Στέκομαι στην όχθη αυτής της άχρονης θάλασσας. Και προσπαθώ να αφουγκραστώ τους ήχους της. Εις μάτην. Ο κυματισμός της παραμένει βουβός. Αλλά πάλι, ίσως αυτό με έφερε ως εδώ. Η ανάγκη να της αποθέσω κι εγώ τις σιωπές μου. Να τις ακούσει ετούτη η θάλασσα και να τις προσθέσει στις τόσες που'χει εδώ και χιλιετίες βυθίσει μέσα της.
Είναι αλλόκοτο αυτό το μέρος, δυσεξήγητο. Γιατί η θάλασσα που απλώνεται μπροστά μου έχει αρνητικό υψόμετρο. Κατά διακόσια μέτρα. Και παρότι για θάλασσα περνιέται, είναι στ'αλήθεια λίμνη -και ούτε καν από τις πολύ πολύ μεγάλες. Είκοσι χιλιόμετρα μήκος, δέκα χιλιόμετρα πλάτος. Ο αέρας φυσάει αλλιώτικα εδώ. Πιο πνιχτά. Και ο ήλιος φωτίζει περίεργα. Πιο θαμπά.
Βρισκόμαστε στη γη της Γαλιλαίας. Κι αυτά εκεί απέναντι είναι τα υψίπεδα του Γκολάν. Και η Συρία. Πάρκαρα το αμάξι σε ένα στενάκι παραπίσω κι ύστερα άρχισα να κατηφορίζω προς την κατεύθυνση της όχθης.
Οι Εβραίοι την αποκαλούν με το αρχέγονο όνομά της. Κινερέτ. Άλλωστε, ως Κινερέτ μνημονεύεται στην Παλαιά Διαθήκη όταν περιγράφονται ετούτες οι πατρίδες του Ισραήλ πριν χαθούν από τους Εβραίους που βρέθηκαν εξόριστοι στη Βαβυλώνα, τον 6ο αιώνα π.Χ.
Για τη χριστιανική πίστη, αυτή εδώ η λίμνη είναι ιδιαιτέρως σημαντική. Σε αυτά τα νερά ψάρευαν οι μαθητές του Ιησού, όταν τους βρήκε και τους κάλεσε μαζί του. Σε αυτά τα νερά περπάτησε ο Ιησούς κατά τας Γραφάς. Στα μέρη γύρω από τη θάλασσα, διαδραματίζονται πολλές από τις πιο σημαντικές βιβλικές αναφορές. Στην Κανά, στην Καπερναούμ, στη Βηθσαϊδά και στα Μάλγαρα. Όλα τους είναι τοπωνύμια που αποδίδονται σε οικισμούς γύρω από τη θάλασσα της Γαλιλαίας.
Και βέβαια στην Τιβεριάδα. Την πόλη που βρισκόμαστε. Το μεγαλύτερο τουριστικό θέρετρο της περιοχής.
Η Τιβεριάδα ιδρύθηκε το 20 μ.Χ. από τον Αντύπα (όχι τον οδηγώ-και-σε-σκέφτομαι, αλλά τον Ηρώδη Αντύπα) που αποφάσισε να αξιοποιήσει την προνομιούχα αυτή τοποθεσία που βρίσκεται πάνω στις όχθες και κοντά σε ιαματικές πηγές. Να πηγαίνει ο αρχαίος να κάμει τα σπα του, να λούζει τα μπουκλάκια του, να ισιώνει από τους ρευματισμούς.
Δυστυχώς και παρά τα κίνητρα που έδωκε ο Ηρώδης Αντύπας (φοροαπαλλαγές, ταξίδια στην Αγία Νάπα, άρματα με τέσσερις ίππους και κίνηση στους δύο τροχούς), οι Εβραίοι αρνήθηκαν να αποικίσουν τη νέα πόλη γιατί χτίστηκε δίπλα σε νεκροταφείο και προφανώς σκιάχτηκαν.
Πολύ πιο πρόθυμοι αποδείχθηκαν οι εξελληνισμένοι Εβραίοι (δηλαδής Εβραίοι που είχαν ενστερνιστεί τον ελληνικό πολιτισμό -τύπου σανδάλι, συρτάκι και τζατζίκι), οι οποίοι δέχθηκαν ωραιότατα να εγκατασταθούν εδώ. Και η πόλη άρχισε να παίρνει τα πάνω της.
Η Τιβεριάδα ήκμασε μετά τον πρώτο Ιουδαϊκό Πόλεμο και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ. και κυρίως μετά την πλήρη εκδίωξη των Εβραίων από την Ιερουσαλήμ το 135 μ.Χ., όταν πολλοί μετοίκισαν εδώ. Εκείνη την εποχή, η Τιβεριάδα συναγωνιζόταν σε μέγεθος και ισχύ, πόλεις όπως η Βαβυλώνα και η Αλεξάνδρεια. Όχι για να μην νομίζεις πως επρόκειτο για καμία τριτοτέταρτη κωμόπολη.
Τον 2ο και 3ο αιώνα, η Τιβεριάδα αναδείχθηκε σε κέντρο του εβραϊκού πολιτισμού, με δεκατρείς συναγωγές και μεγάλη παραγωγή θρησκευτικών κειμένων από τους Ραβίνους. Ήταν μία ήσυχη περίοδος τότες: ψαρεύαμε, λέγαμε προσευχές, γράφαμε Ταλμούδ, χορεύαμε το Hava Nagila, ζάχαρη την περνάγαμε.
Κι ύστερα εξαπλώθηκε η χριστιανική πίστη στην ευρύτερη περιοχή. Και μία ωραία πρωία, ανακαλύψαμε πως ανήκομεν στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Και πως πρωτεύουσά μας δεν είναι η Ρώμη, αλλά η Κωνσταντινούπολη. Και άρχισαν να χτίζονται εκκλησιές χριστιανικές και να μιλιούνται πιότερο τα ελληνικά.
Αλλά επειδής οι Εβραίοι δεν τα σηκώναν κάτι τέτοια, τον 7ο αιώνα τάχθηκαν υπέρ των Περσών και εξεδίωξαν τους Βυζαντινούς. Έξαλλος ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, μετά τη μάχη της Νινευής και την ανακατάληψη της περιοχής, κατέσφαξε τον εβραϊκό πληθυσμό της και όσοι δύσμοιροι διασώθηκαν, κατέφυγαν στην Αίγυπτο.
Το 634 μ.Χ. την πόλη κατέλαβαν οι Άραβες και τη διαίρεσαν σε χριστιανικό και σε μουσουλμανικό τομέα. Σταδιακά επέτρεψαν και την επανεγκατάσταση κάποιων εβραϊκών οικογενειών και τον 8ο αιώνα, η Τιβεριάδα αναδείχθηκε στην πιο πολυπολιτισμική πόλη της ευρύτερης περιοχής.
Και -αν θέλεις το πιστεύεις- κατά τους πρώτους αιώνες αραβικής κυριαρχίας, η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει προς το πιο αλέγκρο, το πιο ηδονιστικό και το πιο ξεσαλωμένο. Πώς είναι η Μύκονος και η Ίμπιζα; Κάτι παρόμοιο!
Για να καταλάβεις, ο άραβας γεωγράφος al-Muqaddasi που γυρνούσε το 985 μ.Χ. στην περιοχή, κατέγραψε σόδομα και γόμορα! "Δύο μήνες χορεύουν, δύο μήνες χλαπακιάζουν, δύο μήνες βαράνε μύγες, δύο μήνες τριγυρνάνε τσίτσιδοι (α να χαθείς, σάτυρε!), δύο μήνες παίζουν φλάουτο (!) και δύο μήνες κυλιούνται στις λάσπες". Σαν να περιγράφει κανείς τα Μάταλα.
Αλλά και μεταγενέστεροι περιηγητές, περιγράφουν μία πόλη ειδυλλιακή. Με ωραιότατα τζαμιά, με θερμές πηγές, με σπίτια που στέκονταν με υποστηρίγματα απάνου στη λίμνη, με άφθονο φρέσκο ψάρι, με ζεστά πρωινά, ήσυχα απογεύματα και ευχάριστες βραδιές κάτου από τους έναστρους ουρανούς της Γαλιλαίας.
Βεβαίως οι περιπέτειες δεν τελείωσαν, καθώς κάποια στιγμή εμφανίστηκαν και οι Σταυροφόροι που κατέλαβαν την πόλη και άλλαξαν πάλι τη φυσιογνωμία της. Με αρχαία υλικά, οι Σταυροφόροι έσιαξαν μεγάλα τείχη. Κι ύστερα ήρθαν πάλι οι Άραβες και ο Νταχέρ Ελ Ομάρ ύψωσε πάνω από τα τείχη, έναν πύργο. Κι ύστερα ξανάρθαν Εβραίοι και έσιαξαν δίπλα στον πύργο, μία συναγωγή. Κι έφθασαν έπειτα ελληνορθόδοξοι χριστιανοί και έκαμαν τη συναγωγή, μοναστήρι.
Ένα γαϊτανάκι λαών και αναφορών. Που συνοψίζεται με τρόπο σχεδόν αμήχανο, σε μια δεκαριά αράδες μιας πινακίδας. Και που ένας αναγραμματισμός στην ημερομηνία, επιτείνει την αμηχανία της. Εντέλει 1873 ή 1837; Τριάντα έξι χρόνια διαφορά είναι λογαριασμός, όπως και να το κάμουμε.
Αργότερα, κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το μουσουλμανικό στοιχείο κυριάρχησε και η πόλη έχασε την πολυπολιτισμική της ταυτότητα. Φορέσαμε φέσια και μαντίλες. Και η πόλη παραδόθηκε στον επαρχιωτισμό της.
Ως το 1948 και την ίδρυση του Ισραήλ. Τότες, σχεδόν όλοι οι μουσουλμάνοι εγκατέλειψαν την Τιβεριάδα, η οποία έγινε αμιγώς εβραϊκή. Και εντελώς τουριστική, καθώς προσελκύει χιλιάδες Εβραίους και χριστιανούς προσκυνητές. Μεγάλα ξενοδοχεία χτίστηκαν τη δεκαετία του '60 και του '70, ενώ ακόμα και σήμερα πραγματοποιούνται τεράστια έργα από το κράτος του Ισραήλ για ενίσχυση των υδάτινων αποθεμάτων της λίμνης (που η στάθμη της έχει πέσει κατά πεντέξι μέτρα) και χωροθέτηση νέων γειτονιών με συγκροτήματα κατοικιών για Ορθόδοξους Εβραίους εποίκους.
Ναι, εκείνους με τα μπουκλάκια, τα καπέλα και τις γκαμπαρντίνες. Εκείνους που δεν δέχονται την τεχνολογία, δεν κάμουν προγαμιαίες σχέσεις και απέχουν από κάθε εργασία το Σάμπαθ.
Μπορεί να είναι πράγματι πολύ ενδιαφέρουσες οι ιστορικές αναφορές και σαγηνευτικές οι διηγήσεις των περιηγητών, αλλά δεν αρκούν για να σου δώκουν την αίσθηση αυτού του μέρους. Στο είπα και στην αρχή: είναι δυσεξήγητη η αίσθησή του. Εκ πρώτης όψεως, η σύγχρονη Τιβεριάδα μοιάζει με ξεπεσμένη λουτρόπολη.
Και όπως οι περισσότερες λουτροπόλεις, διαθέτει μεγάλες δόσεις μελαγχολίας.
Η οποία επιτείνεται από τη σύνθεση των κατοίκων και τα χαρακτηριστικά των τουριστών.
Ρώσοι αποφασισμένοι να βουτήξουν σε κάθε γούρνα για να βαφτιστούν, Αμερικάνοι στο όριο της πλήρους αποχαύνωσης που διαμένουν σε υπερτιμημένα, παρακμιακά ξενοδοχεία, γκρουπ θρησκευτικού τουρισμού που σαρώνουν τα μοναστήρια (και τα κάμποσα μαγαζιά με σταυρουδάκια, εικόνες και μεμοραμπίλια). Α και διάφοροι γκρούβαλοι που καταλύουν στα κιμπούτς της περιοχής. Τα κοινόβια ντε. Για να ζήσουν μια αυθεντική εμπειρία χίπικου σιωνισμού.
Περπατώ κατά μήκος της παραλίας και παρατηρώ τον κόσμο. Αν και η περιοχή θεωρείται τουριστική, θέλει κάποιο θάρρος για να φθάσεις εδώ.
Υπενθυμίζω ότι ακριβώς απέναντι είναι η Συρία. Δέκα χιλιόμετρα απόσταση μόλις. Δεν είναι και εξαιρετικά ασύνηθες να πέσει καμία ξέμπαρκη ρουκέτα προς το μέρος μας. Καλού-κακού, κράτα ομπρέλα!
Σου είπα από την αρχή ότι το μέρος είναι περίεργο. Ίσως γιατί περπατάς σε μέρη και ονομασίες που σου είναι πολύ οικείες ως αναφορές.
Ίσως γιατί θυμίζει και λίγο Ελλάδα. Ναι, θυμίζει.
Θα μπορούσαμε να είμαστε στον Ωρωπό. Ή στα Καμένα Βούρλα. Η διαφορά είναι πως εδώ έχει φοίνικες και κάποια κτήρια που παραπέμπουν περισσότερο σε Μέση Ανατολή. Και ύστερα, είναι αυτή η ζέστη. Τα καλοκαίρια είναι αφόρητα. Οι χειμώνες ξηροί. Αλλά ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, το μέρος παραμένει ενδιαφέρον.
Μία θορυβώδης παρέα από νεαρές Εβραίες σεργιανίζει στην προκυμαία.
Λίγο πιο πέρα, μία οικογένεια Ορθόδοξων Εβραίων -που είναι πάντα ενδεδυμένοι με τις παραδοσιακές τους αμφιέσεις- στέκεται στην άκρη της κουπαστής. Σαν να έχουν ξεμείνει από κάποια άλλη εποχή, σαν να ξεπήδησαν από κάποιο χάσμα στο χωρόχρονο. Αρνούμενοι να συντονίσουν τις ζωές τους με τον υπόλοιπο κόσμο.
Με ετούτα και με κείνα, πέρασε η ώρα. Ξανακοιτάζω τη θάλασσα. Κι αυτές τις πέτρες που λαξεύονται εδώ και αιώνες από τα νερά της. Αυτές τις όχθες πούναι το σκηνικό της πιο σημαντικής θρησκευτικής αφήγησης για το δυτικό κόσμο. Αυτόν τον σιωπηλό παφλασμό που κρύβει μέσα του, τα μυστικά αιώνων.
Ναι, η Τιβεριάδα είναι ένα μέρος βαθιά μελαγχολικό. Γιατί παρότι κυκλοφορεί ως θάλασσα, στην πραγματικότητα είναι λίμνη. Και το βλέμμα σου δεν χάνεται σε ανεμπόδιστους ορίζοντες. Αλλά εγκλωβίζεται μεταξύ συνόρων, θρησκευτικών αναφορών, ιστορικών συμβάσεων και κοινωνικών στεγανών. Όπως πολλά βλέμματα, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό.
Εμπιστεύομαι μέσα στο νερό και τη δική μου τη σιωπή. Αφήνοντας το ταλαιπωρημένο βοριαδάκι πούρχεται από το Λίβανο κι απ'τη Συρία, να με κανακέψει και να με καθησυχάσει. Πως όλα είναι εξίσου σημαντικά κι ασήμαντα. Ως φευγαλέες εντυπώσεις. Ως συμβατικές εννοιολογήσεις. Μιας ζωής που μπορεί να'ναι εντέλει και λίμνη και θάλασσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου