Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2022

Τα Χριστούγεννα του 2022


Προσφέρεται για ανασκοπήσεις και αναστοχασμούς ο Δεκέμβρης. Αποτελεί μία συμβατική λήξη: την ολοκλήρωση μιας χρονιάς με τις επιβεβαιώσεις και τις διαψεύσεις της. 


Παρότι είναι δύσκολος μήνας και παραφορτωμένος (με δουλειές, με υποχρεώσεις, με προσδοκίες), απολαμβάνω όσο μπορώ την εορταστική του διάθεση: τα στολισμένα δέντρα, τα αστραφτερά λαμπιόνια, την (κάπως πιο) απενοχοποιημένη κατανάλωση, τις τζαζ και σουίνγκ χριστουγεννιάτικες μελωδίες στα ραδιόφωνα, τα υπερλιπαρά οικογενειακά τραπέζια, τις άμυαλες ταινίες με τα χάπι έντς.


Και τελοσπάντων, αν τίποτε από τα παραπάνω δεν σε αφορά και δεν σε πολυσυγκινεί, υπάρχει πάντα το μελομακάρονο. Που πέραν της κλασικής του μορφής, κυκλοφορεί τη σήμερον σε διάφορα χρώματα και γεύσεις: σοκολατί, ροδακινί, βυσσινί, θαλασσί, στο χρώμα του πάγου, με ρίγες, με ανταύγειες, με καπέλο -για να μπορείς να το ταιριάξεις με κάθε λαιμαργία σου. Αλλάξανε οι καιροί, άρχισα να το επιζητώ και με στέβια.


Η πόλη φόρεσε εδώ και βδομάδες τα γιορτινά της, εις πείσμα του καιρού που μέχρι πριν λίγες ημέρες μύριζε ακόμα αποκαλόκαιρο και οριακά δηλαδής αποφύγαμε να εορτάσουμε τα Χριστούγεννα ανάποδα, ωσάν τους Αυστραλούς: με τα μαγιό και τα καγκουρό. 


Βέβαια και που ψύχρανε κάπως, την αναποδιά δεν τη γλιτώνεις. Λίγο το ρεύμα που σε τσουρουφλάει (και χωρίς να χώσεις τα δάχτυλά σου στην πρίζα), λίγο το πετρέλαιο που καίει την τσέπη σου αντί για τον καυστήρα σου, μια φορά τον πιγκουίνο τον έχεις εύκολα σπίτι σου εφέτος τον χειμώνα. Και τον χιονάνθρωπο επίσης. Κάποτες ήταν της μοδός κείνο το ξενοδοχείο από πάγο στο Ροβανιέμι που πήγαινες με τη γούνα, τώρα χαίρεσαι την ίδια εμπειρία στα Πατήσια, στην Καλλιθέα και στου Ζωγράφου. 


Ίσως γι'αυτό έχει τόσο κόσμο στους δρόμους. Κρυώνουν οι άνθρωποι και βγαίνουν για να κάμουν καύσεις. Σου λέει, φοράω που φοράω το κασκόλ, το σκούφο και τα γάντια, δεν βγαίνω κι έξω να κόψω καμία βόλτα;


Ναι, εξακολουθούν να είναι δύσκολες εποχές για αρκετούς. Αλλά και πότε δεν ήταν; Την κάμω χρόνια αυτή την ανασκόπηση (για του λόγου το αληθές, μπορείς να ανατρέξεις στο 2011, στο 2012, στο 2013, στο 2014, στο 2015, στο 2016, στο 2017, στο 2018, στο 2019, στο 2020, στο 2021, αλλά με προσοχή διότι τα πολλά φλας μπακ μπορεί να σε ανακατέψουν) και με δυσκολία ανακαλώ αισιοδοξίες. Ίσως γιατί ξέρω πια το παρακάτω, το είδα, το έζησα και δεν πολύ-φτούρησε.


Από ένα σημείο και μετά παύεις να μετράς τις χρονιές με τις ημερομηνίες τους, αλλά με τα σημάδια που αφήνουνε πάνω σου. Με τις κρίσεις που άντεξες, με τα προβλήματα που σε όρισαν. 


Κι αν νομίζεις πως σου τα λέω όλα αυτά για να σου μαυρίσω την καρδιά, τουναντίον: σου τα λέω γιατί τα τραύματα είναι που καθιστούν ανάγκη και δικαίωμα τους εορτασμούς. Γιατί εκείνοι που εορτάζουν είναι εντέλει οι επιζήσαντες. 


Ακόμα κι αν δεν μπορώ λοιπόν να ανακαλέσω πια πολλές αισιοδοξίες, αυτές που μου έχουν απομείνει είναι συνειδητές επιλογές μου. Δεν κινδυνεύουν από τις τοξικότητες, δεν υποτάσσονται σε ταξινομήσεις, δεν έχουν ανάγκη από αποδοχές και επιβεβαιώσεις. Κι ας μην συνομιλούν με τις πραγματικότητες πολλών, συνομιλούν με τη δική μου πραγματικότητα. Και συνεχίζουν να τη νοηματοδοτούν.


Περπατώ στο κέντρο της πόλης, λίγες ημέρες πριν το τέλος κι ετούτης της χρονιάς. 


Αναμετριέμαι με το δέντρο στην πλατεία Ομόνοιας, προσέχοντας μην εισχωρήσω κατά λάθος στο καδράρισμα των κάμποσων που φωτογραφίζονται τριγύρω μου -διερχόμενοι που κοντοστέκονται για μία πόζα, αρκετοί μετανάστες και δυοτρεις ξέμπαρκοι τουρίστες από τα παρακείμενα ξενοδοχεία.


Έχει στηθεί και μια προκάτ Χριστουγεννιάτικη αγορά με διάφορες λιχουδιές: λουκουμάδες και κρέπες. Και από Δευτέρας δίαιτα. 


Στην υποτιμημένη πλατεία Κοτζιά, τα πράγματα είναι σαφώς πιο ήσυχα. Το Δημαρχείο έχει φωταγωγήσει τα παράθυρά του, τα δέντρα έχουν λουστεί με τα γνωστά ακατάσχετα λαμπάκια και οι φανοστάτες ντύθηκαν με τις φωτεινές γιρλάντες τους.


Αλλά σαν σκοτεινιάσει, λίγος κόσμος ξεπέφτει κατά δω. Η Αθήνα ζει τις εντάσεις της μερικά τετράγωνα πιο πέρα. Προς την Ερμού, το Μοναστηράκι και του Ψυρρή.


Προς τα μαγαζιά και τα εστιατόρια της Μητροπόλεως. Και τα ξενοδοχεία που συνεχίζουν να αυξάνουν με ρυθμούς που αδυνατώ να παρακολουθήσω. 


Μία νέα πολύχρωμη και θορυβώδης πόλη έχει αντικαταστήσει την πόλη που γνώριζα. Παρότι παρακολουθώ την αλλαγή από κοντά, παρότι τη ζω εδώ και χρόνια σε όλες τις φάσεις μεταμόρφωσής της, έχω αρχίσει να μην την καταλαβαίνω. Νιώθω ότι δεν με περιλαμβάνει πια, αλλά δεν πειράζει. Έτσι είναι οι αλλαγές. Κάποιες σε αφορούν και τις χαίρεσαι, κάποιες τις προκαλείς και σε ορίζουν, κάποιες συμβαίνουν παράλληλα με εσένα ή σε αφήνουν ξωπίσω τους. Όσο μεγαλώνει κανείς, γίνεται πιο επιλεκτικός με τις αλλαγές που μπορεί να αντέξει.


Οι σαστισμένες Ουασινγκτόνιες, τα έντονα χρώματα του Άττικα και τα ασημοχρυσαφιά αστέρια που κρέμονται πάνω από το οδόστρωμα έχουν μετατρέψει την πολύπαθη Πανεπιστημίου σε υπερπαραγωγή. Που περιμένεις να βγουν τα μπαλέτα, να περάσουν τα άρματα με τις γυμνόστηθες Βραζιλιάνες, να προσγειωθεί το ούφο.


Η πάντοτε κομψή στοά Σπυρομήλιου συμμετέχει με τον τρόπο της στη φαντασμαγορία. 


Τα γιομάτα τραπέζια αποδεικνύουν πως υπάρχουν πολλές ταχύτητες, πολλές παράλληλες πραγματικότητες. Κι ας επιμένουν κάποιοι να γενικεύουν αυτή που τους εξυπηρετεί ή έστω αυτή που ζουν. Όχι, δεν κατοικούνται όλα τα σπίτια από πιγκουίνους και χιονανθρώπους.


Ως συστηματικός περιπατητής του κέντρου της πόλης, μπορώ να βεβαιώσω εμπειρικά πως η φτώχεια ήταν ευδιάκριτη τα προηγούμενα χρόνια. Την έβλεπες, την μύριζες και την αισθανόσουν περπατώντας στην Αθήνα της οικονομικής κρίσης.


Τώρα είναι εξίσου ευδιάκριτος ένας νέος πλουτισμός. Άνθρωποι με ακριβά ντυσίματα, γιομάτα τραπέζια σε τσουχτερά εστιατόρια και καφέ, τεράστιες ουρές έξω από καταστήματα με είδη πολυτελείας. Ο τουρισμός, η άνοδος των καταθέσεων την εποχή του εγκλεισμού, τα κοινοτικά κονδύλια, η επιστροφή για τις γιορτές των εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων που εργάζονται στο εξωτερικό, η σημαντική αύξηση μεγεθών σε διάφορους κλάδους της οικονομίας, έχει δημιουργήσει νέες κοινωνικές δυναμικές και ανατροπές. 


Που θα μεταλλαχθούν, θα ανθίσουν, θα συντριβούν. Το παλιό και το καινούργιο θα χορεύουν για πάντα σε ένα παθιασμένο τανγκό. Με νευρικές χορογραφίες που θα εκπλήσσουν εκείνους που νομίζουν ότι ξέρουν και μπορούν να προβλέψουν τα βήματα. 


Η μουσική δεν σταματάει ποτέ, ο ρυθμός είναι που αλλάζει. Και όποιος αντέξει περισσότερο στην πίστα. 


Ναι, είναι οι καιροί περίεργοι. Και πονηροί. Μπορεί να βλέπεις το ποτήρι μισοάδειο και να'χεις δίκιο. Ή να το βλέπεις μισογεμάτο και να'χεις και πάλι δίκιο. Ίσως να μην το βλέπεις και καθόλου -εξαρτάται πού έχεις αφήσει τα γυαλιά σου και πόσο πολύ διψάς.


Συγχώρα με που σε τραβολογάω χωρίς να ακολουθούμε μια συγκεκριμένη διαδρομή.


Δεν είναι και εύκολο να τη χαράξεις στο multiverse της καθημερινότητας, παρά τις τόσες εφαρμογές πλοήγησης που έχεις στο κινητό σου. Τι να σου κάμει και η Siri; Πώς να σε βοηθήσει και η Alexa; 


Ο Δεκέμβρης προσφέρεται πράγματι για ανασκοπήσεις και αναστοχασμούς. Αλλά προσφέρεται και για όνειρα. Που τα επιβιβάζεις στα αερόστατα του μυαλού σου και τα αφήνεις να αρμενίζουν στους ουρανούς.


Όχι όνειρα συμβατικά και μίζερα και μισαλλόδοξα. Όνειρα γενναιόδωρα, έντιμα και συγχωρητικά. Όνειρα που μπορούν να σε απαλλάξουν από τα βαρίδια που σε καθηλώνουν στο έδαφος. Όνειρα γενναία.


Τέτοια θα σου ευχηθώ να κάμεις σαν κλείσεις τα μάτια σου και αρχίσεις να μετράς αντίστροφα τις στιγμές προς το νέο έτος. Όνειρα που θα σε βοηθήσουν να ανοίξεις ευθείες λεωφόρους μέσα σε χαώδεις συνθήκες και να αντέξεις τις πεζές πραγματικότητες. Όνειρα που θα σε παρηγορήσουν στις δυσκολίες, που θα σε απαλλάξουν από τις χίμαιρες, που θα σε κάμουνε ουσιαστικά καλύτερο. Όνειρα που θα σε οδηγήσουνε σε τρυφερά σταυροδρόμια με άλλους και που θα αναδείξουν τις σημαντικές σου σημασίες. 


Ακόμα κι όταν σβήσουνε τα λαμπιόνια, αυτά τα όνειρα συνεχίζουνε να αστράφτουν στο σκοτάδι. Διότι το μέλλον μπορεί να διεκδικείται από τους ασύνετους και τους κακόβουλους, αλλά θα ανήκει πάντα στους ονειροπόλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου