζω το γάντι μου για να τραβήξω την επόμενη φωτογραφία. Αισθάνομαι πια έντονο τον πάγο στις βλεφαρίδες μου και το κάψιμο στο δέρμα. Τα ακροδάχτυλά μου απλώς έχουν πάψει να υπάρχουν.

Μα συνεχίζω. Σαν πλανεμένος Οδυσσέας από το τραγούδι των κρυστάλλινων σειρήνων.

Με πλήρη συνείδηση. Της ασημαντότητας όλων των ερμηνειών, μπροστά σε αυτό το καθηλωτικό τοπίο.

Σπεύδω για λίγο σε στεγασμένο χώρο.

Θα μείνω για μερικά λεπτά εντός για να ανασυνταχθώ. Με την ελπίδα να αποκατασταθεί κάπως η αίσθηση των άκρων μου.

Παντελόνι, φόρμα και σκελέα από κάτω. Αντιανεμικό μπουφάν, δύο ζακέτες, πουλόβερ, ισοθερμικό φανελάκι από πάνω. Δύο ζευγάρια γάντια, κασκόλ, μάσκα προσώπου και σκούφος. Όλες αυτές οι στρώσεις, απλώς επιβραδύνουν το ξεπάγιασμα, δεν σε απαλλάσσουν από την απειλή του. 

Χαζεύω λίγο τους εσωτερικούς χώρους του Navy Pier. Τα γνωστά ταχυφαγεία, καταστήματα με ρούχα και είδη δώρων. Τα περισσότερα είναι κλειστά λόγω καιρού. Ένας φύλακας σταματάει να παίζει με το κινητό του και με κοιτάζει με κάποια απορία. Του χαμογελάω ευενικά, ξεχνώντας πως έτσι όπως είμαι κουκουλωμένος, δεν μπορεί να διακρίνει τις εκφράσεις μου.

Ύστερα το βλέμμα μου πέφτει σε μία διακοσμητική σύνθεση στον τοίχο. Με φόντο τις πυραμίδες και διάφορα άλλα αξιοθέατα, ένα πλήθος ανθρώπων εικονίζεται με παραδοσιακές στολές. Ανάμεσά σε Μεξικάνους με σομπρέρο και Ιάπωνες με κιμονό, εντοπίζω ένα ζευγάρι με πολύ γνώριμες ενδυμασίες. Στο μυαλό μου ήρθαν οι αμμουδερές ακτές της Κρήτης, της Μεσσηνίας, των Κυκλάδων. Το ευωδιαστό χάδι του βασιλικού στη γλάστρα, το βούτηγμα του ψωμιού στο παχύ λάδι της σαλάτας. Προς στιγμή, μύρισα γεύσεις, δοκίμασα αλμύρες, κολύμπησα εικόνες. Με ζέστανε ο λαμπερός κι ολόθερμος ήλιος της θύμησής μου.

Ανασκουμπώθηκα και βγήκα αποφασισμένος στο ψύχος.     

Κοίταξα προς την πλευρά της πόλης. Το Σικάγο αναδυόταν μέσα από την παγωμένη λίμνη.

Τι σαγηνευτική εικόνα! Τη φωτογράφησα κι ύστερα προσπάθησα να την αποτυπώσω στο μυαλό μου. Να απομνημονεύσω την αίσθησή της.

Τα χρώματά της, τους αντικατοπτρισμούς της, τις ησυχίες της. Θα έρθει ο καιρός που θα χρειαστώ να την ανακαλέσω κι αυτήν.

Ύστερα πια, άφησα το βλέμμα μου να γλιστρήσει ξανά προς τη μεριά της Μίτσιγκαν. Πώς το έχει πει ο Μεχμέτ Μουράτ Ιλντάν; Δεν ονειρεύονται όλες οι λίμνες να γίνουν ωκεανοί. Κάποιες είναι απολύτως ευχαριστημένες με τον εαυτό τους. Καλά το είπε. Μακάριες και αξιοσέβαστες, οι λίμνες αυτές. 

Ίσως γιατί είναι πιο εξοικειωμένες με τα όριά τους. Μεγάλες ή μικρές, βαθιές ή ρηχές, ζεστές ή παγωμένες, ξεύρουν πως λίμνες είναι. Από μιαν όχθη ξεκινούν και σε μιαν όχθη θα καταλήξουν.

Κατέβασα πιο χαμηλά το σκούφο μου, ξαναφόρεσα το δεύτερο ζευγάρι γάντια και με όσες δυνάμεις μού είχαν απομείνει, κινήθηκα και πάλι προς αναζήτηση καταφυγίου από το χειμώνα μου.

4 σχόλια:

  1. Πολύ εντυπωσιακό! Μακάρι να έβαζες κι ένα ηχητικό ντοκουμέντο από την παγωμένη λίμνη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Η γραφή σου είναι συναρπαστική και παιχνιδιάρικη. Με ταξίδεψες τόσο όμορφα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι. Κάθε αφορμή να ταξιδεύει κανείς (έστω και νοητώς), μας έχει γίνει πολύτιμη εν καιρώ πανδημίας!
      Την καλημέρα μου, Χριστίνα!

      Διαγραφή